• Τράπεζες

    Deutsche Bank & UBS: Γιατί ανεβάζουν τις τιμές στόχους για τις ελληνικές τράπεζες – Οι κορυφαίες επιλογές

    Έλληνες τραπεζίτες: Παύλος Μυλωνάς (Εθνική Τράπεζα) – Βασίλης Ψάλτης (Alpha Bank) – Χρήστος Μεγάλου (Τράπεζα Πειραιώς) – Φωκίων Καραβίας (Eurobank)

    Παύλος Μυλωνάς (Εθνική Τράπεζα) – Βασίλης Ψάλτης (Alpha Bank) – Χρήστος Μεγάλου (Τράπεζα Πειραιώς) – Φωκίων Καραβίας (Eurobank)


    H γερμανική τράπεζα Deutsche Bank και η ελβετική τράπεζα UBS προχώρησαν σε αναβαθμίσεις για τις εκτιμήσεις τους και για τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών μετά τα αποτελέσματα δεύτερου τριμήνου.

    Η Deutsche Bank και ο Alfredo Alonso επισημαίνουν ότι: «Η προτίμησή μας εξακολουθεί να είναι η μετοχή της Eurobank με σύσταση buy και αυξημένη τιμή στόχο στα €2,85 ανά μετοχή από €2,75, δεδομένης της διαρθρωτικής της δύναμης και του περιθωρίου για θετικές εκπλήξεις σε μη απαιτητικούς πολλαπλασιαστές αποτίμησης. Για την Εθνική Τράπεζα έχουμε σύσταση buy και αυξημένη τιμή στόχο στα €9,85 από €9,50 λόγω των εντυπωσιακών επιχειρηματικών επιδόσεών της. Αναγνωρίζουμε τις βελτιώσεις της Τράπεζας Πειραιώς με σύσταση buy και αυξημένη τιμή στόχο στα €5,00 από €4,70. Η σύσταση για την Alpha Bank είναι επίσης buy, με αυξημένη τιμή στόχο στα €2,30 έναντι €2,20, καθώς παραμένει φθηνή ακόμη και αν λάβουμε υπόψη την υστέρηση στις επιδόσεις της έναντι των ομοειδών εταιρειών.

    «Οι καλύτερες προοπτικές, παρά την αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές, δεν τρομάζουν τις ελληνικές τράπεζες που κατέγραψαν ισχυρότερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα το δεύτερο φετινό τρίμηνο. Όλες οι τράπεζες βελτίωσαν τις προβλέψεις τους και έδωσαν λόγους για να στηρίξουν την άποψή τους για μια καλύτερη από τις αναμενόμενες βραχυπρόθεσμες προοπτικές. Το σημαντικότερο σημείο αναφοράς ήταν η σημαντική ανθεκτικότητα του καθαρού εσόδου από τόκους (NII), το οποίο μειώθηκε μόνο κατά 1% σε τριμηνιαία βάση κατά μέσο όρο, χάρη στη σταθερότητα των καταθέσεων. Επιπλέον, ο όγκος των δανείων άρχισε επιτέλους να αυξάνεται. Οι αγορές δεν φαίνεται να ανταμείβουν αυτές τις ισχυρές επιδόσεις. Φέτος, οι μετοχές εξακολουθούν να συμβαδίζουν σε γενικές γραμμές με τον δείκτη των τραπεζών κατά μέσο όρο και υστερούν έναντι των περισσότερων ομοειδών στη νότια Ευρώπης», εξηγεί ο Alonso.

    «Η Eurobank παραμένει η κορυφαία επιλογή μας αλλά όλος ο ελληνικός τραπεζικός τομέας φαίνεται ελκυστικός μετά το πρόσφατο sell-off. Αν και οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα δεν βρίσκονται ακόμη στο ραντάρ των επενδυτών, θεωρούμε ότι οι καλύτερες προοπτικές, η σταθερότητα στο μέλλον σε συνδυασμό με την απαράμιλλη ανάπτυξη και οι πιο ελκυστικοί πολλαπλασιαστές, καθιστούν δύσκολο να αγνοηθούν οι εγχώριες τράπεζες από τους επενδυτές. Ο μέσος όρος του δείκτη P/E είναι της τάξεως των 5 φορών και ο δείκτης P/TBV είναι της τάξεως του 0,5 φορές με 0,8 φορές για δείκτη αποδοτικότητας ενσώματων ιδίων κεφαλαίων RoTE της τάξης του 10% με 15%, επίπεδα χαμηλά λόγω ισχυρού πλεονάζοντος κεφαλαίου», συνεχίζει ο αναλυτής της DB.

    Οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να ξεπερνούν τις προσδοκίες το δεύτερο φετινό τρίμηνο, με συγκρατημένες πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) και την υψηλότερη δραστηριότητα, τόσο στις χορηγήσεις, όσο και στις προμήθειες, τα οποία ήταν τα κυριότερα σημεία του τριμήνου. Αυτό έχει διαλύσει τις ανησυχίες μετά από μερικά τρίμηνα ελαφριάς απογοήτευσης, όσον αφορά τον ρυθμό της ανάκαμψης και τοποθετεί τις ελληνικές τράπεζες ως τις κύριες εξαιρέσεις στην Ευρώπη από πλευράς ανάπτυξης. Οι ισχυρές επιδόσεις στην αποδοτικότητα και τις προβλέψεις παρέχουν επίσης διαβεβαίωση για ισχυρή κερδοφορία στο μέλλον, η οποία υποστηρίζεται από τις αναβαθμίσεις των κατευθυντήριων γραμμών.

    Η ελβετική τράπεζα UBS και ο αναλυτής Stephan Potgieter επισημαίνουν ότι τα περιθώρια ανόδου των ελληνικών τραπεζών είναι ιδιαίτερα υψηλά και έχουν ήδη αναβαθμίσει τις τιμές στόχους μεταξύ 1% και 5% μετά τα αποτελέσματα.

    Οι κορυφαίες επιλογές τους από την ελληνική αγορά μετοχών είναι η Τράπεζα Πειραιώς με δυνατότητα επαναξιολόγησης, επιστροφή σε σταθερή κερδοφορία και συμμετοχή στον κύκλο των εταιρικών πιστώσεων καθώς και η Εθνική Τράπεζα με στοιχεία όπως ποιότητα, υψηλή κερδοφορία και κεφάλαια.

    «Οι τιμές στόχοι είναι τα 2,32 ευρώ για την Alpha Bank με 50% περιθώριο ανόδου, 2,74 ευρώ για τη Eurobank με 38% περιθώριο ανόδου, 11,20 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα με 53% περιθώριο ανόδου και τα 5,70 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και 53% περιθώριο ανόδου. Οι συστάσεις για τις μετοχές είναι «αγορά» (buy). Αναβαθμίσαμε τα κέρδη ανά μετοχή για φέτος κατά 4% για την Alpha Bank, 4% για τη Eurobank, 6% για την Εθνική Τράπεζα και 5,5% για την Τράπεζα Πειραιώς, μετά από ένα τρίμηνο ισχυρών αποτελεσμάτων. Βλέπουμε σημαντικό περιθώριο ανόδου για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς και δυνατότητες διανομής σε υψηλότερα επίπεδα», υπογραμμίζει ο Potgieter.

    «Η Τράπεζα Πειραιώς είχε ένα ισχυρό τρίμηνο με κυριότερα σημεία που περιλαμβάνουν την εκτέλεση επιχειρηματικών πιστώσεων (+5,8%), την επέκταση του καθαρού περιθωρίου τόκων – NIM (+5 μ.β. σε τριμηνιαία βάση), την απόδοση των προμηθειών σε επίπεδα ρεκόρ (93 μ.β. του ενεργητικού) και την αύξηση κεφαλαίου (CET1 +30 μ.β.). Η Εθνική Τράπεζα σημείωσε επίσης καλές επιδόσεις, με εξυπηρετούμενες επιχειρηματικές πιστώσεις (+5,7% τριμηνιαία βάση), διατήρηση του περιθωρίου NIM σε υψηλά επίπεδα (3,22%) και δείκτη αποδοτικότητας RοTE 17,2% επί CET1 18,3%», εξηγεί ο Potgieter.

    «Στον αντίποδα, η Eurobank είχε ένα μέτριο τρίμηνο, όντας υποτονική στην Ελλάδα στις επιδόσεις των εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων (+2,5% τριμηνιαία βάση), με το περιθώριο NIM να συμπιέζεται κατά 8 μ.β., καθώς η απόδοση των δανείων της υποχώρησε και το κόστος καταθέσεων παρέμεινε υψηλό, με τα έσοδα από προμήθειες και χρεώσεις (+4,6% σε ετήσια βάση) να είναι σχετικά αδύναμα. Η Alpha Βank είχε ένα πιο αδύναμο τρίμηνο, καθώς οι επιχειρηματικές πιστώσεις παρέμειναν αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση, αν και επηρεάστηκαν από τις κοινοπραξίες δανείων. Το περιθώριο NIM επί των εσόδων συμπιέστηκε κατά 7 μ.β. στο 2,20% (έναντι στο 2,75%-3,22% των άλλων τραπεζών), ο δείκτης κόστους προς έσοδα αυξήθηκε (40,5% στα βασικά έξοδα) και η εξυγίανση των NPEs κόστισε 100 εκατ. ευρώ περίπου στην κάτω γραμμή», εξηγεί ο Potgieter.

    «Χαρακτηριστικό στοιχείο των αποτελεσμάτων του β΄ τριμήνου είναι η διατήρηση των περιθωρίων επί των τόκων ΝΙΜ σε καλύτερα επίπεδα από τα αναμενόμενα και η ισχυρή εξέλιξη της εταιρικής πίστης στην Ελλάδα (+10,2% σε ετήσια βάση, +3,5% σε τριμηνιαία βάση). Αν και τα περιθώρια NIM έχουν κορυφωθεί, η συμπίεση είναι χαμηλότερη από την αναμενόμενη, καθώς το κόστος χρηματοδότησης και τα beta καταθέσεων παρέμειναν χαμηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Τα περιθώρια NIM αντανακλούν επίσης ήδη σημαντική αρνητική μεταφορά από αντισταθμίσεις κινδύνου που θα αρχίσουν να συμβάλλουν θετικά καθώς τα επιτόκια μειώνονται», καταλήγει ο αναλυτής του ελβετικού οίκου.

     

     



    ΣΧΟΛΙΑ