Με τα τύμπανα του πολέμου να ηχούν και να «παγώνουν» την παγκόσμια οικονομία, οι ελληνικές τράπεζες σχεδιάζουν τις επόμενες κινήσεις τους λαμβάνοντας υπόψη το ενδεχόμενο να υποστεί νέο σοκ η ελληνική οικονομία, λόγω της γεωπολιτικής κρίσης.

Τα τμήματα οικονομικών αναλύσεων των συστημικών τραπεζών μετράνε ρεαλιστικά τον κίνδυνο και τις επιπτώσεις που θα έχει η νέα κρίση στα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας.

1

Το ενεργειακό κόστος, χτυπάει όλη την εφοδιαστική αλυσίδα και βάζει «φωτιά» στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς μεγάλης μερίδας των ελληνικών νοικοκυριών, ο πληθωρισμός «ψαλιδίζει» το διαθέσιμο εισόδημα, ο ρυθμός ανάπτυξης επιβραδύνεται, και τα θετικά νέα μάλλον θα έρθουν από τον τουρισμό, που δείχνει ότι θα πάει καλά.

Όμως όταν επικρατούν   ανώμαλες συνθήκες στην αγορά οι χώρες με υψηλό χρέος επηρεάζονται δυσανάλογα από κάθε αύξηση των επιτοκίων. Σε αυτά τα «πολεμικά σενάρια» ασφαλής  πρόβλεψη δεν μπορεί να υπάρξει, ενώ υπάρχει πάντα  ο κίνδυνος υποτροπιασμού των δίδυμων ελλειμμάτων.

Στην τελευταία της οικονομική ανάλυση η Εθνική Τράπεζα προσπαθεί μία προβολή στο μέλλον με βασικό και δυσμενές σενάριο.

Σύμφωνα με το  δυσμενές σενάριο της Εθνικής Τράπεζας ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο  8%  και στο 2,2% το 2023. Και στο βασικό σενάριο της ανάλυσης ο πληθωρισμός θα κλείσει στο 5,8% φέτος και το 2023 στο 1,4%.

Υπάρχει βέβαια και το  ευνοϊκό σενάριο, που σύμφωνα με τις παραδοχές του ο μέσος πληθωρισμός διαμορφώνεται στο 4,4% το 2022, το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 4% και ο τουρισμός επιτυγχάνει το 90% των επιδόσεων του 2019.

Αλλά και στο βασικό σενάριο, η ανοδική τάση του τουρισμού παραμένει ισχυρή, με τις εισπράξεις να  διαμορφώνονται  στο 85% του 2019,  που αντιστοιχεί σε  ετήσια αύξηση 4,5 δισ. ευρώ.

Για τους τραπεζίτες οι επιδόσεις του τουρισμού είναι κρίσιμες, καθώς μια  εντονότερη αύξηση των τουριστικών εσόδων λ.χ. κατά 10% σε σχέση με το βασικό σενάριο θα  ωθούσε την ανάπτυξη εγγύτερα στο 4%, ενώ μια σημαντική υπο-απόδοση λόγω αβεβαιότητας  και μεγάλων τιμολογιακών αυξήσεων θα την επιβράδυνε περαιτέρω.

Οι αναλυτές των τραπεζών εκτιμούν επίσης  ότι στην Ελλάδα, ο κίνδυνος ενεργειακής επάρκειας, ακόμη και σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, είναι περιορισμένος, κυρίως λόγω:

των συγκριτικά μικρών εγχώριων αναγκών, σε σύγκριση με τις ανάγκες της ΕΕ, σε φυσικό αέριο,  της επιλογής για περαιτέρω αξιοποίηση φορτίων υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG –που προσεγγίζει πλέον το 1/2 των συνολικών εισαγωγών αερίου στη χώρα στις αρχές του 2022–,  με την τρέχουσα δυνατότητα υποδοχής και αποθήκευσης να είναι πολλαπλάσια από αυτή που διασφαλίζουν οι υφιστάμενες ροές, της εντατικότερης χρήσης και των νέων επενδύσεων σε ΑΠΕ, με βελτιούμενες και τις καιρικές συνθήκες όσο πλησιάζουμε την άνοιξη, αλλά και της δυνατότητας, σε ακραίο ενδεχόμενο, αύξησης της χρήσης λιγνιτικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής.

Τέλος σημειώνουμε ότι η επίδραση στον τουρισμό σε ότι αφορά αφίξεις και έσοδα από την αγορά της Ρωσίας και της Ουκρανίας αναμένεται να είναι μικρή. Το 2019 ήρθαν στην Ελλάδα 580 χιλιάδες Ρώσοι και το τουριστικό έσοδο ήταν 433 εκατ ευρώ. Αφίξεις και έσοδα από τη ρωσική αγορά ακολουθούν φθίνουσα πορεία τα τελευταία 8 χρόνια και στο υψηλότερο σημείο τους έφτασαν το 2013 με 1,3 δις ευρώ έσοδα και περισσότερους από 1 εκατομμύριο Ρώσους τουρίστες.

Χαμηλές αν και με ανοδική τάση  είναι και οι τουριστικές ροές από την Ουκρανία, καθώς σύμφωνα με τα ετήσια στοιχεία του 2019,  ο τουρισμός από τη συγκεκριμένη ανερχόταν μόλις στο 0,4% του συνόλου των τουριστικών  αφίξεων.

Διαβάστε επίσης

Τράπεζες: Στις ψηφιακές συναλλαγές στρέφονται οι καταναλωτές – Τι σχεδιάζουν οι τραπεζίτες

Ανατροπή σε ανάπτυξη και πληθωρισμό έφερε η γεωπολιτική κρίση – Τι λένε οι τραπεζίτες