Κέρδη από συνεχιζόμενες δραστηριότητες προ φόρων ύψους €41 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2018 σε επίπεδο Ομίλου έναντι ζημιών €59 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017, ανακοίνωσε η Εθνική Τράπεζα.

Σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα,  η οργανική κερδοφορία στην Ελλάδα αντικατοπτρίζει τη σημαντική αποκλιμάκωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου (-168 μ.β. σε ετήσια βάση), αντισταθμίζοντας πλήρως τη μείωση των οργανικών εσόδων.

Στην Ελλάδα, τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν σε €523 εκατ. (-23% σε ετήσια βάση), αντανακλώντας την αρνητική επίπτωση από την εφαρμογή του ΔΠΧΠ 9 (Α’ τρίμηνο) και την ανατιμολόγηση στεγαστικών δανείων ύψους €0,8 δισ., τα οποία είναι συνδεδεμένα με το επιτόκιο εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου διάρκειας ενός έτους (Β’ τρίμηνο). Παράλληλα,  οι λειτουργικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε €433 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2018 (+3% σε ετήσια βάση), λόγω της αύξησης των γενικών και διοικητικών εξόδων (+6% σε ετήσια βάση), η οποία όμως οφείλονται σε εποχικούς παράγοντες που αναμένεται να αντιστραφούν στο Β’ εξάμηνο.

Οι λειτουργικές δαπάνες θα μειωθούν μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος Προγράμματος Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού, το οποίο αφορά σε 500 περίπου εργαζόμενους από το δίκτυο και τις διοικητικές υπηρεσίες. Το Πρόγραμμα Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού, το συνολικό κόστος του οποίου έχει επιβαρύνει το Β’ τρίμηνο του 2018, βαίνει προς ολοκλήρωση και αναμένεται να ωφελήσει τις δαπάνες προσωπικού στο Β’ εξάμηνο του 2018.

Οι προβλέψεις για επισφαλή δάνεια στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 64% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε €156 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2018 (κόστος πιστωτικό κινδύνου 108 μ.β.), οδηγώντας την Τράπεζα σε οργανική κερδοφορία ύψους €50 εκατ. έναντι ζημιών €53 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017.

Η ΕΤΕ ολοκλήρωσε στις αρχές Ιουλίου την πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων μη εξασφαλισμένων δανείων Λιανικής και Μικρών Επιχειρήσεων στην Ελλάδα, το ανεξόφλητο κεφάλαιο του οποίου ανέρχεται σε €2,0 δισ. περίπου. Το τίμημα της συναλλαγής, το οποίο διαμορφώθηκε σε περίπου 6% του συνολικού ανεξόφλητου κεφαλαίου, ενίσχυσε το δείκτη CET 1 της Τράπεζας κατά περίπου 18 μ.β..

Η μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων υπερβαίνει το στόχο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) για το Β’ τρίμηνο του 2018 κατά €1,3 δισ., με την Τράπεζα να επιτυγχάνει ήδη τον στόχο του ΕΕΜ για το οικονομικό έτος 2018.

Τα εγχώρια Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν κατά €0,5 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (€0,3 δισ.), με το υπόλοιπο να προέρχεται από λογιστικές διαγραφές.

Στην Ελλάδα, οι δείκτες κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθαν σε 60% και 84%, αντίστοιχα.

Οι εγχώριοι δείκτες Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών διαμορφώθηκαν σε 43% και 30%, αντίστοιχα .

Το εγχώριο κόστος πιστωτικού κινδύνου (CoR) μειώθηκε σε 48 μ.β. από 167 μ.β. το Α’ τρίμηνο του 2018, ενσωματώνοντας ανακτήσεις προβλέψεων σχετιζόμενες με την πώληση του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους €2 δισ. Εξαιρουμένων των εν λόγω ανακτήσεων, το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώνεται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (περίπου στις 110 μ.β.), οδηγώντας την επιστροφή της Τράπεζας σε οργανική κερδοφορία.

Ο δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) υπερβαίνει το 100%. Εισροές καταθέσεων στην Ελλάδα ύψους €0,9 δισ..

Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα ανέρχεται σε μόλις €2,8 δισ. και αντανακλά το πρόγραμμα στοχευμένων συναλλαγών μακροχρόνιας αναχρηματοδότησης (targeted longer-term refinancing operations – TLTROs) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Με μηδενική εξάρτηση από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA) από τα τέλη Νοεμβρίου 2017, ο δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio – LCR) ανέρχεται σε 117%.

Η απόφαση από την ΕΚΤ τον Αύγουστο του 2018 για άρση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού ∆ημοσίου ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης δεν επηρεάζει το κόστος χρηματοδότησης της ΕΤΕ, καθώς τα ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια αντικαταστάθηκαν με καλυμμένα ομόλογα υψηλής διαβάθμισης (ΒΒΒ-).

Οι εγχώριες καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 2% σε τριμηνιαία βάση, παρά τη συνεχιζόμενη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Ποιότητα Δανειακού Χαρτοφυλακίου

Η μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs) συνεχίστηκε στο Β’ τρίμηνο του 2018 και διαμορφώθηκε σε €0,5 δισ. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εκ των οποίων €0,3 δισ. αφορούν στον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων ύψους και €0,2 δισ. σε διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων.

Η τριμηνιαία μεταβολή ενσωματώνει επίσης την πώληση στις αρχές Ιουλίου χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων μη εξασφαλισμένων δανείων Λιανικής και Μικρών Επιχειρήσεων στην Ελλάδα, το ανεξόφλητο κεφάλαιο του οποίου ανέρχεται σε €2,0 δισ. περίπου. Το τίμημα της συναλλαγής, το οποίο διαμορφώθηκε σε περίπου 6% του συνολικού ανεξόφλητου κεφαλαίου, ενίσχυσε το δείκτη CET1 της Τράπεζας κατά περίπου 18 μ.β.

Μετά την εν λόγω πώληση, η Τράπεζα εκπληρώνει ήδη το στόχο του ΕΕΜ για το 2018, διατηρώντας παράλληλα ένα απόθεμα ύψους €1,3 δισ. Η συνολική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων από το τέλος του 2015 ανέρχεται σε €5,5 δισ. και αντικατοπτρίζει αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων επισφαλειών ύψους €2,1 δισ., με το υπόλοιπο να προέρχεται από λογιστικές διαγραφές δανείων (€3,4 δισ.), η πλειοψηφία των οποίων περιλήφθηκε στην πρόσφατη πώληση.

Ο εγχώριος δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων μειώθηκε κατά 50 μ.β. σε τριμηνιαία βάση σε 42,6% το Β’ τρίμηνο του 2018, με το αντίστοιχο ποσοστό κάλυψης από σωρευμένες προβλέψεις να διαμορφώνεται σε 60,1% στην Ελλάδα.

Στην Ελλάδα, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών επίσης παρέμεινε σε αρνητικά επίπεδα (-€199 εκατ. από -€57 εκατ. το Α’ τρίμηνο του 2018). Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών βελτιώθηκε σε 30,4% (-50 μ.β. σε τριμηνιαία βάση), με την κάλυψη δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις να διαμορφώνεται σε 84,0% στην Ελλάδα (82,8% σε επίπεδο Ομίλου).

Στη ΝΑ Ευρώπη, ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών διαμορφώθηκε σε 31,8% το Β’ τρίμηνο του 2018, με το δείκτη κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις να ανέρχεται σε 62,8%.

Ρευστότητα

Οι καταθέσεις του Ομίλου ενισχύθηκαν κατά 2,3% σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε €41,2 δισ. το Β’ τρίμηνο του 2018, αντανακλώντας κυρίως τις θετικές εξελίξεις στον εγχώριο τραπεζικό κλάδο. Στην Ελλάδα, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά €866 εκατ. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο σε €39,3 δισ. Οι καταθέσεις στη Ν.Α. Ευρώπη1 ενισχύθηκαν κατά 2,7% σε τριμηνιαία βάση σε €1,9 δισ. Σε σχέση με το Α’ εξάμηνο του 2017, οι καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 8,2% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας εγχώριες εισροές καταθέσεων ύψους €3,0 δισ., παρά τη συνεχιζόμενη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, ο δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις βελτιώθηκε περαιτέρω σε 73% στην Ελλάδα (75% το Α’ τρίμηνο του 2018) και σε 74% σε επίπεδο Ομίλου.
Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα διατηρείται σε μόλις €2,8 δισ. τον Αύγουστο του 2018 από €12,3 δισ. το τέλος του Δ’ τριμήνου του 2016 και αφορά αποκλειστικά στο πρόγραμμα στοχευμένων συναλλαγών μακροχρόνιας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ. Μετά την αποπληρωμή του ELA στο τέλος Νοεμβρίου 2017, ο δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) ανέρχεται σε 117%.

Η απόφαση από την ΕΚΤ τον Αύγουστο του 2018 για άρση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού ∆ημοσίου ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης δεν επηρεάζει το κόστος χρηματοδότησης της ΕΤΕ, καθώς τα ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια αντικαταστάθηκαν με καλυμμένα ομόλογα υψηλής διαβάθμισης της ΕΤΕ.

Κερδοφορία

Ελλάδα:

Τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ανήλθαν σε €18 εκατ. το Β’ τρίμηνο του 2018 από €10 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, αντικατοπτρίζοντας τη σημαντική αποκλιμάκωση των προβλέψεων για επισφαλή δάνεια (-72% σε τριμηνιαία βάση), η οποία αντιστάθμισε την πτώση στα οργανικά έσοδα (-5% σε τριμηνιαία βάση) και τις ζημίες από χρηματοοικονομικές πράξεις ύψους €9 εκατ. έναντι κερδών €34 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο εν μέσω ενός επιδεινούμενου οικονομικού περιβάλλοντος διεθνώς.

Σε επίπεδο εξαμήνου, η δραστική μείωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου (-168 μ.β. σε ετήσια βάση) οδήγησε στην επιστροφή της Τράπεζας σε οργανική κερδοφορία ύψους €50εκατ. έναντι ζημιών €53 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017. Ο όμιλος σημείωσε κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €28 εκατ. από ζημιές €73 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν σε €255 εκατ. από €269 εκατ. το Α΄ τρίμηνο του 2018, αντανακλώντας την αρνητική επίπτωση από τις αναδιαρθρώσεις δανείων καθώς και τη συνεχιζόμενη απομόχλευση του χαρτοφυλακίου Λιανικής Τραπεζικής, με τα υπόλοιπα των δανείων προς επιχειρήσεις να παραμένουν πρακτικά αμετάβλητα. Τα καθαρά έσοδα από τόκους επιβαρύνθηκαν επιπλέον από την ανατιμολόγηση στεγαστικών δανείων ύψους €0,8 δισ., τα οποία είναι συνδεδεμένα με το επιτόκιο εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου διάρκειας ενός έτους. Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο επίσης μειώθηκε κατά 20 μ.β. σε τριμηνιαία βάση σε 267 μ.β. το Β’ τρίμηνο του 2018. Σε επίπεδο εξαμήνου, τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν πτώση 23% σε ετήσια βάση.

Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες διαμορφώθηκαν σε €54 εκατ. το Α τρίμηνο του 2018 από €57 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω χαμηλότερων προμηθειών Λιανικής Τραπεζικής. Σε σχέση με το Α’ εξάμηνο του 2017, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 3% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας την εξάλειψη της προμήθειας χρηματοδότησης μέσω ELA.

Το αρνητικό αποτέλεσμα από χρηματοοικονομικές πράξεις ύψους €9 εκατ. το Β’ τρίμηνο του 2018 αντανακλά τις ζημίες από παράγωγα (€4 εκατ.) έναντι κερδών ύψους €21εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο. Σε επίπεδο εξαμήνου, η Τράπεζα σημείωσε κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις ύψους €25 εκατ.

Οι λειτουργικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε €220 εκατ. το Β’ τρίμηνο του 2018 από €213 εκατ. το Α’ τρίμηνο του 2018, αντικατοπτρίζοντας την αύξηση των γενικών και διοικητικών εξόδων, λόγω υψηλότερων εξόδων προς τρίτους (αμοιβές νομικών και άλλων συμβούλων και ορκωτών λογιστών). Οι δαπάνες προσωπικού παρέμειναν πρακτικά αμετάβλητες σε €136 εκατ. (+1% σε τριμηνιαία βάση). Συγκριτικά με το Α’ εξάμηνο του 2017, τα λειτουργικά έξοδα ανήλθαν σε €433 εκατ. (+3% σε ετήσια βάση), επίσης επιβαρυνόμενα από αυξημένα γενικά και διοικητικά έξοδα, τα οποία όμως οφείλονται σε εποχικούς παράγοντες που αναμένεται να αντιστραφούν στο Β’ εξάμηνο του έτους. Οι λειτουργικές δαπάνες αναμένεται να μειωθούν μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος Προγράμματος Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού, το συνολικό κόστος του οποίου έχει επιβαρύνει το Β’ τρίμηνο του 2018. Το Πρόγραμμα Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού αναμένεται να ωφελήσει τις δαπάνες προσωπικού στο Β’ εξάμηνο του 2018.

Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις μειώθηκαν σε €35 εκατ. από €121. εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, ενσωματώνοντας ανακτήσεις προβλέψεων απομείωσης σχετιζόμενες με την πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους €2 δισ. Ως αποτέλεσμα, το κόστος πιστωτικού κινδύνου (CoR) αποκλιμακώθηκε σημαντικά σε 48 μ.β. από 167 μ.β. το Α’ τρίμηνο του 2018 και παραμένει χαμηλότερο σε τριμηνιαία βάση, ακόμη και εξαιρουμένων των εν λόγω ανακτήσεων προβλέψεων. Σε επίπεδο Α’ εξαμήνου 2018, το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 108 μ.β. από 276 μ.β. το Α’ εξάμηνο του 2017, οδηγώντας την Τράπεζα σε οργανική κερδοφορία.

ΝΑ Ευρώπη:

Στη ΝΑ Ευρώπη1, Ο Όμιλος σημείωσε κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €3 εκατ. το Β’ τρίμηνο του 2018 από €11 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω υψηλότερων προβλέψεων για επισφαλή δάνεια και αυξημένης φορολογίας.

Σε επίπεδο έτους, τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες διαμορφώθηκαν σε €13 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2018 από €15 εκατ. το προηγούμενο έτος.

Π. Μυλωνάς: Τα αποτελέσματα του Β’ τριμήνου σηματοδοτούν την αντιστροφή των τάσεων στα αποτελέσματα του Ομίλου.

«Τα αποτελέσματα του Β’ τριμήνου 2018 της ΕΤΕ καταδεικνύουν τη συνεχή βελτίωση του Ισολογισμού και σηματοδοτούν την αντιστροφή των τάσεων στα αποτελέσματα του Ομίλου. Πράγματι, μετά την επιστροφή της Τράπεζας σε θετικά λειτουργικά αποτελέσματα κατά το A΄ τρίμηνο, η οργανική κερδοφορία συνεχίζει να ισχυροποιείται στο Β΄ τρίμηνο του 2018» ανέφερε ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΤΕ, Παύλος Μυλωνάς.

«Αναφορικά με την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, η ΕΤΕ ολοκλήρωσε επιτυχώς την πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων μη εξασφαλισμένων δανείων στην Ελλάδα, το ανεξόφλητο κεφάλαιο του οποίου ανέρχεται σε €2,0 δισ. περίπου. Η εν λόγω συναλλαγή ενίσχυσε το δείκτη CET 1 της Τράπεζας κατά περίπου 18 μ.β. Επιπρόσθετα, η ΕΤΕ σημείωσε μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων για 9ο συνεχόμενο τρίμηνο, υπερβαίνοντας το στόχο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) για το Β΄ τρίμηνο κατά περίπου €1,3 δισ. Ως αποτέλεσμα, η Τράπεζα επιτυγχάνει ήδη το στόχο του ΕΕΜ για το 2018, στοχεύοντας στη διατήρηση του σημαντικού αυτού αποθέματος κατά τη διάρκεια του Β’ εξαμήνου.

Από πλευράς ρευστότητας, η ΕΤΕ διατηρεί ένα σημαντικό απόθεμα ρευστότητας μετά την πλήρη αποδέσμευσή μας από τον ELA το Νοέμβριο του 2017. Η απόφαση της ΕΚΤ για άρση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού ∆ημοσίου ως αποδεκτών ενεχύρων στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης έχει μηδενική επίπτωση στο κόστος χρηματοδότησής μας. Σημειώνουμε ότι, η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ αντανακλά αποκλειστικά το πρόγραμμα στοχευμένων συναλλαγών μακροχρόνιας αναχρηματοδότησης (TLTROs), με το Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας της Τράπεζας να ανέρχεται σε 117% τον Ιούλιο.

Όσον αφορά τις επιδόσεις σε επίπεδο κερδοφορίας, η ΕΤΕ παρουσίασε λειτουργικά κέρδη ύψους €44 εκατ. από €25 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, ως αποτέλεσμα της σημαντικής αποκλιμάκωσης του κόστους πιστωτικού κινδύνου. Τα κέρδη προ προβλέψεων θεωρούμε ότι άγγιξαν το χαμηλότερο σημείο τους κατά το Β΄ τρίμηνο, με τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων, την ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες και τη μείωση των λειτουργικών εξόδων να αναμένεται να συμβάλουν στην ανάκαμψη των αποτελεσμάτων του Ομίλου. Ειδικότερα, οι κυριότεροι παράγοντες που θα συντελέσουν στην ενίσχυση της κερδοφορίας μας στο βραχυπρόθεσμο διάστημα είναι το κόστος πιστωτικού κινδύνου σε επίπεδα της τάξεως των 110 μ.β. περίπου, το Πρόγραμμα Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού, το οποίο αφορά σε 500 περίπου εργαζόμενους και αναμένεται να ολοκληρωθεί άμεσα, καθώς και η περαιτέρω περιστολή των γενικών και διοικητικών εξόδων».