ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Σειρά σκανδάλων, απώλειες δισεκατομμυρίων από ταμεία που κατέρρευσαν και καταδικαστικές αποφάσεις που επέφεραν πρόστιμα εκατομμυρίων έχουν αμαυρώσει το προφίλ της δεύτερης μεγαλύτερης ελβετικής τράπεζας, της Credit Suisse.
Στην προσπάθειά της να ανακάμψει, η Credit Suisse βρέθηκε γι’ ακόμη μία φορά στο μάτι του κυκλώνα καθώς οι ανησυχίες των επενδυτών για την ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, στη σκιά της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank και η δήλωση του Σαουδάραβα μεγαλομετόχου της ότι δεν θα παράσχει επιπλέον κεφαλαιακή ενίσχυση στην ελβετική τράπεζα. βύθισαν τη μετοχή της σε νέα ιστορικά χαμηλά και την ίδια την τράπεζα να αιτείται από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας δημόσια στήριξη, την οποία έλαβε αργά το βράδυ της Τετάρτης.
Ενδεικτικό της σταδιακής κατάπτωσης της είναι ότι η Credit Suisse έχει χάσει τα τελευταία 15 χρόνια 100 δις ελβετικά φράγκα από την χρηματιστηριακή της αξίας , σύμφωνα με τους FT. Όσο είναι η χρηματιστηριακή αξία της Goldman Sachs.
To 2007, η Credit Suisse βρισκόταν στην 8η θέση μεταξύ των τραπεζών με την μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση στην αγορά.
Τα σκάνδαλα που την διέσυραν
Κατηγορίες για ξέπλυμα χρήματος, εταιρική κατασκοπεία, διαφθορά και υπόθαλψη εγκληματικών οργανώσεων ήταν μερικά από τα σκάνδαλα που αντιμετώπισε την προηγούμενη δεκαετία η ελβετική τράπεζα.
Στον απόηχο δικαστικών υποθέσεων που εκκρεμούσαν για τις παραπάνω κατηγορίες, το 2021 η κατάρρευση του επενδυτικού ταμείου Archegos Capital Management προκάλεσε την οργή των μετόχων, με την ελβετική τράπεζα να χάνει 5,5 δις δολάρια και να κατηγορείται για αργή αντίδραση σε σχέση με άλλες τράπεζες, οι οποίες ήταν εξίσου εκτεθειμένες στο ταμείο.
Από τα τέλη του 2021, η Credit Suisse ξεκίνησε να καταγράφει ζημιές δισεκατομμυρίων, οι οποίες ενισχύθηκαν από τις νομικές δαπάνες και τα πρόστιμα που κλήθηκε να πληρώσει για καταδίκες της από αμερικάνικα και ευρωπαϊκά δικαστήρια.
Η αποκάλυψη των σκανδάλων οδήγησε σε μία τεράστια εκκαθάριση των ανώτατων διοικητικών στελεχών, τα οποία πηγαινοέρχονταν υπό τη σκιά νέων σκανδάλων όσο η τράπεζα συνέχιζε να καταγράφει χαμηλά έσοδα, ζημίες και αδυναμία να ανταπεξέλθει στην αστάθεια των αγορών.
Ο Ulrich Koerner βρέθηκε επικεφαλής στο τμήμα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων το 2021, όμως μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο αναρριχήθηκε στη θέση του CEO, αντικαθιστώντας τον Thomas Gottstein.
Δύο μήνες μετά την ανάληψη της θέσης τον Ιούλιο του 2022, η τράπεζα ανακοίνωσε τις πρώτες απολύσεις και την προετοιμασία ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης. Ένα εσωτερικό μήνυμα που έστειλε ο Koerner στους υπαλλήλους της τράπεζας διαβεβαιώνοντας για την ομαλή λειτουργία της στις αρχές Οκτωβρίου, προκάλεσε πανικό στους επενδυτές, οδηγώντας την μετοχή της τράπεζας στο χαμηλότερο επίπεδο της τότε ιστορίας της. Παράλληλα, εκροές δισεκατομμυρίων κατεγράφησαν από τις καταθέσεις της τράπεζας, τις απώλειες των οποίων δεν έχει καταφέρει να αποκαταστήσει ακόμα.
Τα ετήσια αποτελέσματα για το 2022 κατέγραψαν ζημιές σχεδόν 8 δις δολαρίων, με την τράπεζα να σχεδιάζει περικοπές ύψους 1,3 δις δολαρίων για το 2023, περίπου το 50% της συνολικής μείωσης που προβλέπεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης μέχρι το 2025. Οι εκροές μόνο για το τέταρτο τρίμηνο του έτους άγγιξαν τα 120 δις δολάρια.
Την περασμένη Τετάρτη η μετοχή της ελβετικής τράπεζας κατέρρευσε βρίσκοντας νέα ιστορικά χαμηλά με αποτέλεσμα να ανασταλεί η διαπραγμάτευσή της, ύστερα από τις δηλώσεις του Σαουδάραβα μεγαλομετόχου της, Saudi National Bank, που κατέχει το 9,9% των μετοχών της, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι δεν θα παράσχει επιπλέον κεφαλαιακή ενίσχυση στην ελβετική τράπεζα.
Η Credit Suisse συμπαρέσυρε σε sell off τις μετοχές κι άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών, με κάποιες να προχωρούν κι αυτές με τη σειρά τους σε αναστολή της διαπραγμάτευσης της μετοχής.
Ανησυχία για τη ρευστότητα
Με τις ανησυχίες για τις τράπεζες να κυριαρχούν, ο πρόεδρος της Credit Suisse Axel Lehmann δήλωσε κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου την Τετάρτη ότι «δεν τίθεται ζήτημα κρατικής βοήθειας» και ότι οι προσπάθειες της επιχείρησης να επιστρέψει σε κερδοφορία δεν μπορούν να συγκριθούν με τα ζητήματα ρευστότητας που πλήττουν τις μικρές τράπεζες των ΗΠΑ.
Στο ίδιο συνέδριο τοποθετήθηκε και ο πρόεδρος της Saudi National Bank, ο μεγαλύτερος μέτοχος της Credit Suisse από τα τέλη του 2022, ο οποίος απέκλεισε οποιοδήποτε σενάριο αύξησης του μεριδίου του, το οποίο είναι τώρα στο 9,9%.
«Η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι, για πολλούς λόγους εκτός του απλούστερου λόγου, ο οποίος είναι ρυθμιστικός και καταστατικός», δήλωσε ο Ammar Al Khudairy σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν η Εθνική Τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας είναι ανοιχτή σε περαιτέρω «ενέσεις ρευστότητας.
Η δήλωσή του οδήγησε στη κατάρρευση της μετοχής μέχρι την αναστολή της διαπραγμάτευσης όταν κατέγραψε απώλειες 29% στο χρηματιστήριο της Ζυρίχης.
Το κόστος ασφάλισης των ομολόγων έναντι χρεοκοπίας στο εγγύς μέλλον πλησίασε ένα επίπεδο που πυροδότησε σοβαρές ανησυχίες των επενδυτών. Τα ομόλογα της τράπεζας ηγήθηκαν των απωλειών στην ευρωπαϊκή αγορά εταιρικών ομολόγων υψηλής διαβάθμισης, σημειώνοντας πτώση μεταξύ 2,5 και 5 σεντς ανά ευρώ, με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.
Με τη χρηματιστηριακή αξία της τράπεζας να έχει πέσει κάτω από τα 7,6 δισ. δολάρια, στα ίδια επίπεδα που βρισκόταν πριν την αύξηση κεφαλαίου κατά 4 δις δολάρια, η τράπεζα απηύθυνε έκκληση στην Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας ζητώντας να αποσπάσει δήλωση δημόσιας στήριξης, και το ίδιο έκανε και με την Finma, την ελβετική ρυθμιστική αρχή.
Η επόμενη «Lehman Brothers»;
Οικονομολόγοι και αναλυτές έχουν ήδη κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την ελβετική τράπεζα.
Ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί, σε δηλώσεις του στο Bloomberg σχολίασε ότι η Credit Suisse είναι «πολύ μεγάλη για να αποτύχει» αλλά και πολύ μεγάλη για να σωθεί».
O γνωστός για τις δυσοίωνες προβλέψεις του οικονομολόγος ανέφερε ότι η κρίση στην Credit Suisse είναι μία περίπτωση Lehman Brothers για την Ευρώπη και της διεθνείς αγορές.
Και δεν είναι ο μόνος που αναφέρθηκε στην Credit Suisse. O επενδυτής της Wall Street Ρόμπερτ Κιγιοσάκι, σε δηλώσεις του την περασμένη Τρίτη εμφανίστηκε ανήσυχος για την ελβετική τράπεζα.
Ήταν ένας από αυτούς που είχαν προβλέψει την κατάρρευση της Lehman Brothers.
«Το πρόβλημα στην οικονομία είναι η αγορά ομολόγων που καταρρέει και η πρόβλεψή μου είναι ότι η επόμενη τράπεζα που θα καταρρεύσει είναι η Credit Suisse», δήλωσε ο επενδυτής.
Συνεχίζονται τα προβλήματα και οι «ουσιώδεις αδυναμίες»
Πριν λίγες ημέρες η Credit Suisse ανακοίνωσε ότι θα καθυστερήσει τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσης των οικονομικών στοιχείων για το 2022, ύστερα από ερωτήματα που έθεσαν οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ.
Η SEC έθεσε ερωτήσεις σχετικά με τις αναθεωρήσεις που έκανε η Credit Suisse στις καταστάσεις ταμειακών ροών για τα οικονομικά έτη 2019 και 2020. Η τράπεζα λίγο αργότερα παραδέχτηκε ότι εντόπισε «ουσιώδεις αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο των οικονομικών της στοιχείων, οι οποίες αφορούν τον σχεδιασμό και την διατήρηση αποτελεσματικών εκτιμήσεων του ρίσκου στα στοιχεία που ανακοίνωνε.
Η δημόσια παραδοχή έφερε την περασμένη Τρίτη μία νέα βουτιά για τη μετοχή της.
Νωρίτερα δέχθηκε ένα ακόμα ισχυρό πλήγμα με την αποχώρηση του επί μακρόν βασικού μετόχου της Harris Associates. ο αντιπρόεδρος της Harris Associates, David Herro είχε πρόσφατα χαρακτηρίζει «λάθος» το γεγονός ότι επένδυσαν στην τράπεζα μετά την οικονομική κρίση του 2008, αποδοκιμάζοντας την αποτυχημένη προσπάθεια των CEOs της δεύτερης μεγαλύτερης ελβετικής τράπεζας, να επιστρέψουν σε περίοδο κερδοφορίας.
Η Harris Associates ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος της Credit Suisse για πολλά χρόνια, με την ελβετική τράπεζα να βρίσκεται στην 11η θέση στο χαρτοφυλάκιό της, αλλά είχε μειώσει το ποσοστό 10% που κατείχε πέρυσι στο 2% προς το τέλος του έτους.
Η περίπλοκη αναδιάρθρωση
Σε ένα δύσκολο περιβάλλον, η ελβετική τράπεζα προσπαθεί να προχωρήσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε ανακοινώσει τον περασμένο Οκτώβριο.
Το σχέδιο αναδιάρθρωσης, που παρουσίασε λίγες ημέρες μετά το δραματικό sell off του Οκτωβρίου προβλέπει απόσχιση της επενδυτικής τραπεζικής και εστίαση της τράπεζας στη διαχείριση πλούτου, με τους επενδυτές να παραμένουν επιφυλακτικοί.
Παρά τις προσπάθειες της τράπεζας να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πελατών και των επενδυτών, η μετοχή της έχει χάσει το 75% της αξίας σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος Ulrich Koerner ζήτησε υπομονή για ένα χρονοδιάγραμμα το οποίο έχει ορίσει έως το 2025, όταν, όπως εκτιμάει, η τράπεζα θα είναι και πάλι κερδοφόρα.
Διαβάστε επίσης:
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Εθνική Τράπεζα: Αύξηση τζίρου 3% για τις ελληνικές επιχειρήσεις το 2025 – Ποιοι κλάδοι ξεχώρισαν
- Με τροφική δηλητηρίαση ο Νίκος Δένδιας – Αναβάλλεται η επίσκεψη στη Σερβία
- Κώστας Τσιάρας: Τα τρία βήματα για την εξυγίανση του ΟΠΕΚΕΠΕ
- Η ΔΕΗ και ο ρόλος της στον νέο εξηλεκτρισμό: Δίκτυα, Ηλεκτροκίνηση και Αντλίες Θερμότητας