Η κόντρα που υπάρχει ανάμεσα στον Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος  υπερασπίζεται τη δημιουργία  της bad bank που αντιμετωπίζει το ζήτημα της αναβαλλόμενης φορολογίας και στον υφυπουργό Οικονομικών αρμόδιο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα κ. Γιώργο Ζαββό που υλοποίησε το σχέδιο «Ηρακλής», που «καθάρισε» 31 δισ. ευρώ «κόκκινα» δάνεια, ήταν εμφανής χθες στη συζήτηση στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής.

Ο κεντρικός τραπεζίτης αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα της επέκτασης του σχεδίου «Ηρακλής», σημειώνοντας πως: μία ενδεχόμενη παράταση του προγράμματος Ηρακλής πέραν του πρώτου σταδίου, είναι κατά την άποψή μου, σκόπιμο να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των εκτιμώμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων (λόγω της πρόσθετης παροχής κρατικών εγγυήσεων και της ενδεχόμενης ενεργοποίησης της νομοθεσίας για την αναβαλλόμενη φορολογία).

Ο υφυπουργός αμφισβήτησε την αποδοτικότητα που θα είχε η δημιουργία μιας εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού. Και επικαλέστηκε απόφαση της Κομισιόν σύμφωνα με την οποία «επαρκή χρηματοδοτική ισχύ, όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών, το μετοχικό κεφάλαιο, προκειμένου να συμβάλλουν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση του ζητήματος»

Ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών –και της Τράπεζας Πειραιώς – κ. Γιώργος Χαντζηνικολάου, μιλώντας στην Επιτροπή κράτησε ισορροπίες ανάμεσα σε «Ηρακλή» και bad bank, λέγοντας πως: μέσα από τον «Ηρακλή» Ι και ΙΙ οι τράπεζες θα μειώσουν συνολικά τα προβληματικά δάνεια κατά 61 δις ευρώ. Και ότι η bad bank είναι ευπρόσδεκτη καθώς επιτρέπει  την καλύτερη διαχείριση και της αναβαλλόμενης φορολογίας,  «ωστόσο, υπάρχουν διαστάσεις της πρότασης αυτής που χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση και πιθανές εγκρίσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μιας και δεν υπάρχει προηγούμενο,  όπως με τον Ηρακλή».

Ενώ ο πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης από Δάνεια και Πιστώσεις κ. Τάσος Πανούσης, σημείωσε πως πολιτική των  servicers είναι οι ρυθμίσεις και όχι οι πλειστηριασμοί.

Ειδικότερα:

Γ. Ζαββός ο «Ηρακλής» απέδειξε την αποτελεσματικότητα του

Ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Γιώργος Ζαββός υπερασπίστηκε την αποτελεσματικότητα του σχεδίου «Ηρακλής» καθώς ενισχύει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, «θωρακίζει» τις τράπεζες, «καθαρίζει» τους ισολογισμούς από τα κόκκινα δάνεια, οι τράπεζες ανακτούν και πάλι τη δυνατότητα να διοχετεύουν κεφάλαια σε νέες υγιείς επιχειρήσεις συμβάλλοντας έτσι  στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Και ακόμα εξαναγκάζει τις τράπεζες να «κυνηγήσουν τους μπαταχτσήδες».

 Ο «Ηρακλής» είναι  ελκυστικός για τους επενδυτές, συνέχισε ο κ Ζαββός, γιατί η τιτλοποίηση των κόκκινων δανείων προσφέρει ένα ελκυστικό ομόλογο, ιδιαίτερα σε αυτή τη συγκυρία, σε αυτή την περίοδο των πολύ χαμηλών επιτοκίων.

«Έχοντας μειώσει κατά 32 δισεκατομμύρια ευρώ, αυτή τη στιγμή, τα κόκκινα δάνεια και με 32 δισεκατομμύρια ευρώ στη δεύτερη φάση, κατεβάζουμε το επίπεδο των κόκκινων δανείων σε μονοψήφια νούμερα και προσεγγίζουμε σημαντικά το επίπεδο του μέσου ευρωπαϊκού όρου».

Ο κ. Ζαββός χαρακτήρισε τον «Ηρακλή» ως γερό σκαρί που αντέχει και άντεξε μέσα στη χειρότερη κρίση που είδε η χώρα και η Ευρώπη.

Σημείωσε πως διευρύνει τη δευτερογενή αγορά, δηλαδή, ένα μηχανισμό σημαντικό που συμμετέχουν σήμερα οι servicers με κεφάλαια σχεδόν  90 δισεκατομμυρίων ευρώ, μηχανισμό, ο οποίος βοηθάει στη μείωση των κόκκινων δανείων και κυρίως δημιουργεί νέες επενδυτικές ευκαιρίες σε μία διεθνή αγορά που αναζητεί αποδόσεις.

Και σε αντιδιαστολή με την bad bank, και απαντώντας στον κ. Στουρνάρα,  ανέφερε επικαλούμενος απόφαση της Κομισιόν της 16ης Δεκεμβρίου 2020, ότι:  αν θέλουν τα κράτη μέλη, προφανώς μπορούν να κάνουν, αυτές που λέμε εταιρίες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, αλλά λέει εκεί, στη ίδια σελίδα 14, ότι θα πρέπει να διαθέτουν «επαρκή χρηματοδοτική ισχύ, όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών, το μετοχικό κεφάλαιο, προκειμένου να συμβάλουν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση του ζητήματος». Και πάλι, εκεί λέει ότι «ακόμα και αν μπορούσαν να αντληθούν ιδιωτικά κεφάλαια και χρηματοδότηση, πιθανότατα θα χρειαζόταν σημαντική δημόσια χρηματοδότηση στις περισσότερες περιπτώσεις, πράγμα που θα απαιτούσε αξιολόγηση ως προς την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων».

Παράλληλα, αναφέρεται – είναι ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο – και σε ένα άλλο σημείο, ότι θα πρέπει να υπάρχει για όποιον θέλει να κάνει ένα τέτοιο σχήμα, μεγάλος βαθμός ομοιογένειας των δανείων που θα μεταφερθούν. Είδατε, ότι στον Ηρακλή μπαίνουν όλες οι μορφές δανείων, στεγαστικά, retail, εταιρικά και τα λοιπά. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό σημείο, ο βαθμός ομοιογένειας, για να δουλέψει οποιαδήποτε άλλη μορφή.

Η τρίτη εναλλακτική λύση που δίνει η Κομισιόν  για πρώτη φορά, είναι  ότι αν ένα κράτος μέλος θέλει και μπορεί να δικαιολογήσει, ότι υπάρχει απώλεια, μείωση τραπεζικών κεφαλαίων, η οποία μπορεί να αποδοθεί στον κορονοϊό, τότε το κράτος μέλος μπορεί άμεσα να χρηματοδοτήσει, να ενισχύσει την τράπεζα αυτή, παίρνοντας συμμετοχές και στην περίπτωση αυτή, αίρονται εξαιρετικά οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

Γιάννης Στουρνάρας – Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η μείωση των «κόκκινων» δανείων, αλλά και η εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους συνολικά

Τα σημάδια από την κρίση της covid-19  θα είναι πολύ πιο ορατά μετά την άρση των μέτρων στήριξης. Η επίπτωση αφορά κυρίως σε νέα «κόκκινα» δάνεια καθώς και στην αναμενόμενη επιδείνωση του λόγου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC) προς το σύνολο των εποπτικών κεφαλαίων.

Ο κ. Στουρνάρας παραδέχθηκε ότι το  σχέδιο «Ηρακλής», εκτιμάται ότι θα βοηθήσει στη μείωση των ΜΕΔ κατά περίπου 30 δις ευρώ.

Ωστόσο συμπλήρωσε «μία ενδεχόμενη παράταση του προγράμματος Ηρακλής πέραν του πρώτου σταδίου, είναι κατά την άποψή μου, σκόπιμο να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των εκτιμώμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων (λόγω της πρόσθετης παροχής κρατικών εγγυήσεων και της ενδεχόμενης ενεργοποίησης της νομοθεσίας για την αναβαλλόμενη φορολογία) καθώς και από τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να εγγράψουν εμπροσθοβαρώς ζημίες που θα περιορίσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.

Και αναφερόμενος   στα πλεονεκτήματα της πρότασης της ΤτΕ για τη δημιουργία  bad bank σημείωσε πως:  Το σχέδιο για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων που προτείνει  η ΤτΕ επιτυγχάνει συντονισμό και διαφάνεια στο συνολικό πλαίσιο αξιοποίησης σημαντικού παραγωγικού δυναμικού. Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η μείωση των δεικτών ΜΕΔ των τραπεζών, αλλά και η εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους συνολικά.

Τόνισε πως η πρόταση της ΤτΕ έχει παρουσιαστεί στους θεσμούς αλλά και σε σημαντικό αριθμό παραγόντων της αγοράς με ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση και ότι η Τράπεζα της Ελλάδος  έχει διασφαλίσει ότι η πρόταση της είναι άρτια σε σχέση με ζητήματα λογιστικής και εποπτικής από-αναγνώρισης αλλά και θεμάτων κρατικής βοήθειας (State Aid).

Ο κ, Στουρνάρας αναφέρθηκε στους τέσσερις λόγους που πρέπει να υιοθετηθεί το σχέδιο για bad bank:

-Πρώτον, επειδή το πρόβλημα των ΜΕΔ πρέπει να λυθεί αμέσως.

-Δεύτερον, επειδή είναι απαραίτητη μια συστημική λύση η οποία θα λειτουργήσει συμπληρωματικά της υφιστάμενης, με δεδομένο ότι μετά την ολοκλήρωση των συναλλαγών που είναι προγραμματισμένες με τον Ηρακλή, το πρώτο ήμισυ του 2021, θα συνεχίσουν να υφίστανται ΜΕΔ ύψους περίπου 40 με 45 δισ.  αναλόγως των εκτιμήσεων για τα νέα ΜΕΔ λόγω της πανδημίας.

-Τρίτον, στην πρόταση της ΤτΕ, το κόστος εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών επωμίζονται σε βάθος χρόνου οι ίδιες οι τράπεζες και όχι ο φορολογούμενος. Οι τράπεζες θα επωμιστούν τελικά το κόστος της εφαρμογής μιας λύσης που βασίζεται στην αγορά. Ωστόσο, οι τράπεζες μπορούν να επωφεληθούν από την εισαγωγή ενός μηχανισμού σταδιακής αναγνώρισης των ζημιών που καθιστά δυνατή την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας σε βάθος χρόνου. Αποφεύγεται η απίσχναση των υφιστάμενων μετόχων λόγω της μετατροπής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) για την απορρόφηση ζημιών. Ενισχύεται η ρευστότητα και κυρίως η αποδοτικότητα των τραπεζών σε διατηρήσιμη βάση.

-Τέταρτον και σημαντικότερο, η πρόταση της ΤτΕ επιλύει πέραν των ΜΕΔ και το πρόβλημα του υψηλού ποσοστού της Αναβαλλόμενης Φορολογικής Απαίτησης στα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Διότι η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC) αποτελεί βάσει νόμου αμετάκλητη απαίτηση των τραπεζών έναντι του ελληνικού δημοσίου η οποία συμψηφίζεται είτε με κέρδη είτε με ζημίες. Όταν οι τράπεζες εμφανίσουν κέρδη συμψηφίζουν DTC με φορολογία εισοδήματος. Όταν εμφανίζουν ζημίες, συμψηφίζουν DTC με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού δημοσίου.

Η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση αναγνωρίζεται στα εποπτικά ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων εφόσον ο συμψηφισμός είναι αυτόματος και υποχρεωτικός βάσει νόμου. Εάν αυτό δεν συμβαίνει τότε τα εν λόγω ποσά πρέπει να αφαιρεθούν από τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών με ιδιαίτερα αρνητικές και οδυνηρές συνέπειες.

Η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση θα καταβληθεί από τον  Έλληνα φορολογούμενο είτε  μέσω της ενεργοποίησης του νόμου και καταβολής μετρητών σε περίπτωση ζημιών είτε μέσω της απώλειας φορολογικών εσόδων  σε βάθος χρόνου.

Εδώ και έξι χρόνια οι τράπεζες έχουν άνω του 50% των εποπτικών τους κεφαλαίων σε αποθεματικά που ΔΕΝ έχουν καταβληθεί. Αυτός είναι επί της ουσίας και ο λόγος για τον οποίο η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών θεωρείται από τις αγορές κεφαλαίου ως χαμηλότερης ποιότητας σε σχέση με το κανονικό.

Παράλληλα, το ενδεχόμενο συμψηφισμού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης μέσω ζημιών (δηλαδή αύξησης μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού δημοσίου και συνεπακόλουθης δραστικής μείωσης- απίσχνασης- dilution- του ποσοστού υφισταμένων μετόχων) αποτελεί αντικίνητρο για πολλούς επενδυτές προκειμένου να αξιολογήσουν θετικά τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών.

Αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα του προβλήματος των ΜΕΔ αλλά και της υφιστάμενης διάρθρωσης των ιδίων κεφαλαίων λόγω της παρουσίας υψηλού ποσοστού αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, η ΤτΕ είχε καθήκον ως ανεξάρτητος θεσμός να φέρει στο τραπέζι μία πρόταση η οποία θα είναι βέλτιστη για τον Έλληνα φορολογούμενο και την εθνική οικονομία.

Γιώργος Χαντζηνικολάου- Όχι δάνεια σε προβληματικές επιχειρήσεις. Δεν θα επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος

«Δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό οι επιχειρήσεις και ιδιώτες που δεν ικανοποιούν τα βασικά τραπεζικά κριτήρια» υπογράμμισε ο κ. Γιώργος Χαντζηνικολάου, τονίζοντας πως:   Οι τράπεζες πρέπει να δίνουν δάνεια που θα είναι εισπράξιμα, διαφορετικά  υπονομεύεται η ικανότητα των τραπεζών να ανταποκριθούν στην υποχρέωση επιστροφής των καταθέσεων στους καταθέτες. Εποπτικά, οι κανόνες δεν μας επιτρέπουν να δανείζουμε προβληματικές επιχειρήσεις.

Όπως είπε:

Το τραπεζικό σύστημα καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες για να στηρίξει και να βοηθήσει όσους δανειολήπτες αντιμετωπίζουν προβλήματα  να επανακτήσουν την ικανότητά τους να αποπληρώσουν τα δάνεια τους, και να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να έχουν ξανά πρόσβαση σε νέο δανεισμό.

Τόνισε πως το  τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος. «Οι τράπεζες δεν μπορούν να δώσουν δάνεια σε οικονομικές μονάδες όταν η ικανότητα εξυπηρέτησης και η δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων ή δεν υπάρχει ή δεν μπορεί να τεκμηριωθεί».

Η συγκεκριμένη πρόκληση της χρηματοδότησης αυτών των δανειοληπτών, που δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες, μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο από το κράτος που μπορεί να μεταφέρει πόρους, αν το κρίνει εφικτό, προς αυτό τον σκοπό, μέσω επιδοτήσεων. Το πρόγραμμα της επιστρεπτέας προκαταβολής και η επιδότηση των θέσεων εργασίας είναι τέτοια παραδείγματα.

Υπογράμμισε ακόμα πως  το πρόγραμμα «Ηρακλής» οδήγησε σε μείωση των μη εξυπηρετούμενων κατά 31 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πως τώρα η κυβέρνηση προχωρά, με την πλήρη συναίνεση του τραπεζικού συστήματος, στην επέκταση και παράταση του με τον «Ηρακλή ΙΙ», με τις νέες εγγυήσεις του δημοσίου να διαμορφώνεονται στα 10 δισ.ευρώ που θα υποστηρίξουν μια περαιτέρω μείωση 30 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων.

Χαρακτήρισε «ευπρόσδεκτη» την πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού καθώς επιτρέπει, πέρα από τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, και την καλύτερη διαχείριση και της αναβαλλόμενης φορολογίας.

Ωστόσο, συμπλήρωσε, υπάρχουν διαστάσεις της πρότασης αυτής που χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση και πιθανές εγκρίσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μιας και δεν υπάρχει προηγούμενο,  όπως με τον Ηρακλή.

Γι’ αυτό τον λόγο, στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών και ύστερα από το αίτημα του Υπουργείου Οικονομικών να διατυπώσουμε τις παρατηρήσεις μας, βρισκόμαστε στη διαδικασία λεπτομερούς ανάλυσης της πρότασης της ΤτΕ, με την βοήθεια ειδικού εξωτερικού συμβούλου.

Σημείωσε ότι  το θέμα των bad bank, είναι ήδη μέρος του ευρωπαϊκού διαλόγου, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάζει πλέον το ενδεχόμενο αυτές οι εταιρείες διαχείρισης ενεργητικών να ασχοληθούν ειδικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που προκάλεσε, πανευρωπαϊκά, η πανδημία.

Και τούτο διότι η εκτίμησή τους είναι ότι η πανδημία ενδέχεται να τριπλασιάσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ευρώπη συνολικά.

Τάσος Πανούσης- Δεν θέλουμε πλειστηριασμούς αλλά βιώσιμες ρυθμίσεις

Δεν θέλουμε πλειστηριασμούς, αλλά μακροπρόθεσμες βιώσιμες λύσεις. Ένα μη εξυπηρετούμενο δάνειο είναι ένα πρόβλημα και η επιδίωξή μας είναι να βρούμε τρόπο να εξυπηρετηθεί, βιώσιμα και μακροπρόθεσμα. Γιατί; Επειδή αυτό είναι και η επαγγελματική μας υποχρέωση αλλά και το οικονομικό μας όφελος. Τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως οι πλειστηριασμοί είναι μόνο η έσχατη λύση. Δεν θέλουμε να φτάνουμε εκεί και δεν είναι προς το συμφέρον κανενός – ούτε το δικό μας αφού είναι λύσεις κοστοβόρες και χρονοβόρες, υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο κ. Πανούσης και συνπλήρωσε:

Οι servicers   φέρνουν καλύτερα αποτελέσματα – καλύτερα για όλους: τους οφειλέτες, τους  ιδιοκτήτες των δανείων, το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία συνολικά. Η  παρουσία των εταιρειών διαχείρισης  έχει εξυγιαντικό χαρακτήρα, ευνοούν την ανάπτυξη, βοηθούν τις τράπεζες να παίξουν το δικό τους διακριτό ρόλο και ενισχύουν την οικονομία.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν μειώσει τα προβληματικά δάνεια από το υψηλό των  107 δισ. ευρώ το 2016 σε ~ 58 δισ. στο τέλος του 2020.

Πλέον ο βασικός μηχανισμός για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων είναι οι τιτλοποιήσεις. Η πολιτεία συμβάλλει ουσιαστικά με το πρόγραμμα «Ηρακλής Ι» – που ολοκληρώνεται με την εξάντληση των διαθέσιμων εγγυήσεων και με το επικείμενο πρόγραμμα «Ηρακλής ΙΙ». Θέλω να σημειώσω ιδιαίτερα ότι η αποτελεσματική διαχείριση των δανείων που περιλαμβάνονται σε αυτά τα χαρτοφυλάκια αποτελεί την καλύτερη εξασφάλιση ότι δεν θα χρειαστεί η ενεργοποίηση των κρατικών εγγυήσεων, άρα η αποτελεσματική λειτουργία των εταιριών διαχείρισης ισοδυναμεί με προστασία των χρημάτων των Ελλήνων φορολογουμένων.

Στο ίδιο πλαίσιο συζητείται η πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία φορέα διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, με τη συνήθη ονομασία bad bank. Έχω πει και επαναλαμβάνω ότι το πρόβλημα είναι μεγάλο και όσο περισσότερα εργαλεία έχουμε, τόσο το καλύτερο.

Και στην περίπτωση των τιτλοποιήσεων και στην περίπτωση της μεταβίβασης προβληματικών χαρτοφυλακίων σε ειδικό φορέα, η διαχείριση τελικά θα γίνει από τους servicers  που έχουν την εμπειρία και την τεχνογνωσία. Επομένως, ο δικός μας σκοπός και στόχος είναι να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για λογαριασμό των εντολέων μας με τις αναγκαίες κοινωνικές προδιαγραφές – ανεξάρτητα από το σχήμα ή τα σχήματα που θα επιλεγούν.

«Η πανδημία, όπως κάθε μεγάλη ύφεση και διαταραχή της οικονομικής δραστηριότητας, θα φέρει νέες αθετήσεις υποχρεώσεων. Θα προστεθούν νέα προβληματικά δάνεια. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν θα κινηθούν στο χαμηλό ή στο υψηλό του εύρους προβλέψεων που έχουν διατυπωθεί – ενώ ξέρουμε ότι δάνεια  που ξεπερνούν τα 20 δισ. ευρώ  είχαν ενταχθεί στο μέτρο της αναστολής πληρωμών έως και τον Δεκέμβριο και τώρα θα πρέπει να επανενταχθούν στην κανονικότητα» σημείωσε ο κ. Πανούσης.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, όλοι αναγνωρίζουν ότι θα δημιουργηθούν νέα  κόκκινα δάνεια αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ. Η έγκαιρη διαχείρισή τους είναι κομβικής σημασίας ώστε  να μην φορτωθούμε ένα νέο βάρος που θα εμποδίζει την ανάκαμψη και την τραπεζική χρηματοδότηση για σημαντικό βάθος χρόνου.

Διαβάστε επίσης

Γιάννης Στουρνάρας: Η bad bank είναι βέλτιστη για τον Έλληνα φορολογούμενο και την εθνική οικονομία

Σταϊκούρας: Οι πέντε δράσεις για την ενίσχυση των δανειοληπτών – «Ναι» στην bad bank, παράταση του σχεδίου «ΗΡΑΚΛΗΣ»

Γιώργος Ζαββός – Γιάννης Στουρνάρας: Η «υπόγεια σύγκρουση» για τα «κόκκινα» δάνεια