Η Optima Bank εξηγεί ότι το β’ φετινό τρίμηνο ήταν ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο για τις ελληνικές τράπεζες, το οποίο ξεπέρασε τις εκτιμήσεις της τράπεζας, αλλά και του consensus των αναλυτών, χάρη στα υψηλότερα του αναμενόμενου βασικά έσοδα και τις χαμηλότερες του αναμενόμενου προβλέψεις για επισφάλειες.

Επιπλέον, οι κεφαλαιακές θέσεις ενισχύθηκαν περαιτέρω, η ρευστότητα παρέμεινε ισχυρή, ενώ ο οργανικός σχηματισμός μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων έγινε θετικός λόγω μιας μεμονωμένης εταιρικής υπόθεσης.

1

«Μετά τα καλύτερα του αναμενόμενου αποτελέσματα και τις αναβαθμίσεις των προβλέψεων για το οικονομικό έτος, επαναλαμβάνουμε τη θετική μας στάση για τον κλάδο.

Oι συστάσεις για την Alpha Βank είναι αγορά με τιμή στόχο τα €1,83, για την Eurobank υπό αναθεώρηση, για την Εθνική Τράπεζα €8,00 και σύσταση αγοράς και τέλος, για την Τράπεζα Πειραιώς σύσταση αγοράς και τιμή στόχος τα €4,00», επισημαίνει η Optima Bank.

Νέες κατευθυντήριες γραμμές για το 2023

Όλες οι τράπεζες αναβάθμισαν τις κατευθυντήριες γραμμές για το οικονομικό έτος και τώρα αναμένουν να δημιουργήσουν μέσο κανονικοποιημένο δείκτη απόδοσης επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTBV) άνω του 14% το 2023.

Τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν κατά 31% τριμηνιαίως (q-o-q) σε περίπου 1,03 δισ. ευρώ το β’ τρίμηνο και έφθασαν επίσης σε περίπου 1,82 δισ. ευρώ το α’ εξάμηνο (-22% σε ετήσια βάση y-o-y). Η Eurobank παρουσίασε τα υψηλότερα καθαρά κέρδη (448 εκατ. ευρώ) στο β’ τρίμηνο και η Πειραιώς τα χαμηλότερα (120 εκατ. ευρώ).

Τα καθαρά έσοδα από τόκους αποτέλεσαν τον κύριο παράγοντα των κερδών και αυξήθηκαν κατά 8% q-o-q σε 2,02 δισ. ευρώ. Η ΕΤΕ τύπωσε τα υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ στα 554 εκατ. ευρώ) και η Alpha Βank τα χαμηλότερα (440 εκατ. ευρώ).

Τα έσοδα από αμοιβές προχώρησαν κατά 11% q-o-q σε 471 εκατ. ευρώ. Η Eurobank και η Πειραιώς τύπωσαν τα υψηλότερα έσοδα από αμοιβές (141 εκατ. ευρώ) και η Εθνική Τράπεζα τα χαμηλότερα (92 εκατ. ευρώ).

Τα μη βασικά έσοδα ανήλθαν σε 112 εκατ. ευρώ ή μόλις στο 4% των εσόδων. Τα συνολικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 10% q-o-q σε 2,37 δισ. ευρώ.

Από την πλευρά του κόστους, τα λειτουργικά έξοδα (OpEx) μειώθηκαν κατά 3% q-o-q σε 873 εκατ. ευρώ παρά τις πληθωριστικές πιέσεις.

Τα έσοδα προ προβλέψεων επιταχύνθηκαν κατά 18% q-o-q σε 1,73 δισ. ευρώ. Η Eurobank σημείωσε τα υψηλότερα κέρδη προ προβλέψεων (PPI στα 490 εκατ. ευρώ) και η Alpha Bank το χαμηλότερο (327 εκατ. ευρώ).

Ποιότητα ενεργητικού

Οι προβλέψεις για απώλειες στα δάνεια (Loan Loss Provisions – LLPs) αυξήθηκαν κατά 67% q-o-q κυρίως λόγω του κόστους εξυγίανσης των NPEs της Πειραιώς στα 498 εκατ. ευρώ, με το μέσο κόστος επισφαλειών (CoR) να διαμορφώνεται στις 84 μ.β. έναντι 76 μ.β. το α’ τρίμηνο.

Ο οργανικός σχηματισμός NPE στην Ελλάδα έγινε θετικός (350 εκατ. ευρώ) λόγω μίας μόνο εταιρικής υπόθεσης.

Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα του ομίλου υποχώρησαν κατά 256 εκατ. ευρώ σε 9,06 δισ. ευρώ και τα καθαρά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα διαμορφώθηκαν σε 3,68 δισ. ευρώ (-115 εκατ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο).

Η Alpha έχει τα υψηλότερα NPEs στον κλάδο (3,0 δισ. ευρώ) και η Εθνική Τράπεζα τα χαμηλότερα (1,8 δισ. ευρώ).

Έτσι, ο διάμεσος δείκτης NPEs βελτιώθηκε κατά 40 μ.β. q-o-q στο 5,5%, ενώ ο διάμεσος δείκτης κάλυψης ταμειακών διαθεσίμων περιορίστηκε ελαφρά στο 65,0% από 65,6% το α’ τρίμηνο του 2023.

Ρευστότητα και κεφάλαια

Οι καταθέσεις επιταχύνθηκαν κατά 4,47 δισ. ευρώ q-o-q σε 221,7 δισ. ευρώ και ως αποτέλεσμα ο διάμεσος δείκτης δανείων προς καταθέσεις (LDR) βελτιώθηκε σε 67,6% έναντι 68,6% το α’ τρίμηνο.

Η Πειραιώς έχει την υψηλότερη καταθετική βάση (58,4 δισ. ευρώ) και η Alpha τη χαμηλότερη (51,8 δισ. ευρώ).

Οι προθεσμιακές καταθέσεις αύξησαν τη συμβολή τους και αντιστοιχούσαν στο 25% της καταθετικής βάσης έναντι 23% το α’ τρίμηνο.

Οι καταθέσεις προθεσμίας αντιστοιχούσαν στο 32% της καταθετικής βάσης της Eurobank, στο 29% της Alpha, στο 23% της Πειραιώς και στο 17% της ΕΤΕ.

Τα ενσώματα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 993 εκατ. ευρώ q-o-q σε 25,6 δισ. ευρώ περίπου. Η Eurobank έχει τα υψηλότερα ενσώματα ίδια κεφάλαια (7,04 δισ. ευρώ) και η Πειραιώς τα χαμηλότερα (5,92 δισ. ευρώ).

Ο διάμεσος FL CET1 ενισχύθηκε περαιτέρω κατά 70 μ.β. q-o-q σε 14,7%. Η ΕΤΕ έχει τον υψηλότερο δείκτη FL CET1 (17,3%) και η Πειραιώς τον χαμηλότερο (12,2%).

Διαβάστε επίσης:

Barclays: Κοντά, αλλά όχι δεδομένη η επενδυτική βαθμίδα

Morgan Stanley: Φρέσκα κεφάλαια 168 εκατ. δολάρια στην Τράπεζα Πειραιώς

UBS: Τέρμα η κρατική «ασφάλεια» των 100 δισ. φράγκων για την Credit Suisse