Η JP Morgan και οι αναλυτές της Delphine Lee και Mehmet Sevim εξακολουθούν να συστήνουν υπεραπόδοση (overweight) για τις μετοχές της UniCredit και της Alpha Bank, μετά τις συμφωνίες σε Ελλάδα και Ρουμανία.

«Συνολικά, η UniCredit παραμένει προσηλωμένη στο να επιστρέψει τα πλεονάζοντα κεφάλαια στους μετόχους της και εξακολουθεί να διαπραγματεύεται με έναν μη απαιτητικό δείκτη αποτίμησης Ρ/Ε 5,4 φορές, 0,6 φορές τον δείκτη P/NAV για απόδοση 11,5% το 2025.

Παραμένουμε επίσης με σύσταση υπεραπόδοσης για την Alpha Bank, οποία διαπραγματεύεται στις 0,4 φορές σε όρους δείκτη P/TBV και 4,2 φορές σε όρους δείκτη αποτίμησης P/E για απόδοση 9,2% το 2025, με την τιμή-στόχο μας στα 2,20 ευρώ να προσφέρει 73% περιθώριο ανόδου», επισημαίνουν οι Delphine Lee και Mehmet Sevim.

Αναφορικά με τις οικονομικές επιπτώσεις για την Alpha Bank, η JP Morgan εκτιμά ότι η συναλλαγή αναμένεται να βελτιώσει τον δείκτη CET1 της Alpha Bank κατά πάνω από 100 μ.β. και τον δείκτη ROTE κατά 50 μ.β. (καθοδήγηση της εταιρείας) κυρίως μέσω της αποενοποίησης των ρουμανικών RWAs ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ αλλά και να απλοποιήσει το περιφερειακό αποτύπωμα της Alpha Bank και να προσθέσει μέγεθος στο ρουμανικό franchise.

Η αμερικανική τράπεζα αναφέρει ότι εξαιτίας του μικρού μεγέθους στη Ρουμανία η απόδοση του δικτύου ήταν χαμηλότερη από τον υπόλοιπο Όμιλο της Alpha Bank. Επίσης, επισημαίνει τον περαιτέρω ανοδικό κίνδυνο για τα κέρδη ανά μετοχή από την εμπορική συνεργασία στην Ελλάδα με την UniCredit.

Στη στρατηγική συνεργασία στην Ελλάδα, η UCG προσφέρεται να αγοράσει το μερίδιο του Ελληνικού Δημοσίου στην Alpha Bank που είναι ίσο με 9%.

Εάν δεν ολοκληρωθεί η διαδικασία με το ΤΧΣ, η UniCredit έχει δεσμευτεί να αγοράσει στην αγορά μερίδιο μετοχικού κεφαλαίου ίσο ή χαμηλότερο από το 5% ή άλλο ποσοστό μετοχών, με τη UniCredit να επενδύει ένα συνολικό προσυμφωνημένο ποσό για μια περίοδο 24 μηνών.

Η UCG και η Alpha Bank έχουν δημιουργήσει ένα πλαίσιο εμπορικής συνεργασίας στην Ελλάδα για διανομή των bancassurance, της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και άλλων τραπεζικών προϊόντων της UCG.

Αναφορικά με τις οικονομικές επιπτώσεις της, η ιταλική τράπεζα αποκτά τη ρουμανική θυγατρική της Alpha, με ένα 9,9% της νέας τράπεζας που θα δημιουργηθεί να μένει στην Alpha Bank, έναντι καθαρού ταμειακού αντιτίμου ύψους 300 εκατ. ευρώ (με την επιφύλαξη τυχόν προσαρμογών μετά τον έλεγχο δέουσας επιμέλειας) ή 15 μ.β. επίδραση στα κεφάλαια CET1 (συμπεριλαμβανομένων των RWAs).

Για το μερίδιο 9% της Alpha, η UCG υπέβαλε προσφορά στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και ο όμιλος αναμένει ότι η επίπτωση θα είναι αμελητέα.

Η συνολική προσαύξηση των κερδών αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ κυρίως από τα ρουμανικά περιουσιακά στοιχεία, αλλά περιλαμβάνοντας επίσης κάποια μικρή επίδραση από την εμπορική σύμπραξη στον τομέα της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και ασφάλισης στη Ρουμανία και την Ελλάδα.

Ειδικότερα, οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει στην αγορά από την UCG του 51% του μετοχικού κεφαλαίου της AlphaLife Insurance, η οποία ανήκει εξ ολοκλήρου στην Alpha Bank, και τη διανομή των αμοιβαίων κεφαλαίων της ιταλικής τράπεζας μέσω του δικτύου της Alpha Bank που εξυπηρετεί πάνω από 3,5 εκατ. πελάτες στην Ελλάδα.

Τέλος, αναφορικά με στρατηγική τους συγχώνευση στη Ρουμανία, η UniCredit και η Alpha Bank συμφώνησαν σε βασικούς οικονομικούς όρους για τη συγχώνευση των δραστηριοτήτων τους στη Ρουμανία για τη δημιουργία της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας στη χώρα με μερίδιο αγοράς 12%.

Ως αποτέλεσμα της συγχώνευσης, η UniCredit αναμένεται να κατέχει το 90,1% της συνδυασμένης οντότητας με το μερίδιο της Alpha Bank να ανέρχεται στο 9,9%.

Η συγχώνευση αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2024, υπό την προϋπόθεση ότι θα ολοκληρωθεί ο δέουσας επιμέλειας έλεγχος, οι εταιρικές εγκρίσεις για τη συγχώνευση και οι εγκρίσεις των ρυθμιστικών αρχών.

Τι αναφέρει η UBS για τις συμφωνίες UniCredit-Alpha Bank σε Ελλάδα και Ρουμανία

Η πρώτη αντίδραση της UBS, αναφορικά με την απόφαση της Unicredit να τοποθετηθεί μετοχικά στην Alpha bank, είναι ότι θα προκαλέσει πολλά ερωτήματα από τους επενδυτές σχετικά με το σκεπτικό της αύξησης του μεριδίου στην Alpha Bank, δεδομένου ότι η UniCredit δεν έχει επί του παρόντος παρουσία στην Ελλάδα.

Η UniCredit (UCG) ανακοίνωσε διάφορες συμφωνίες με την ελληνική Alpha Bank, με τρεις βασικούς πυλώνες στο πλαίσιο της συνεργασίας τους:

1.Πρώτον, δεσμευτική προσφορά για τη συγχώνευση της θυγατρικής της UniCredit στη Ρουμανία με την Alpha Bank Romania (μέσω συμφωνίας σε μετρητά για τίμημα 300 εκατ. ευρώ),η οποία θα οδηγήσει την UCG να κατέχει το 90,1% της συνδυασμένης οντότητας, ενώ η Alpha Bank θα έχει το υπόλοιπο 9,9%.

Με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθεί ο τρίτος μεγαλύτερος τραπεζικός όμιλος στη χώρα, με μερίδιο αγοράς 12% βάσει του συνολικού ενεργητικού, και με το κλείσιμο να αναμένεται το 2024.

2.Δεύτερον, σύναψη στην Ελλάδα συμφωνίας διανομής Bancassurance unit-linked και προϊόντα αμοιβαίων κεφαλαίων, με δυνατότητα επέκτασης σε εταιρικά και προϊόντα πληρωμών με την πάροδο του χρόνου, με την αγορά από την UCG του 51% του μετοχικού κεφαλαίου της AlphaLife Insurance (θυγατρική της Alpha Bank).

3.Τέλος, η UCG προσφέρθηκε να αγοράσει το 9% του μεριδίου που κατέχει στην Alpha Bank το ΤΧΣ (με αμελητέα επίπτωση στο CET1 της UCG). Σε περίπτωση που η διαδικασία του ΤΧΣ δεν ολοκληρωθεί επιτυχώς, η UCG δεσμεύεται να αγοράσει στην αγορά μερίδιο μετοχών χαμηλότερο του 5%.

Μέτριες οικονομικές επιπτώσεις, αύξηση κερδών 1,5% και διάβρωση CET 1 κατά 15 μονάδες βάσης για τη UCG

«Από πλευράς κερδών, η καθοδήγηση προβλέπει ετήσια αύξηση κερδών ύψους 100 εκατ. ευρώ. Η επίδοση αυτή θα προκύψει από την ετήσια αναγωγή των ρουμανικών κερδών της Alpha Bank στο πρώτο φετινό εξάμηνο(€45-50 εκατ.) και την προσθήκη των συνεργειών κόστους (δείκτης κόστους προς έσοδα 65-70%).

Σε μικρότερο βαθμό θα υπάρξουν οφέλη από την κοινοπραξία, με ανοδική τάση από τυχόν μερίσματα που προέρχονται από την άμεση συμμετοχή της UCG στην Alpha», επισημαίνει η UBS.

«Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ιταλική τράπεζα UCG θα υποστεί 15 μονάδες βάσης διάβρωσης CET1 με την ενοποίηση των στοιχείων ενεργητικού ύψους 3,5 δισ. ευρώ (2 δισ. ευρώ από την Alpha Ρουμανίας, περίπου €1,5 δισ. από τη συμμετοχή της Alpha με μη επιβεβαιωμένο συντελεστή στάθμισης κινδύνου 250%) και αντισταθμίζοντας μέρος αυτού του ποσού μέσω των επισφαλειών που προκύπτουν από τις δύο συμφωνίες», συνεχίζει η UBS.

«Η Ρουμανία ευθυγραμμίζεται με την προσέγγιση των εξαγορών και συγχωνεύσεων, αλλά η συμμετοχή της Alpha μπορεί να προκαλέσει ερωτήματα επενδυτών. Στρατηγικά, θα περιμέναμε ότι οι επενδυτές θα εφαρμόσουν διαφορετική προσέγγιση στα δύο μέρη της συμφωνίας.

Σύμφωνα με τις ενδείξεις της UCG σχετικά με τις συμφωνίες, αναμένουμε κάποιες αντιδράσεις σχετικά με:

(i) τη ρουμανική συγχώνευση, η οποία επιτρέπει στην τράπεζα να ενισχύσει σημαντικά τη θέση της σε μια κερδοφόρα αγορά μέσω της αύξησης κατά 30-40% των δανείων/καταθέσεων

(ii) την ελληνική συμφωνία bancassurance, που ευθυγραμμίζεται με την προθυμία της UCG να ενισχύσει τα μη επιτοκιακά έσοδα.

Αντίθετα, θα αναμέναμε περισσότερες επενδυτικές ερωτήσεις των επενδυτών σχετικά με το σκεπτικό της αύξησης του μεριδίου στην Alpha, δεδομένου ότι η UCG δεν είναι επί του παρόντος παρούσα στην Ελλάδα», καταλήγει η UBS.

 

Διαβάστε επίσης:

Eurostat: Η Ελλάδα είχε τη μεγαλύτερη μείωση χρέους στο β’ τρίμηνο του 2023

UniCredit: Ποια είναι η ισχυρή τράπεζα που έκλεισε το deal με την Alpha Bank

Ebury: Άνοδος στις αποδόσεις των ομολόγων, σταθερό το δολάριο