Οι ελληνικές τράπεζες στα αποτελέσματα του γ’ τριμήνου εμφάνισαν καλύτερη από την αναμενόμενη ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους (NII), λόγω των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων NIMs που διατηρήθηκαν (ιδίως λόγω του ευνοϊκότερου μείγματος καταθέσεων), της ισχυρής εταιρικής πίστωσης και των τάσεων στα εξυπηρετούμενα δάνεια με +11% σε ετήσια βάση για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, ενώ αυξήθηκαν και οι κατευθυντήριες γραμμές για το φετινό οικονομικό έτος.
Οι τιμές στόχοι είναι για την Εθνική Τράπεζα τα 11,20 ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς τα 5,70 ευρώ ανά μετοχή, με συστάσεις αγοράς και αποτελούν τις κορυφαίες επιλογές του οίκου από την Ελλάδα.
Παράλληλα, συστάσεις αγορά (buy) συστήνει και για τις μετοχές των Alpha Bank και Eurobank και αυξάνει οριακά τις τιμές στόχους στα 2,42 ευρώ (από 2,32 ευρώ προγενέστερα) και τα 2,75 ευρώ (από 2,74 ευρώ πριν).
Το περιθώριο ανόδου έναντι των τιμών στόχων είναι ιδιαίτερα υψηλό της τάξεως του 50% για τα top picks και την Alpha Bank και 33% για τη μετοχή της Eurobank.
«Είμαστε αισιόδοξοι για τις μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, ενώ η διοίκηση της τράπεζας είναι επίσης αισιόδοξη.
Συστήνουμε αγορά (buy) και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, αλλά προτιμούμε την Εθνική Τράπεζα για ένα κερδοφόρο franchise με τη μεγαλύτερη ευελιξία για αύξηση των διανομών και την Τράπεζα Πειραιώς για τις δυνατότητες επαναξιολόγησης και εκτιμώντας και την ισχυρή δυναμική στην εταιρική πίστη της τράπεζας.
Οι ελληνικές τράπεζες προβάλλονται ως μερικές από τις φθηνότερες, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις αναδυόμενες αγορές (ΕΜ) σε σχέση με τον δείκτη τιμής προς εσωτερική αξία (P/TNAV) έναντι του δείκτη αποδοτικότητας των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων RοTE. Προσθέτουμε την Εθνική Τράπεζα στην πανευρωπαϊκή λίστα κορυφαίων επιλογών μας», εξηγεί ο οίκος.
«Υπάρχει και πάλι μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και στις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις. Οι πιστωτικές ζημιές συνεχίζουν να εκπλήσσουν θετικά, καθώς οι προσπάθειες μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αποδίδουν καρπούς.
Η επενδυτική μας θέση, όπως αποκαλύφθηκε στην έκθεση έναρξής μας, βασίζεται κυρίως στην καθαρή αξία του κεφαλαίου, στην αύξηση του κεφαλαίου και στις σχετικές σημαντικές διανομές στους μετόχους, μεσοπρόθεσμα.
Ένας βασικός αντιληπτός περιορισμός ήταν η σχετικά υψηλή συνεισφορά των DTCs (αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις) στα εποπτικά κεφάλαια CET1 που κυμαίνεται από 36% έως 64%. Σε αυτά τα αποτελέσματα οι τράπεζες περιέγραψαν έναν τρόπο για την επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs (στο μηδέν σε δέκα χρόνια) με την πρόσθετη προληπτική πρόβλεψη να διαμορφώνεται στο 29% της καταβολής.
Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη, η οποία θα μπορούσε να ξεκλειδώσει σημαντικές διανομές, με τις τράπεζες να έχουν ήδη αυξήσει τα δεδουλευμένα πληρωμών για το φέτος. Το πρώτο βήμα υποδηλώνει άνοδο προς το 50% της τρέχουσας διαμορφωμένης διανομής έως το 2025. Οι τράπεζες επίσης ανέφεραν ότι οι επαναγορές μετοχών θα αποτελέσουν σημαντική συνιστώσα των διανομών, με προσαύξηση στις τρέχουσες αποτιμήσεις και δεν έχουν ληφθεί πλήρως υπόψη από εμάς», καταλήγει ο οίκος.
Διαβάστε επίσης:
Erma First: Τέταρτη εξαγορά για τον όμιλο – Απέκτησε και την Ecochlor
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Η εξορία του από τη Χούντα στην Αμοργό και η μαρτυρία της Μαριάννας