Οι συστημικές τράπεζες αφήνουν πίσω την άνοιξη της στεγαστικής πίστης που υπολόγιζαν ότι θα ζούσαν φέτος. Τα στοιχεία της Έκθεσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσιοποίησε χθες η Τράπεζα της Ελλάδος δείχνουν μία διαφορετική εικόνα.

Αν και το πρώτο τρίμηνο ξεκίνησε δυναμικά, η κατάσταση μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση να «κτυπάει» νοικοκυριά και επιχειρήσεις, τον πληθωρισμό και την άνοδο των επιτοκίων, «πάγωσε» το ενδιαφέρον για δάνεια.

Το πρώτο εξάμηνο του έτους, σύμφωνα με την ΤτΕ,  δόθηκαν 6.596 νέα στεγαστικά δάνεια,  με τις συνολικές εκταμιεύσεις να ανέρχονται σε   498,7 εκατ ευρώ, αυξημένες  κατά 60% σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2021.

Το ύψος των δανείων διαμορφώθηκε στις  75.600 ευρώ και στην συντριπτική τους πλειονότητα (96,2%) τα δάνεια προορίζονται για αγορά οικιστικών ακινήτων για ιδιοκατοίκηση, ενώ μόλις το 3,8% αφορά δάνεια για αγορά οικιστικών ακινήτων προς εκμίσθωση.

Οι δανειολήπτες προτίμησαν να δανειστούν με σταθερό επιτόκιο –το 55,7% του συνόλου των νέων στεγαστικών δανείων είναι με σταθερό επιτόκιο άνω των 10 ετών- και το 26,6% έχουν σταθερό επιτόκιο για διάστημα έως 1 χρόνο. Να σημειωθεί ότι  το 45,3% των νέων δανειακών συμβάσεων έχει διάρκεια έως 20 έτη, το 17,4% έχει διάρκεια από 20 έως 25 έτη, ενώ το 37,2% έχει διάρκεια από 25 έως 35 έτη.

 Προσοχή στα νέα «κόκκινα»

Ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας για άλλη μία φορά προειδοποιεί για τους κινδύνους που «κρύβει» η νέα συγκυρία και ενδεχομένως μπορεί να δημιουργήσουν νέα «κόκκινα» δάνεια.

Όπως αναφέρεται στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας  «το ύψος των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εξαιτίας της αβεβαιότητας για την πορεία των παραμέτρων που σχετίζονται με τη γεωπολιτική και ενεργειακή κρίση, ιδίως υπό το ενδεχόμενο αυτές να παραταθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα ή να κλιμακωθούν περαιτέρω». Και επισημαίνει πως η άνοδος των επιτοκίων επηρεάζει δυσμενώς τη δυνατότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους και ότι στο νέο περιβάλλον (ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός, υψηλά επιτόκια),  σε συνδυασμό με τις προοπτικές για χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη το προσεχές διάστημα, αναμένεται να επηρεάσει εκ νέου την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών με τη δημιουργία νέων ΜΕΔ.

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στο ρόλο των servicers, σημειώνοντας πως  ότι η μεταφορά των ΜΕΔ εκτός τραπεζικού τομέα δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το χρέος παραμένει, και ο ρόλος των εταιρειών διαχείρισης είναι κρίσιμος για την επίτευξη της οριστικής εκκαθάρισης του χρέους, ενώ   η αξιοποίηση του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση.

Η ΤτΕ υπογραμμίζει ακόμα πως «η ικανότητα των servicers να διαχειριστούν τα «κόκκινα» δάνεια δυσχαιρένεται από την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου (822/20228) και τις σχετικές εφετειακές αποφάσεις αναφορικά με τη νομιμοποίησή τους να προβούν σε δικαστικές ενέργειες και κυρίως να συμμετέχουν σε διαδικασίες πλειστηριασμών».

Ωστόσο, σημειώνει η ΤτΕ, η αποτελεσματικότητα των Εταιρειών Διαχείρισης αναμένεται να διαφανεί τους επόμενους μήνες με την άρση των παραπάνω περιορισμών σε συνδυασμό με την πρόσφατη έναρξη της λειτουργίας της ψηφιακής πλατφόρμας για την πρώτη κατοικία των ευάλωτων νοικοκυριών, η οποία θα είναι σε ισχύ μέχρι τη μεταβίβασή της στο Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων.

Διαβάστε επίσης

Φ. Καραβίας (Eurobank): Στις αρχές του νέου έτους η αποφάσεις για το μέρισμα – Τι είπε για τα κόκκινα δάνεια στους αναλυτές

Τράπεζα της Ελλάδος: «Βλέπει» αυξημένους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα

Παύλος Μυλωνάς: Πιο ευαίσθητα τα στεγαστικά και τα δάνεια των πολύ μικρών επιχειρήσεων – Δεν έχουμε ενδείξεις για νέα NPEs