«Οι συνέπειες της πανδημίας στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να ενταθούν το 2021» ανέφερε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στη γενική συνέλευση και επανέλαβε την εκτίμηση της ΤτΕ πως τα «κόκκινα» δάνεια της πανδημίας θα διαμορφωθούν στα 8-10 δισ. ευρώ.

Ο Διοικητής έκανε αναφορά στα «δίδυμα προβλήματα» των τραπεζών, δηλαδή τα «κόκκινα» δάνεια και τον αναβαλλόμενο φόρο, υπογραμμίζοντας πως από μόνο του το πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων «Ηρακλής» δεν αρκεί, αλλά χρειάζεται μία ολιστική αντιμετώπιση τόσο των προβληματικών δανείων, όσο και του αναβαλλόμενου φόρου.

Στο τέλος Δεκεμβρίου του 2020 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ήταν ύψους 47,4 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 21 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2019. Μείωση που προήλθε από τις τιτλοποιήσεις (τα 19,3 δισ. ευρώ) μέσω του «Ηρακλή» και από διαγραφές ύψους 2,6 δισ. ευρώ, λιγότερο από ρυθμίσεις, ενώ βοήθησαν και τα μέτρα ένταξης πελατών σε καθεστώς αναστολής πληρωμής δόσεων. Ωστόσο το ποσοστό των προβληματικών δανείων στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 30,2% σχεδόν δεκαπλάσιος σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Πάνω από το 50% των «κόκκινων» είναι επιχειρηματικά δάνεια, το 1/3 περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά δάνεια. Επίσης, από τα 47,4 δισ. ευρώ σχεδόν τα μισά δάνεια έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες και ακολουθούν τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης (“unlikely to pay”) και τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί.

Σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή περίπου το 64% των ΜΕΔ που δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί, έχει καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αντιστοιχεί σε στεγαστικά δάνεια. Σημαντική μείωση παρατηρείται στο ποσοστό των δανειοληπτών που έχουν αιτηθεί νομική προστασία, το οποίο αφορά κυρίως στεγαστικά δάνεια.

Ακόμα επισημαίνεται πως «υψηλό ποσοστό δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε και πάλι καθυστέρηση και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις η εξέλιξη αυτή παρατηρείται μόλις ένα τρίμηνο μετά την εφαρμογή της ρύθμισης. Δεδομένης της επίδρασης της πανδημίας, εκτιμάται ότι σημαντικό ποσοστό από τα δάνεια αυτά θα καταγραφεί ως μη εξυπηρετούμενο κατά τη διάρκεια του 2021».

Στους τρεις κλάδους με το υψηλότερο υπόλοιπο δανείων, δηλαδή εκείνους του εμπορίου, της μεταποίησης και των κατασκευών, ο δείκτης ΜΕΔ ανήλθε σε περίπου 33%, 26% και 36% αντίστοιχα, ενώ σε κλάδους συναφείς με τον τουρισμό, όπως των καταλυμάτων και της εστίασης, ο αντίστοιχος λόγος ΜΕΔ ανήλθε σε περίπου 20% και 51% αντίστοιχα.

Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας εκτιμά ότι ακόμα και μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος «Ηρακλής», φέτος το ποσοστό των προβληματικών δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 25% και ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας σε χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα με ταυτόχρονη επιδείνωση του ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα κεφάλαια των τραπεζών.

Και προβλέπει ότι τα νέα κορονοδάνεια που θα προστεθούν στα ήδη υπάρχοντα «κόκκινα» θα κυμανθούν σε περίπου 8-10 δισ. ευρώ, ενώ περίπου το 1/3 των δανείων που τελούν σε αναστολή πληρωμών κατατάσσεται στην κατηγορία δανείων που εμφανίζουν σημαντική αύξηση κινδύνου.

Ο κ. Στουρνάρας επαναλαμβάνει πως «δεδομένης της αβεβαιότητας, είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρόσθετες ενέργειες οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας, καθώς και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων μέσω συστημικών λύσεων όπως αυτές που περιλαμβάνονται στη σχετική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 16ης Δεκεμβρίου 2020».

Και αναφέρθηκε στην πρόταση της κεντρικής τράπεζας προς την κυβέρνηση για τη σύσταση εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company – AMC), που θα λειτουργεί συμπληρωματικά με το υπό εξέλιξη πρόγραμμα «Ηρακλής», στην οποία θα μεταβιβαστούν τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια στην καθαρή λογιστική τους αξία και στη συνέχεια θα τιτλοποιηθούν σε πραγματικούς όρους αγοράς.

Υπογράμμισε πως ορθώς έχει αποφασιστεί η επέκταση του προγράμματος «Ηρακλής», όμως η δέσμευση σημαντικών δημόσιων πόρων για τις τιτλοποιήσεις που εντάσσονται στο πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων, «θα πρέπει να εξασφαλίζει την οριστική και ολιστική αντιμετώπιση τόσο του προβλήματος των ΜΕΔ όσο και του προβλήματος του πολύ υψηλού ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών».

Η κυβέρνηση, συμπλήρωσε, εξετάζει τη σκοπιμότητα εφαρμογής της εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού που έχει προτείνει η ΤτΕ και παράλληλα έχει αιτηθεί στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την επέκταση του προγράμματος «Ηρακλής». Στην περίπτωση που δεν επιλεγεί τελικά η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, συνεπής με την κείμενη νομοθεσία περί κεφαλαιακών απαιτήσεων.

Διαβάστε επίσης

Στουρνάρας: Ολιστική αντιμετώπιση κόκκινων και αναβαλλόμενου φόρου