Σε tailor made ρυθμίσεις στεγαστικών δανείων προχωρούν οι ελληνικές τράπεζες, στο πλαίσιο των προσπαθειών τους να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και να… πρασινίσουν ένα μέρος αυτών που παραμένουν για πολλά χρόνια “κόκκινα”, με προβλέψεις που αφενός είναι ελκυστικές για τον οφειλέτη και του δίνουν τη δυνατότητα να ρυθμίσει την οφειλή του γλιτώνοντας ένα μέρος αυτής, αφετέρου εξασφαλίζουν στις τράπεζες την αποπληρωμή της οφειλής για δάνεια τα οποία μέχρι πρότινος δεν εξυπηρετούνταν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα που έχει ήδη λανσάρει η Εθνική Τράπεζα, και σύντομα θα ακολουθήσει και η Τράπεζα Πειραιώς, με βασικό στοιχείο το “σπάσιμο” της οφειλής σε δύο κομμάτια: το ένα είναι αυτό που κρίνεται ότι μπορεί να εξυπηρετηθεί μέσα στα επόμενα χρόνια, και επ’αυτού προσδιορίζεται χρόνος αποπληρωμής διάρκειας 15 ή περισσότερων ετών, με τη μηνιαία δόση να καθορίζεται με βάση το εισόδημα του δανειολήπτη, την ηλικία του και την εμπορική αξία του ακινήτου του. Το άλλο κομμάτι, που κρίνεται ότι δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί, “παγώνει” για 15 χρόνια, και για κάθε χρόνο που το πρώτο κομμάτι του δανείου εξυπηρετείται κανονικά, η τράπεζα επιβραβεύει τον δανειολήπτη με “κούρεμα” του “παγωμένου” κομματιού της τάξεως του 4%. Έτσι, αν ο δανειολήπτης μετά το πέρας της 15ετίας καταφέρει να αποπληρώσει το πρώτο κομμάτι, θα του έχει μείνει μόνο το “παγωμένο” κομμάτι, ελεύθερο από τόκους και “κουρεμένο” σε σημαντικό ποσοστό, ενώ επιπλέον, αν στο μεταξύ η εμπορική αξία του ακινήτου είναι χαμηλότερη από την εκτίμησή της κατά την έναρξη του προγράμματος (ένα μάλλον ακραίο σενάριο), τότε υπάρχει η προοπτική για περαιτέρω “κούρεμα” της οφειλής αυτής.
Το πρόγραμμα αυτό, που αντίστοιχό του θα υλοποιήσει πιθανότατα από τον επόμενο μήνα και η Πειραιώς, απευθύνεται κυρίως σε δανειολήπτες που είδαν τα ακίνητα που απέκτησαν με στεγαστικό δάνειο να χάνουν την αξία τους και να στοιχίζουν σήμερα λιγότερο από το ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου τους, γεγονός που λειτουργεί αποτρεπτικά για να το αποπληρώσουν. Όμως με τη ρύθμιση αυτή μπορούν να αποπληρώσουν την οφειλή τους που μπορεί να εξυπηρετηθεί, και μετά από 15 χρόνια, όταν το ακίνητό τους λογικά θα έχει ανακτήσει την αξία του, με το “κούρεμα” του “παγωμένου” κομματιού της οφειλής, θα έχουν βγει εν τέλει κερδισμένοι.
Από εκεί και πέρα, για τους δανειολήπτες που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη οι τράπεζες εφαρμόζουν πιο “επιθετικές” τακτικές, με την Eurobank και την Τράπεζα Πειραιώς να προσφέρουν μερική διαγραφή χρέους που μπορεί να φτάσει ως και το 60% του ανεξόφλητου υπολοίπου, αντίστοιχη δηλαδή με αυτήν που επιδικάζουν τα δικαστήρια.
Επίσης, για όσους δανειολήπτες βρίσκονται στον προθάλαμο της κατάσχεσης του ακινήτου τους, οι τράπεζες συνήθως προτείνουν τη διαδικασία της οικειοθελούς παράδοσης του ακινήτου: δίνουν στον δανειολήπτη μία τιμή στην οποία το αποτιμούν, και αν αυτός την αποδεχθεί, τότε το ακίνητο παραδίδεται στην τράπεζα και η οφειλή του καλύπτεται ισόποσα, ενώ αν υπάρξει υπόλοιπό και από τα εισοδήματά του κριθεί ότι δεν μπορεί αυτό να αποπληρωθεί, τότε διαγράφεται, ειδάλλως ρυθμίζεται.