Με discount ρεκόρ, σε σύγκριση με τα βιομηχανικά «χαρτιά», διαπραγματεύονται οι τουρκικές τραπεζικές μετοχές, έχοντας δεχθεί το μεγαλύτερο πλήγμα από τη μαζική φυγή των ξένων επενδυτών από το Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα δε με παράγοντες της αγοράς, το μόνο που μπορεί να τις σώσει θα ήταν ένας συνδυασμός επιτοκιακών αυξήσεων και αλλαγών σε επίπεδο κυβερνητικής πολιτικής.

Ο τραπεζικός δείκτης του τουρκικού χρηματιστηρίου έχει υποχωρήσει κατά 32% φέτος (ΣτΜ: μέχρι 17/9/2020), ενώ ο δείκτης της Βιομηχανίας στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης έχει ενισχυθεί 17%. Οι τράπεζες διαπραγματεύονται με discount 61%, με βάση τις εκτιμήσεις για τα κέρδη 12μήνου, ποσοστό που αντιστοιχεί στη μεγαλύτερη «ψαλίδα» τουλάχιστον από το 2006.

Οι τραπεζικές μετοχές ευνοούνται συνήθως από τους ξένους επενδυτές, εν μέρει λόγω της σχετικά υψηλής ρευστότητάς τους. Όπερ σημαίνει ότι φέτος ήταν οι μεγάλοι χαμένοι από τις καθαρές εκροές ύψους 5,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής το 2020 λόγω κινήσεων ξένων επενδυτών.

Οι τουρκικές τράπεζες μπορεί να είναι κερδοφόρες και να παραμένουν καλά κεφαλαιοποιημένες, αλλά η διολίσθηση της τουρκικής λίρας κατά 21% και η ανησυχία για τις πολιτικές που ακολουθεί η κυβέρνηση δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη λειτουργούν αποτρεπτικά για τους ξένους θεσμικούς επενδυτές.

«Ιστορικά, οι μετοχές των τραπεζών συνήθως παρουσιάζουν μια σχετική ανάκαμψη μετά την υιοθέτηση ορθόδοξων νομισματικών πολιτικών που θέτουν τον πληθωρισμό και τη συναλλαγματική ισοτιμία υπό έλεγχο με επαρκείς αυξήσεις επιτοκίων», δήλωσε ο Cagdas Dogan, τραπεζικός αναλυτής της BGC Partners Securities στην Κωνσταντινούπολη.

Σημειώνεται ότι την Πέμπτη η λίρα υποχώρησε σε νέο χαμηλό όλων των εποχών, στις 7,5438 λίρες/δολάριο.

Ο Toygun Onaran, διευθύνων σύμβουλος της Oyak Portfoy, λέει ότι δεν αναμένει αλλαγή κατεύθυνσης για τις τραπεζικές μετοχές, εκτός εάν η κυβέρνηση κάνει τις προσαρμογές που απαιτούνται για να στηρίξει τον κλάδο. Οι μη τραπεζικές εταιρείες συνδέονται περισσότερο με την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, γεγονός που τις καθιστά πιο ελκυστικές, δήλωσε ο Onaran.

Οι τράπεζες δεν κατάφεραν να προσελκύσουν κεφάλαια ούτε από τους φετινούς σωτήρες του τουρκικού χρηματιστηρίου – μικροεπενδυτές που αναζητούν καλύτερες αποδόσεις από τις τραπεζικές καταθέσεις. Αυτή η κατηγορία επενδυτών προτίμησε τις λιγότερο ρευστές μετοχές μικρών και μεσαίων εταιρειών που είναι πιο πιθανό να αποφέρουν γρήγορα κέρδη.

Η τύχη των τουρκικών τραπεζών συνδέεται επίσης στενότερα με το επίπεδο των συναλλαγματικών διαθεσίμων της κεντρικής τράπεζας από ό,τι σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, σύμφωνα με τον Mathieu Racheter, υπεύθυνο στρατηγικής για τις αναδυόμενες αγορές στην Bank Julius Baer στη Ζυρίχη.

«Τα υψηλότερα διαθέσιμα πάνε χέρι με χέρι με ένα πλεόνασμα εξωτερικής χρηματοδότησης, το οποίο αμβλύνει την πίεση που ασκείται στη λίρα και η κεντρική τράπεζα μπορεί να μειώσει τα επιτόκια», δήλωσε ο Racheter, προσθέτοντας: «Κατά συνέπεια, το καθαρό περιθώριο επιτοκίου επεκτείνεται και το κόστος κινδύνου μειώνεται, γεγονός που βελτιώνει την κερδοφορία των τουρκικών τραπεζών».

Όμως, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Τουρκίας, εξαιρουμένου του χρυσού, είχαν μειωθεί στις 4 Σεπτεμβρίου στα 44,9 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας. Την ίδια εβδομάδα, τα μεικτά διαθέσιμα ήταν στα 87,5 δισεκατομμύρια δολάρια, από 106,3 δισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του 2019.

Η Τουρκία ξοδεύει τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη σημαντική αναπτυσσόμενη οικονομία φέτος. Με τα συναλλαγματικά διαθέσιμα να πλησιάζουν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών, η Τουρκία χρειάζεται είτε υψηλότερα επιτόκια είτε ένα αισιόδοξο κλίμα που θα έφερνε εισροές ξένων κεφαλαίων. Η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού της κατά 1.575 μονάδες βάσης από τότε που άρχισε την πολιτική της χαλάρωσης, τον Ιούλιο του 2019, διατηρώντας το στο 8,25% από τον Μάιο και μετά.

«Αν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κάνουν ένα βήμα σε ό,τι αφορά το βασικό επιτόκιο και εγκαταλείψουν τους κανονισμούς σε ό,τι αφορά την αναλογία περιουσιακών στοιχείων και απαιτούμενων διαθεσίμων που έχουν επιβληθεί, τότε υπάρχει περιθώριο ανάκαμψης» για τις τραπεζικές μετοχές, δήλωσε ο Dogan, αναλυτής της BGC.