Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιούργησε η αποεπένδυση που έλαβε χώρα την τελευταία δεκαετία, απαιτείται ένα θετικό επενδυτικό shock, που θα αυξήσει το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ κατά 12-15 εκατοστιαίες μονάδες, και αυτό θα μπορούσε να τεθεί ως εθνικός στόχος, τόνισε ο Β. Ψάλτης διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank στην  ομιλία του σε Ημερίδα του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Όπως εξήγησε η μακροχρόνια ύφεση δημιούργησε νέες ανισορροπίες στην πραγματική οικονομία, όπως η υψηλή ανεργία των νέων, που οδήγησε σε εκροή υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού, η άκαμπτη μακροχρόνια ανεργία (άνω των 12 μηνών) που δυσχεραίνει την επούλωση του κοινωνικού ιστού και η χαμηλή παραγωγικότητα. Η κύρια παθογένεια που προκάλεσε αυτές τις νέες ανισορροπίες είναι η αποεπένδυση που έλαβε χώρα την τελευταία δεκαετία. Η επενδυτική δαπάνη κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης υποχώρησε, εξασθενίζοντας σημαντικά το απόθεμα του παραγωγικού κεφαλαίου της χώρας, καθώς για μεγάλο χρονικό διάστημα το ποσοστό αποσβέσεων υπερέβαινε τον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου.

Ωστόσο, σημείωσε, η ελληνική οικονομία βελτίωσε, κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής, την ανταγωνιστικότητά της και, σε συνδυασμό με την άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, διόρθωσε τις κύριες μακροοικονομικές ανισορροπίες του παρελθόντος, δηλαδή το έλλειμμα στο δημοσιονομικό ισοζύγιο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ανέφερε ο κ. Ψάλτης.

Ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος
Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να στηριχθεί στο τραπεζικό της σύστημα, ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Αlpha Βank, πέραν του ύψους των κοινοτικών κονδυλίων που είναι διαθέσιμα για τη χώρα μας και την ανάγκη προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων που βοηθούν σημαντικά στην εισαγωγή τεχνολογικών καινοτομιών και ενισχύουν την παραγωγικότητα.

Οι ελληνικές τράπεζες, σημείωσε, διευρύνουν τη δυνατότητα άντλησης αποταμιευτικών και δανειακών κεφαλαίων. Πρώτον, η ρευστότητά τους σταδιακά αποκαθίσταται. Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης οδηγεί σε επιστροφή των καταθέσεων που εκπατρίστηκαν ή αποθησαυρίστηκαν, ενώ παράλληλα η ροπή προς αποταμίευση αναμένεται να επιστρέψει σε θετικό έδαφος καθώς αυξάνεται η απασχόληση και το διαθέσιμο εισόδημα.

Δεύτερον, η οργανική κερδοφορία τους ανακάμπτει. Η μείωση των εσόδων από τόκους δανείων που θα μεταφερθούν εκτός τραπεζικών ισολογισμών, στο πλαίσιο εξυγίανσης, αναμένεται να αντισταθμιστεί από, πρώτον, τα έσοδα από τόκους από νέες υγιείς πιστοδοτήσεις, δεύτερον, την ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες,

τρίτον, τη μείωση των λειτουργικών εξόδων, ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, και τέλος, το σημαντικό όφελος από την αποκλιμάκωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου των ελληνικών τραπεζών. Κατά συνέπεια, αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω η βαθμίδα αξιολόγησής τους και η πρόσβασή τους στις αγορές, τόνισε ο Βασίλειος Ψάλτης,

Η ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας και της ρευστότητας τα επόμενα χρόνια αναμένεται να οδηγήσει σε σταδιακή αύξηση της προσφοράς δανείων. Η προσπάθεια αυτή μπορεί πλέον να στηριχθεί στο ευνοϊκό κλίμα που διαμορφώνεται για την ελληνική οικονομία, όχι μόνο στις αγορές ομολόγων και μετοχών, αλλά και στο ιδιαίτερο ενδιαφέρον σημαντικών διεθνών επενδυτών για χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων.

H θέση του τραπεζικού συστήματος σε αυτό το νέο εθνικό αφήγημα είναι καθοριστικής σημασίας μέσω της διοχέτευσης των αποταμιευτικών πόρων στα πιο αποδοτικά επενδυτικά σχέδια. Η επενδυτική στρατηγική των τραπεζών στα επόμενα έτη αναμένεται να δώσει έμφαση σε έργα και επιχειρηματικούς τομείς που δημιουργούν προστιθέμενη αξία, έλκονται από την έρευνα και την καινοτομία, χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες και σέβονται το περιβάλλον. Παραδείγματα αποτελούν ο αγροδιατροφικός τομέας, οι κλάδοι της Υγείας και του Φαρμάκου, των Υποδομών, της Ενέργειας, των Τηλεπικοινωνιών και της Πληροφορικής και φυσικά του Τουρισμού, επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος της Αlpha Βank.