«Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των ελληνικών τραπεζών υπήρξε άμεση και αποτελεσματική ώστε να δημιουργηθεί η γέφυρα χρηματοδότησης που χρειάζεται για να αντιμετωπιστεί η σημερινή κρίση και να περιοριστούν οι επιπτώσεις της ύφεσης», ανέφερε ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Eurobank, Γιώργος Ζανιάς, μιλώντας στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών.

Οι συνδυασμένες ενέργειες των παραπάνω φορέων αντισταθμίζουν σε σημαντικό βαθμό τη δυνητική μείωση του ελληνικού ΑΕΠ και, όπως φαίνεται, την περιορίζουν σε ένα μονοψήφιο ποσοστό, αν και πλήρης επάνοδος στο επίπεδο του ΑΕΠ του 2019 δεν θα πρέπει να αναμένεται πριν το 2022, τονίζει ο κ. Ζανιάς.

Σύμφωνα με τον ίδιο οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην παρούσα χρονική στιγμή είναι τρεις: Η αβεβαιότητα για τη διάρκεια και την ένταση της υγειονομικής κρίσης, τα δημοσιονομικά ελλείμματα και ο υπερδανεισμός του κράτους και η έξοδος από τα moratoria, δηλαδή τις διευκολύνσεις που παρέχουν οι τράπεζες σε επιχειρήσεις και ιδιώτες κατά τη διάρκεια της κρίσης (αλλά και το κράτος).

Αναφορικά με το πρώτο ζήτημα, ο πρόεδρος της Eurobank είπε ότι η επιστροφή στην πλήρη κανονικότητα πριν δοθεί ικανοποιητική λύση στο υγειονομικό πρόβλημα δεν υπάρχει. Μέχρι τότε, οι οικονομικές συνέπειες της κρίσης θα συμβαδίζουν με την ικανότητα προσαρμογής των προσωπικών και κοινωνικών συμπεριφορών στα νέα δεδομένα. Αν το ιατρικό πρόβλημα λυθεί σχετικά γρήγορα, μπορούμε να ελπίζουμε σε μια γρήγορη επάνοδο στην ανάπτυξη. Σε διαφορετική περίπτωση, η οικονομία θα παραμείνει σε «χαμηλή πτήση» για κάποιο διάστημα ακόμη.

Όσον αφορά το πρόβλημα του δημόσιου χρέους, το οποίο είναι ήδη πολύ υψηλό και με την τρέχουσα κρίση αναμένεται να φτάσει, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε επίπεδα που δεν έχουμε ξαναδεί, ο κ. Ζανιάς επεσήμανε ότι η διαχείριση του δημόσιου χρέους σήμερα είναι πολύ πιο εύκολη σε σχέση με την περίοδο που ξεκίνησε η κρίση χρέους στην Ελλάδα, το 2010. Η αποψη του στηρίζεται στο γεγονός πως στα δημοσιονομικά μέτρα που λαμβάνονται την περίοδο αυτής της κρίσης και δημιουργούν ελλείμματα, συνήθως δεν είναι μόνιμου χαρακτήρα αλλά one-off, δηλαδή προσωρινού χαρακτήρα. «Αυτό σημαίνει πως με το τέλος της σημερινής κρίσης και καθώς η ανάπτυξη θα επιταχύνει, θα επανέλθουμε κάπου κοντά στα προηγούμενα πλεονάσματα». Ακόμα, το κόστος εξυπηρέτησης του τεράστιου δημόσιου χρέους βρίσκεται σήμερα στο 50% περίπου αυτού που υπήρχε την περίοδο 2009-2010, λόγω των πολύ καλών ποιοτικών χαρακτηριστικών της διάρθρωσης του χρέους, παρόλο που ως ποσοστό του ΑΕΠ το χρέος θα είναι κατά 50% υψηλότερο. Επίσης, τα σημερινά χαμηλά επιτόκια λόγω της παρέμβασης της ΕΚΤ και άλλων κεντρικών τραπεζών αναμένεται να παραμείνουν χαμηλά για κάποιο διάστημα ακόμη, και το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους βρίσκεται στο τραπέζι του Eurogroup και έχει ήδη αναληφθεί υποχρέωση, αν χρειαστεί, να υπάρξουν περαιτέρω ρυθμίσεις το 2032 βελτιώνοντας ακόμη περισσότερο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και τη βιωσιμότητά του.

Ο πιο σημαντικός παράγοντας για γρήγορη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, σύμφωνα με την ομιλία του κ. Ζανιά, βρίσκεται στην προοπτική μιας γρήγορης ανάπτυξης αμέσως μετά το τέλος της τρέχουσας υγειονομικής κρίσης. Και αυτό γιατί πέρα από κάποιο αναπτυξιακό απόθεμα που διαθέτει η χώρα, μεγάλη σημασία μεσοπρόθεσμα έχει το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανασυγκρότησης το οποίο σχεδόν διπλασιάζει τα κονδύλια του επόμενου δημοσιονομικού πλαισίου που θα έχει στη διάθεσή της η χώρα μας και μπορεί να χρηματοδοτήσει τις ελλιπείς δημόσιες επενδύσεις. Η κορυφαία όμως πρόκληση εδώ είναι οι δυνατότητες παραγωγικής απορρόφησης κονδυλίων κοντά στα 10 δισ. ευρώ το χρόνο που θα είναι διαθέσιμα τα επόμενα 7 χρόνια από Κοινοτικά κονδύλια.

Αναφερόμενος στις τράπεζες, ο κ. Ζανιάς είπε ότι η υγειονομική κρίση τις βρήκε σε καλύτερη κατάσταση συγκριτικά με το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, ιδιαίτερα δε σε όρους κεφαλαιακής επάρκειας. Με αυτή την κατάσταση διαμορφωμένη και βοηθούμενες από την χαλάρωση κάποιων εποπτικών κανόνων, οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε αναστολές πληρωμής δανείων άνω των 20 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα χορηγούν και νέα δάνεια ύψους αρκετών δισ. ευρώ. Όπως ανέφερε ενδεικτικά, μόνο τα νέα δάνεια με εγγυήσεις δημοσίου μπορούν να πλησιάσουν και τα 10 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν τη μεγάλη πρόκληση των νέων Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων που θα δημιουργηθούν εξ αιτίας της πανδημικής κρίσης και τα οποία η Τράπεζα της Ελλάδος υπολογίζει κοντά στα 10 δισ. ευρώ. Αυτή η εξέλιξη αναμένεται να εκδηλωθεί από τον επόμενο χρόνο καθόσον τώρα λειτουργούν οι διευκολύνσεις για αναστολές πληρωμών που έχουν δοθεί. Η τεχνογνωσία που έχουν αποκτήσει οι τράπεζες σε αυτόν τομέα είναι σημαντική και θα βοηθήσει. «Σημαντικό επίσης είναι να μην επηρεαστεί η κουλτούρα πληρωμών/συναλλακτικών ηθών (payment culture) μετά από τόσες αναστολές πληρωμών που παρέχονται τόσο από τις τράπεζες αλλά και από το κράτος και να αποφευχθεί η δημιουργία μιας νέας γενιάς στρατηγικών κακοπληρωτών που εν τέλει γνωρίζουμε καλά ότι λειτουργούν εις βάρος της χρηματοδότησης υγιών επιχειρήσεων και του υγιούς ανταγωνισμού», τόνισε ο πρόεδρος της Eurobank, επισημαίνοντας την κρισιμότητα που θα έχει για την εξέλιξη των πραγμάτων στις τράπεζες η τελική διαμόρφωση του νέου πτωχευτικού δικαίου.

«Πρέπει να είναι ισορροπημένο ώστε να αποφευχθούν δύο σημαντικά δυνητικά προβλήματα, πέραν αυτών που μας κληροδοτεί ο COVID. Τα προβλήματα αυτά είναι η αποφυγή δημιουργίας νέας γενιάς στρατηγικών κακοπληρωτών και η αποφυγή επανακατηγοριοποίησης κάποιων δανείων ως μη εξυπηρετούμενα από την εποπτική αρχή των τραπεζών», τόνισε ο κ. Ζανιάς.

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση