Ο χρόνος για την πλήρη απαλλαγή ενός φυσικού προσώπου από τα χρέη που τον βαραίνουν μετά την πτώχευση, η δυνατότητα ρύθμισης των χρεών του εξωδικαστικά μέσω πλατφόρμας, η αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται, καθώς και η λειτουργία του δημόσιου φορέα που θα αγοράζει την πρώτη κατοικία που ανήκει σε ένα ευάλωτο νοικοκυριό είναι τα επίμαχα ζητήματα που χωρίζουν το υπουργείο Οικονομικών και τις τράπεζες στο θέμα του νέου πτωχευτικού κώδικα.

Το τελικό κείμενο του νέου πτωχευτικού νόμου αποτέλεσε αντικείμενο εξαντλητικών διαπραγματεύσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας μεταξύ υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών, προκειμένου να υπάρξει συμφωνία και το νομοσχέδιο να οδηγηθεί εντός του Ιουλίου στη Βουλή. Οι διαφωνίες που υπήρξαν στα τέσσερα κρίσιμα θέματα δεν κάμφθηκαν, με αποτέλεσμα η λύση να αναμένεται να δοθεί σε υπουργικό επίπεδο και μετά από συνεννόηση με τους θεσμούς, οι οποίοι παρακολουθούν στενά στη τελική διαμόρφωση του νομοσχεδίου.

Να σημειωθεί ότι οι θεσμοί θεωρούν την ύπαρξη ενός αποτελεσματικού και δίκαιου πτωχευτικού πλαισίου κομβική για την αποκατάσταση της κουλτούρας πληρωμών και την ομαλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, αλλά και των επενδυτικών κεφαλαίων, που αγοράζουν αυτά τα δάνεια από τις τράπεζες.

Στις διαπραγματεύσεις που πραγματοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα οι διαφωνίες εντοπίστηκαν στα εξής:

• Στο χρόνο για την πλήρη απαλλαγή ενός φυσικού προσώπου από τα χρέη που τον βαραίνουν μετά την πτώχευση. Η κυβέρνηση προτείνει ένα φυσικό πρόσωπο να απαλλάσσεται από τα χρέη του ένα χρόνο μετά την κήρυξη της πτώχευσης με δικαστική απόφαση. Αντίθετα, οι τράπεζες προτείνουν η πλήρης απαλλαγή να επέλθει μετά την πάροδο τριετίας και στο μεσοδιάστημα ο οφειλέτης να υποχρεώνεται σε καταβολές, ανάλογα με την οικονομική του δυνατότητα.

• Στη δυνατότητα ενός φυσικού προσώπου να ρυθμίσει τα χρέη του εξωδικαστικά, μέσω ειδικής πλατφόρμας που θα δημιουργηθεί. Το σχέδιο του νέου πτωχευτικού κώδικα, δίνει αυτή τη δυνατότητα τόσο για τα φυσικά, όσο και για τα νομικά πρόσωπα, αλλά η πρόβλεψη αυτή βρίσκει αντίθετες τις τράπεζες, που θεωρούν ότι μπορεί να λειτουργήσει καταχρηστικά από στρατηγικούς κακοπληρωτές, προκειμένου να κερδίζουν χρόνο πριν την πτώχευση. Σύμφωνα με την άποψη που διατυπώνουν οι τράπεζες, τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να επιδιώκουν τη ρύθμιση των χρεών τους αποκλειστικά και μόνο με την τράπεζα και εφόσον δεν καταλήγουν σε διακανονισμό να οδηγούνται στην πτώχευση, προσφεύγοντας στο δικαστήριο.

Στο ύψος της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται. Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι τα κριτήρια βάσει των οποίων ένα νοικοκυριό θα χαρακτηρίζεται ως ευάλωτο και θα μπορεί να κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας είναι ιδιαιτέρως γενναιόδωρα. Όπως εξηγούν, με δεδομένο ότι το 90% των δανείων καλύπτει αξία κατοικίας μικρότερη των 200.000 ευρώ, στην κρατική στήριξη, με βάση την πρόβλεψη του νομοσχεδίου, θα μπορεί να προσφύγει το 100% των δανειοληπτών, ανοίγοντας το δρόμο για γενικευμένη χρήση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.

• Στην λειτουργία του δημόσιου φορέα που θα δημιουργηθεί και θα αγοράζει την πρώτη κατοικία νοικοκυριών που θεωρούνται ευάλωτα. Το υπουργείο Οικονομικών προτείνει η αγορά του ακινήτου από το Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης να γίνεται πριν τον πλειστηριασμό του ακινήτου και μετά από σχετική ειδοποίηση της τράπεζας. Αντίθετα, οι τράπεζες προτείνουν το δημόσιο να αγοράζει το ακίνητο μέσω της διαδικασίας του πλειστηριασμού, θεωρώντας ότι, με τον τρόπο αυτό, θα αποτραπούν τυχόν καθυστερήσεις από την πλευρά του δημοσίου και δεν θα διαταραχθεί η διαδικασία των ρευστοποιήσεων.