Οι Marianne Lake and Jennifer Piepszak, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του deal με τη JP Morgan βρέθηκαν με την πρώτη πτήση στην Καλιφόρνια στα κεντρικά της First Republic. Έμπειρες και δύο από τις σημαντικότερες γυναικείες παρουσίες στον τραπεζικό τομέα, στελέχη εδώ και πολλά χρόνια στην JP Morgan, οι δύο γυναίκες που συνδιευθύνουν τον τομέα καταναλωτικής και κοινοτικής τραπεζικής (Consumer & Consumer Banking) στην JP Morgan καλούνται να αναλάβουν ένα ακόμα στοίχημα, να ανατρέψουν την άτακτη φυγή πελατών από την προβληματική τράπεζα, να αξιοποιήσουν το κορυφαίο πελατολόγιο των πλούσιων καταθετών και να προσελκύσουν νέους πελάτες στα υποκαταστήματα της First Republic, τα οποία βρίσκονται σε εύπορες περιοχές.

Το «χρυσό» χαρτοφυλάκιο της First Republic

Η ελίτ πελατεία της First Republic ήταν το στοιχείο που έκανε την JP Morgan να διεκδικήσει και να κερδίσει με την προσφορά της πρόσβαση σε ένα από τα καλύτερα τμήματα διαχείρισης πλούτου.

Και σύμφωνα με τον CEO Τζέιμι Ντίμον υπάρχουν πολλές ευκαιρίες μέσα από αυτή την εξαγορά.

O Ντίμον ξεκαθάρισε ότι ο τραπεζικός κολοσσός δεν ενδιαφέρεται στο να συνεχίσει την «παράδοση» πρόσβασης σε δάνεια με χαμηλό επιτόκιο. Μια πρακτική που εκτόξευσε την First Republic, λειτούργησε όμως και σαν μπούμερανγκ σε μια περίοδο υψηλών επιτοκίων.

Ο τραπεζικός κολοσσός στοχεύει στο να επεκτείνει τη μονάδα διαχείρισης πλούτου μέσα από το deal της περασμένης Δευτέρας και να ανταγωνιστεί άλλους κολοσσούς που ξεχωρίζουν σε αυτόν τον τομέα, όπως η Morgan Stanley, η οποία κατάφερε να αντισταθμίσει ζημιές και απώλειες χάρη στην ισχυρή της μονάδα.

Στο τέλος του πρώτου τριμήνου η JP Morgan διαχειριζόταν 2,59 τρις δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία πελατών διαχείρισης πλούτου.

Αντίθετα, η Morgan Stanley διαχειριζόταν 4,56 τρις δολάρια και η Bank of America 3,52 τρις δολάρια.

Οι δύο τράπεζες πέτυχαν να εκτοξεύσουν την μονάδα διαχείρισης πλούτου μέσω εξαγορών κατά την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η Bank of America εξαγόρασε τη τη Merrill Lynch το 2008 και η Morgan Stanley απέκτησε πλειοψηφικό ποσοστό από τη Citigroup στη χρηματιστηριακή Smith Barney το 2009, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια την πλήρη κυριότητα.

Η JP Morgan είδε στην First Republic την δική της ευκαιρία να διευρύνει το χαρτοφυλάκιό της, προχωρώντας στην μεγαλύτερη εξαγορά στην ιστορία της από την τραπεζική κρίση.

Το δαχτυλίδι της διαδοχής και οι λάθος επιλογές

Οι  Marianne Lake and Jennifer Piepszak εργάζονται χρόνια στη JP Morgan και πριν ένα χρόνο αναδείχθηκαν ως συν-Διευθύνοντες Σύμβουλοι στον τομέα καταναλωτικής και κοινοτικής τραπεζικής, από το οποίο προέρχεται το 40% των εσόδων της τράπεζας.

Η τοποθέτησή τους σε μία κερδοφόρα μονάδα της τράπεζας έδωσε τροφή σε φήμες για την επόμενη ημέρα της τράπεζας, με πολλούς να θεωρούν ότι θα μπορούσε μία εκ των δύο να αναλάβει τα ηνία του αμερικάνικου κολοσσού.

Αν και ο Ντίμον δεν έχει δείξει κάποια πρόθεση να φύγει άμεσα από τη θέση του Διευθύνοντα Συμβούλου, οι δύο γυναίκες, αν και μη ανταγωνιστικές, όπως αναφέρουν πηγές της WSJ, γιατί είναι συνεργάτιδες και φίλες, βρέθηκαν πάλι στο επίκεντρο, με τους insiders να θεωρούν ότι η ανάληψη της First Republic είναι μία «οντισιόν» για τις ικανότητές τους.

Η τοποθέτηση αυτή έρχεται μόλις λίγους μήνες μετά την αποτυχημένη εξαγορά από την JP Morgan της εταιρείας Frank.

Πρόκειται για μία εταιρεία που παρέχει οικονομικές ενισχύσεις σε κολέγια, με τον ιδρυτή της να κατηγορείται πρόσφατα για απάτες. Η JP Morgan πλήρωσε 175 εκατ. δολάρια για την εξαγορά, η οποία όμως βασίστηκε σε ψεύτικα στοιχεία και φουσκωμένους λογαριασμούς, με τις δύο γυναίκες να βρίσκονται στη μονάδα που επέβλεπε τη συμφωνία.

«Προφανώς αυτό, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ήταν ένα τεράστιο λάθος», σχολίασε Ντίμον σε αναλυτές τον περασμένο Ιανουάριο.

Διαβάστε επίσης:

HΠΑ: Τέλος καλό, όλα καλά στο τραπεζικό σύστημα;

First Republic Bank: Πώς κατέρρευσε η τράπεζα των super rich