ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο κ. Γεωργάκης αναφέρθηκε επίσης στη δυναμική του τουριστικού κλάδου στην ανάπτυξη του νησιού και τις ενισχυμένες προοπτικές για νέες επενδύσεις.
Με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψη περιοδεία της Διοίκησης της Alpha Bank στην Κρήτη, ο κ. Γεωργάκης χαρακτήρισε το νησί ως “μία ξεχωριστή και ευχάριστη περίπτωση”, με σημαντικές και στοχευμένες επενδύσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και με νέα επενδυτικά πλάνα που “έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον και κινούνται στην σωστή κατεύθυνση”.
«Πιστεύουμε ότι η Κρήτη έχει το μεγάλο πλεονέκτημα να διαθέτει δύο brands που μπορεί να εκμεταλλευτεί. Το brand Ελλάδα και το brand Κρήτη. Το δεύτερο είναι εξίσου ισχυρό με το πρώτο και μπορεί να δώσει μία περαιτέρω ώθηση στις σχεδιαζόμενες επενδύσεις», υπογράμμισε, ενώ αναφέρθηκε στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που διαφοροποιούν την Κρήτη σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα, και έχουν να κάνουν με τη φιλόξενη ιδιοσυγκρασία των Κρητικών, την φυσική ομορφιά και την αφθονία παραγωγής ποιοτικών τοπικών προϊόντων που συμπληρώνουν ιδανικά την εικόνα του προορισμού για τους ξένους επισκέπτες.
Όσον αφορά στα νέα επιχειρηματικά πλάνα, ο κ. Γεωργάκης τόνισε ότι, όπως συμβαίνει και στην Κρήτη, οι επενδύσεις πρέπει να έχουν όραμα και να είναι ορθολογικές και στοχευμένες, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι το τουριστικό προϊόν έχει αλλάξει, καθώς «Ο κόσμος δεν έρχεται μόνο για να απολαύσει τη θάλασσα και τον ήλιο. Έρχεται να βρει και να ζήσει μία ολοκληρωμένη εμπειρία. Οπότε, μια τουριστική επένδυση θα πρέπει να προσφέρει στον επισκέπτη μία μοναδική εμπειρία. Και πρέπει να πω ότι αυτό είδαμε να σχεδιάζεται και να υλοποιείται στην Κρήτη!».
Επίσης, αναφερόμενος στην προσπάθεια προσέλκυσης επισκεπτών που έχουν τη δυνατότητα και την επιθυμία να ξοδέψουν περισσότερο, τόνισε την σημασία των υποδομών.
«Στην περίπτωση της Κρήτης έχουν ήδη δρομολογηθεί τρεις σημαντικές απαραίτητες υποδομές που αφορούν την πρόσβαση (Αεροδρόμιο Καστελλίου), τις μετακινήσεις (Βόρειος Οδικός Άξονας) και την εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας και ευστάθειας (καλώδια διασύνδεσης με ηπειρωτική Ελλάδα). Υπάρχουν και άλλες επενδύσεις που πρέπει να επιταχυνθούν, όπως για παράδειγμα οι υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης καθώς και έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, φιλικά προς το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες. Σίγουρα όμως είμαστε σήμερα σε αρκετά καλό δρόμο», σημείωσε.
Προοπτικές ανάπτυξης παρά την οικονομική συγκυρία
Ο κ. Γεωργάκης ανέδειξε επίσης τις ευκαιρίες που προσφέρει το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας στη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων, ενώ ανέλυσε και την οπτική του πάνω στις προκλήσεις που φέρνει η τρέχουσα οικονομική συγκυρία λόγω του αυξημένου κόστους ενέργειας και πρώτων υλών.
«Στο δύσκολο μίγμα που προκαλείται από το υψηλό κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, καθώς και στα προβλήματα που παρατηρούνται στη εφοδιαστική αλυσίδα με ελλείψεις και καθυστερήσεις, έρχονται να προστεθούν άλλες δυο μελλοντικές ανησυχίες: Η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων και οι επιπτώσεις των αυξημένων τιμών στην κατανάλωση, και ενδεχομένως στον τουρισμό» σημείωσε χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει ότι η αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει τόσο τους ιδιώτες, όσο και τις επιχειρήσεις, εξαιρουμένων όσων έχουν δανειστεί με σταθερό επιτόκιο.
Στον αντίποδα αυτής της κατάστασης, ο κ. Γεωργάκης αναφέρθηκε και στις αισιόδοξες προοπτικές που ανοίγονται μέσω των σχεδιαζόμενων επενδύσεων, παρά την τρέχουσα οικονομική συγκυρία.
«Παρατηρούμε μία σημαντική τάση αύξησης των επενδύσεων την τελευταία πενταετία ενώ ιδιαίτερα ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα που εισπράττουμε από τους Πελάτες μας για νέες επενδύσεις. Και είναι πολύ σημαντικό να αυξηθεί περαιτέρω ο ρυθμός νέων επενδύσεων, γιατί έχουμε περάσει ως χώρα μία δεκαετία αποεπένδυσης, κατά την οποία έχουν λείψει από τη χώρα επενδύσεις της τάξης των Ευρώ 100 δισ., οπότε είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να επιταχύνουμε και να επαναφέρουμε τη χώρα επενδυτικά εκεί που έπρεπε να βρίσκεται», υπογράμμισε, αναφερόμενος συμπληρωματικά και στη μεγάλη σημασία της χρηματοδότησης των νέων επενδυτικών σχεδίων και μέσω των νέων αναπτυξιακών εργαλείων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα ΕΣΠΑ και ο νέος Αναπτυξιακός νόμος, αλλά και των χρηματοδοτικών εργαλείων που προσφέρουν οι τράπεζες, προσβλέποντας σε ένα μέλλον προόδου εξωστρέφειας και ανάπτυξης για τη χώρα.
Ο Ανώτερος Διευθυντής Επενδυτικής Τραπεζικής της Alpha Bank αναφέρθηκε επίσης και στη σαφή στροφή της Τράπεζας στον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτεί: «Έχουμε ξεφύγει εδώ και καιρό από το μοντέλο κατά το οποίο μία χρηματοδότηση στηριζόταν αποκλειστικά στην ύπαρξη μίας εξασφάλισης, και αυτή τη στιγμή κατά την αξιολόγηση ενός αιτήματος, πρωτίστως αναζητούμε μία καλή, βιώσιμη ιδέα, σωστά αποτυπωμένη στο χαρτί, δηλαδή ένα επιχειρηματικό σχέδιο που να πειστούμε ότι η εταιρεία μπορεί να εξυπηρετήσει το δάνειο που θα λάβει, από τις ροές της και τη λειτουργία της. Αυτό είναι μία πολύ μεγάλη στροφή στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε, μία στροφή προφανώς υγιής, που μας βοηθά να ενισχύσουμε την υγιή επιχειρηματικότητα, γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να παραχθεί αξία και πλούτος, και μέσα από την παραγόμενη αξία να εξυπηρετηθεί ο δανεισμός».
Τέλος, στο κλείσιμο της τοποθέτησής του, ο κ. Γεωργάκης τόνισε ότι η Αlpha Bank έχει αυτή τη στιγμή τόσο τη διάθεση, όσο και τη μακρά εμπειρία και ισχυρή τεχνογνωσία να στηρίξει τις επιχειρήσεις να κάνουν πράξη τα επενδυτικά τους σχέδια και να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες προκλήσεις, στο νέο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται.
«Είμαστε εδώ να συμβάλλουμε στον δρόμο της προόδου, της ανάπτυξης και των επενδύσεων. Οι επιχειρήσεις, οι πολίτες, οι τράπεζες και η Πολιτεία, θα πρέπει να συμπορευτούμε συντονισμένα και στοχευμένα για να περάσουμε μαζί στην επόμενη ημέρα», δήλωσε.
Διαβάστε επίσης:
Alpha Bank: Η πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2022 και τα επόμενα χρόνια
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Η επένδυση στους εργαζομένους ως φορέας ανάπτυξης μιας επιχείρησης
- Κυριάκος Μητσοτάκης στα εγκαίνια του data center: Είμαστε πια μία φιλική χώρα προς τις ξένες επενδύσεις
- Wood & Company για Aegean Airlines: Αναβάθμιση σε αγορά για τη μετοχή – Οι λόγοι πίσω από την αλλαγή στάσης
- Λαβρόφ: Συμφωνούμε με τη διακήρυξη των G20 για την ανάγκη επίλυσης της σύγκρουσης στην Ουκρανία