Τα «κόκκινα» δάνεια της πανδημίας δεν έχουν μετρηθεί ακόμα, η κατάσταση δεν επιτρέπει εφησυχασμό, υπογραμμίζει ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Έκθεση, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.

Και ζητά από τις τράπεζες να είναι προσεκτικές στη μέτρηση του κινδύνου που έχει να κάνει με τα «κόκκινα» δάνεια, ενώ ζητά και από τους Servicers να διαχειριστούν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο το απόθεμα των ΜΕΔ που έχουν αναλάβει, καθώς κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο τόσο για την αναδιάρθρωση βιώσιμων επιχειρήσεων όσο και για την επιτυχία του σχεδίου «Ηρακλής».

Σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα, το πραγματικό μέγεθος της επίπτωσης της πανδημίας, το οποίο δεν μπορεί ακόμη να ποσοτικοποιηθεί, εκτιμάται ότι θα εκδηλωθεί με κάποια υστέρηση, δηλαδή μετά την πλήρη άρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας.

Για το λόγο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να επανεξετάζουν συνεχώς την επάρκεια των προβλέψεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου, να ενισχύσουν τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για ενδεχόμενη αθέτηση πληρωμής δανείων, ενώ είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να υπάρξει προσεκτικός σχεδιασμός του χρονοδιαγράμματος άρσης των μέτρων στήριξης.

Ο κ. Στουρνάρας αναφέρεται και στις προκλήσεις που έχουν μπροστά τους οι τράπεζες και αυτές έχουν να κάνουν με την αδύναμη κερδοφορία και την ανάγκη για ποσοτική αλλά και ποιοτική ενίσχυση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, το υψηλό μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα κεφάλαια των τραπεζών και το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ειδικότερα:

  • Η ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών επιδεινώθηκε, καθώς το Σεπτέμβριο του 2021 οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (Deferred Tax Credits – DTCs) ανέρχονταν σε 14,4 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 62% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων (έναντι 53% το Δεκέμβριο του 2020).
  • Ενσωματώνοντας την πλήρη επίδραση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9), ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 10,7% -έναντι 15,5% σε επίπεδο ΕΕ-και ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 13,3%.
  • Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων υποχώρησε μέσα από τις τιτλοποιήσεις που εντάχθηκαν στο σχέδιο «Ηρακλής» και στο τέλος Σεπτεμβρίου 2021 διαμορφώθηκε σε 20,9 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 26,3 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2020.

Αυτή η υποχώρηση στα «κόκκινα» χαρτοφυλάκια, οφείλεται κυρίως σε πωλήσεις δανείων ύψους 26,2 δισ. ευρώ, τις τιτλοποιήσεις δηλαδή του «Ηρακλή», και λιγότερο σε εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω αναδιαρθρώσεων και ρυθμίσεων δανείων, είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.).

Σημαντικό ρόλο στη μείωση των ΜΕΔ έπαιξε –και μετά τη λήξη των μέτρων αναστολής πληρωμής δόσεων–, τα προγράμματα που λάνσαραν οι τράπεζες για τη διευκόλυνση των πελατών τους όσον αφορά τους όρους αποπληρωμής των δανείων τους.

Ο Διοικητής της ΤτΕ ζητά και από τους servicers να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις ρύθμισης του ιδιωτικού χρέους σε δανειολήπτες με χαρακτηριστικά βιωσιμότητας, ώστε να διευκολυνθούν προκειμένου να επανέλθουν στην παραγωγική διαδικασία.

Διότι τα «κόκκινα» δάνεια αν και έχουν υποχωρήσει σημαντικά στο 15% (τέλος Σεπτεμβρίου) ωστόσο παραμένουν υψηλά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 2,3% σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών.

Διαβάστε επίσης:

Πειραιώς και Εθνική καταθέτουν στις 24 Δεκεμβρίου προσφορές για την απόκτηση της HSBC Ελλάδος

Deutsche Bank: Δύσκολη αλλά εφικτή η συνέχιση της ανάκαμψης των τραπεζών το 2022