• Τράπεζες

    Γιάννης Στουρνάρας: Σήμα κινδύνου για την κλιματική κρίση – Αιτία για την ακρίβεια, επηρεάζει τις τράπεζες

    • NewsRoom
    Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στην ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών


    Η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει σήμερα πολλαπλές, συχνά ταυτόχρονες, κρίσεις και προκλήσεις, σύμφωνα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος μιλώντας στην ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, επικεντρώθηκε στις προκλήσεις των τραπεζών που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή.

    Όπως είπε, “αυτές αφορούν ζητήματα γεωπολιτικά, ενεργειακά, κοινωνικά και όλες, άμεσα ή έμμεσα, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, σχετίζονται με τη βιωσιμότητα και την κλιματική αλλαγή, η οποία, κατά την άποψή μου, είναι η μεγαλύτερη απειλή για την ανθρωπότητα. Ουδείς έχει την πολυτέλεια να μείνει αδρανής ή να πει ότι το θέμα δεν τον αφορά”.

    Ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι η κλιματική αλλαγή μάς απασχολεί πολλές δεκαετίες, ωστόσο υπάρχει καθυστέρηση στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή της.

    Σημείωσε ότι το γεγονός αυτό, σχετίζεται μεταξύ άλλων και με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτής της πρόκλησης, η οποία αποτελεί μια «τραγωδία του ορίζοντα» (tragedy of the horizon), όπως τη χαρακτήρισε ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Mark Carney.

    Σύμφωνα με αυτή την έννοια, η σημερινή γενιά δεν έχει ισχυρό κίνητρο να αναλάβει δράση και να επωμιστεί μέρος του κόστους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, καθώς οι πιο καταστροφικές συνέπειές της θα επέλθουν στο μέλλον.

    Παρ’ όλα αυτά, ανέφερε ότι οι μελέτες και τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι τα χρονικά περιθώρια δράσης για να αναστρέψουμε τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής διαρκώς μειώνονται.

    Οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή στην οικονομία, συνέχισε ο κ. Στουρνάρας, δεν έχουν ακόμη εκτιμηθεί με ακρίβεια, αλλά αναμένεται να είναι σημαντικές, όπως και οι επιπτώσεις από τη μετάβαση σε μία οικονομία με μηδενικές εκπομπές άνθρακα και από τις αναγκαίες επενδύσεις προσαρμογής.

    Σε αυτό το πλαίσιο, είπε, οι κυβερνήσεις – ειδικά στην Ευρώπη – λαμβάνουν ολοένα περισσότερα μέτρα για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν, προκειμένου να περιορίσουν τις απώλειες στο ανθρώπινο και υλικό κεφάλαιο και στους οικονομικούς πόρους.

    Σύμφωνα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ενσωματώνουν πλέον συστηματικά στις στρατηγικές τους τα κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ και οι κεντρικές τράπεζες ασχολούνται ολοένα περισσότερο με αυτά τα θέματα.

    Πώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει το έργο των κεντρικών τραπεζών;

    Ο Γιάννης Στουρνάρας υπογράμμισε ότι ο πρωταρχικός σκοπός της νομισματικής πολιτικής είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή επηρεάζει, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, τα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, συνεπώς και τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες. 

    Σύμφωνα με τον ίδιο, η κλιματική αλλαγή δημιουργεί κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και επηρεάζει την ασφάλεια και ευρωστία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Συνεπώς μας αφορά και ως αρμόδια αρχή για την τραπεζική εποπτεία και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. 

    Ειδικότερα σε ένα περιβάλλον με αυξημένους κλιματικούς κινδύνους, η εκπλήρωση της αποστολής μας για σταθερότητα των τιμών και για ένα υγιές τραπεζικό σύστημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, ώστε η οικονομία και η κοινωνία να είναι περισσότερο ανθεκτικές στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. 

    Όμως, σημείωσε πώς η ανάληψη δράσης από τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές είναι ένα απαιτητικό εγχείρημα.

    Σήμερα, σημείωσε ο κ. Στουρνάρας, “η υψηλή αβεβαιότητα και οι πολλαπλές προκλήσεις καθιστούν πιο περίπλοκες την αξιολόγηση των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή και τη χαρτογράφηση των πιθανών διαταραχών στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ώστε να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα. Θα αναφερθώ ενδεικτικά σε μερικά παραδείγματα.

    Πρώτον, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, οι μακροοικονομικές επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή είναι εξαπλάσιες, σε όρους απώλειας προϊόντος, από αυτές που πιστεύαμε.

    Μια αύξηση της μέσης  θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1 βαθμό Κελσίου μπορεί να μειώσει το παγκόσμιο ΑΕΠ σταδιακά, έως και κατά 12% σωρευτικά μετά από 6 χρόνια, με τις μειωτικές επιδράσεις στο ΑΕΠ να συνεχίζονται ακόμη και 10 χρόνια μετά. Έτσι, βλέπουμε ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης μπορεί είναι εξαιρετικά σοβαρές.

    Δεύτερον, η οικονομική ανάπτυξη πλήττεται και από ακραία καιρικά φαινόμενα (ξηρασίες, πλημμύρες κτλ.), τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, βραχυπρόθεσμα μπορεί να προκληθούν ζημίες στις υποδομές, στον κτιριακό εξοπλισμό και στο υλικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων.

    Επιπλέον, η οικονομική δραστηριότητα σε περιοχές πληγείσες από φυσικές καταστροφές μπορεί να περιοριστεί ή και να διακοπεί, προκαλώντας στρεβλώσεις και στις εφοδιαστικές αλυσίδες.

    Σύμφωνα με μελέτες, τα ακραία καιρικά φαινόμενα εκτιμάται ότι οδηγούν σε μείωση του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ κατά περισσότερο από 0,5 ποσοστιαία μονάδα τη χρονιά που συμβαίνουν.

    Ακόμη και αν ανακάμψει σταδιακά η παραγωγή, η αυξημένη αβεβαιότητα θα συνεχίσει να επηρεάζει τις καταναλωτικές και επενδυτικές επιλογές, την παραγωγικότητα της εργασίας και την απασχόληση, με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα. 

    Τρίτον, σε σχέση με τον πληθωρισμό, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι η υπερβολική άνοδος της θερμοκρασίας τους καλοκαιρινούς μήνες ασκεί ανοδικές πιέσεις στις τιμές των τροφίμων, ιδιαίτερα στις θερμότερες χώρες. 

    Τέταρτον, η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει δυσανάλογα διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και τομείς της οικονομίας, και άρα οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό δεν θα είναι ίδιες σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης, δημιουργώντας μια επιπλέον πρόκληση για την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. 

    Πέμπτον, επιπτώσεις στο προϊόν και τον πληθωρισμό αναμένονται και από την πράσινη μετάβαση, τα μέτρα και τις πολιτικές προς καθαρές μηδενικές εκπομπές, τις επιδοτήσεις και τη σχετική φορολόγηση.

    Για παράδειγμα, μία αυξημένη τιμή άνθρακα μπορεί, ceteris paribus, να ωθήσει τον πληθωρισμό σε υψηλότερα επίπεδα. Είναι αυτός λόγος για μια πιο περιοριστική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό; Δεν μπορούμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα, κατά την άποψή μου.

    Αντίστοιχα, είναι αβέβαιη η επίδραση στον πληθωρισμό και στο μακροπρόθεσμο επιτόκιο ισορροπίας από τις επενδύσεις σε νέες, πιο πράσινες, τεχνολογίες, αλλά και από την απομείωση της αξίας περιουσιακών στοιχείων (π.χ. κτιρίων χαμηλής ενεργειακής απόδοσης, παρωχημένων υποδομών).

    Ως αποτέλεσμα, διαφορετικές και αντίρροπες δυνάμεις επενεργούν στο μακροπρόθεσμο επιτόκιο ισορροπίας, το οποίο επηρεάζει τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής”.

    Προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα

    Εκτός άλλων, ο Διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε στα θέματα της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα και στις πρόσφατες πλημμύρες στη Θεσσαλία.

    Όπως σημείωσε, “ο τυφώνας Ντάνιελ, ο οποίος χτύπησε την περιοχή μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τον Ιανό, υπενθύμισε με τρόπο δραματικό ότι η κλιματική αλλαγή έχει καταστήσει συχνότερα και σφοδρότερα τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία προξενούν σοβαρές φυσικές καταστροφές, με σημαντικές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά και επομένως δυνητικά στις τράπεζες που δραστηριοποιούνται στις πληττόμενες περιοχές.

    Καθώς το θέμα είναι εξαιρετικά σημαντικό για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, θα ήθελα να αναφερθώ στις προκλήσεις που καλούνται πλέον να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες λόγω των περιβαλλοντικών κινδύνων και της κλιματικής αλλαγής.

    Από τη μία πλευρά, οι φυσικές καταστροφές, που ενισχύονται σε συχνότητα και ένταση, μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένες επισφάλειες λόγω ζημιών σε περιουσίες και επιχειρήσεις και απομείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.

    Από την άλλη πλευρά, η χρηματοδότηση της μετάβασης σε μια οικονομία μηδενικών καθαρών εκπομπών άνθρακα, η υιοθέτηση πράσινων πρακτικών, οι τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά και οι μεταβολές στις προτιμήσεις των επενδυτών και των καταναλωτών, αποτελούν πρόκληση.

    Επομένως, οι τράπεζες απαιτείται να κατανοήσουν αυτούς τους κινδύνους και σταδιακά να τους ενσωματώσουν στη διακυβέρνηση, στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων και στην πιστοδοτική πολιτική τους.

    Ήδη, το νέο εποπτικό πλαίσιο που αναμένεται να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2025 σηματοδοτεί την πορεία προς την περαιτέρω ενσωμάτωση των θεμάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα στις λειτουργίες των τραπεζών.

    Απαιτεί μάλιστα από τις τράπεζες, μεταξύ άλλων, να καταρτίσουν συγκεκριμένα σχέδια μετάβασης προς μία κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050, τα οποία θα τους επιτρέψουν να διαχειριστούν τους κινδύνους, αλλά και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που θα προκύψουν από αυτή τη διαδικασία προσαρμογής.”.

    Σχετικά με τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι “οι διαρθρωτικές αλλαγές που προωθούνται ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πράσινη ανάπτυξη μπορούν να αποτελέσουν πηγή εσόδων για τις τράπεζες, οι οποίες καλούνται να στηρίξουν την οικονομία προς αυτή την κατεύθυνση”.

    Ως παράδειγμα ανέφερε την παροχή χρηματοδότησης για την ανάπτυξη δικτύων και πράσινων υποδομών, για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε βιώσιμες γεωργικές πρακτικές, καθώς και την παροχή δανείων για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων.

    Προκειμένου όμως οι τράπεζες να είναι σε θέση να διαδραματίσουν αποτελεσματικά το ρόλο τους στη μεταβαλλόμενη αυτή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, είναι απαραίτητο να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους στους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους.

    “Πέρα από τις άμεσες και εμφανείς συνέπειές της, η κλιματική αλλαγή χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα, μακρό χρονικό ορίζοντα εκδήλωσης και μη γραμμικότητα, με αποτέλεσμα να υπάρχει σημαντικός κίνδυνος υποεκτίμησης των επιπτώσεών της, ιδιαίτερα σε περιόδους ‒ όπως αυτή που διανύουμε ‒ που η συχνότητά τους είναι πιο πιθανό να αυξηθεί.

    Υπό αυτές τις συνθήκες, η Τράπεζα της Ελλάδος δίνει μεγάλη έμφαση στην ευαισθητοποίηση και στη σωστή και έγκαιρη προετοιμασία των τραπεζών όσον αφορά την κλιματική αλλαγή.

    Τα εποπτευόμενα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κλιματικούς παράγοντες στο πλαίσιο των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου, κατά τη διαμόρφωση της εταιρικής διακυβέρνησης, καθώς και να τους ενσωματώνουν στις επιχειρηματικές αποφάσεις και πολιτικές τους”, δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Στουρνάρας.

    Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία εδώ 

    Διαβάστε επίσης: 

    Κωστής Χατζηδάκης: Προς επέκταση το πρόγραμμα «Ηρακλής» για τα κόκκινα δάνεια – Παράταση στο IRIS

    Αυξημένες κατά 22% οι εισπράξεις από τον τουρισμό στο τετράμηνο Ιανουαρίου – Απριλίου 2024

    ΤτΕ: Παραποιήθηκαν οι δηλώσεις του Γιάννη Στουρνάρα για τις ΜμΕ – Δείτε το βίντεο



    ΣΧΟΛΙΑ