H Deutsche Bank και ο Alfredo Alonso εξηγούν ότι τα επίπεδα απόδοσης της Τράπεζας Κύπρου είναι καλά τοποθετημένα για συνεχείς ισχυρές επιδόσεις, παρά τις προκλήσεις που θέτει η πτώση των επιτοκίων. Ο οίκος διατηρεί τη σύσταση αγορά (buy) με μικρή αύξηση στην τιμή στόχο στα 7,10 ευρώ.

“Η προληπτική στρατηγική αντιστάθμισης κινδύνων της τράπεζας, η ισχυρή κεφαλαιακή της θέση και η βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της στηρίζουν τις θετικές μας προοπτικές. Αναμένουμε ότι η τράπεζα θα επιτύχει τον στόχο της για το 2024 για δείκτη ROTE πάνω από 19% και θα διατηρήσει υγιή κερδοφορία μεσοπρόθεσμα.

Όσον αφορά το μέλλον, αναμένουμε έναν διαχειρίσιμο αντίκτυπο στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII), με τον σημαντικό αντίκτυπο από τη μείωση των επιτοκίων να μετριάζεται εν μέρει από την αντιστάθμιση κινδύνου και την ενεργή διαχείριση της ρευστότητας και του κόστους καταθέσεων” εξηγεί ο οίκος.

“Αν και ο συνδυασμός Eurobank/Ελληνική Τράπεζα αναμένεται να αυξήσει τον ανταγωνισμό, δεν αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την Τράπεζα Κύπρου, κατά την άποψή μας, καθώς η Eurobank είναι πιθανό να δώσει προτεραιότητα στην κερδοφορία έναντι της επιθετικής αύξησης του μεριδίου αγοράς.

Αυτό, σε συνδυασμό με την υποστηρικτική κυπριακή οικονομία, με την υγιή αύξηση των χορηγήσεων και τα ανθεκτικά spreads, ενισχύει περαιτέρω τις θετικές προοπτικές της Τράπεζας Κύπρου, οι οποίες υποστηρίζονται από μια ισχυρή κεφαλαιακή θέση που επιτρέπει περαιτέρω κεφαλαιακές επιστροφές.

Η επικαιροποιημένη τιμή στόχος μας στα 7,10 ευρώ ανά μετοχή (από 7,04 ευρώ πριν) αντανακλά αυτές τις θετικές προοπτικές και προσφέρει σημαντικό περιθώριο ανόδου (περίπου 60%)”, συνεχίζει ο αναλυτής της τράπεζας.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους παραμένουν ανθεκτικά, αλλά πρόκειται να επηρεαστούν αρνητικά από τα επιτόκια. Με τα NII να μειώνονται μόνο κατά 1% τριμηνιαία στο τρίτο τρίμηνο (λιγότερο από ό,τι αναμενόταν), ο προηγούμενος στόχος της τράπεζας για τα NII της τάξης των 800 εκατ. ευρώ για το 2024 φαίνεται εφικτός, παρά τα χαμηλότερα από τα αναμενόμενα επιτόκια.

“Παρατηρήσαμε σημαντική ανθεκτικότητα στο περιθώριο πελατών, λόγω των καλύτερων από τις αναμενόμενες αποδόσεις χορηγήσεων (μόλις -4μβ. τριμηνιαία), υποστηριζόμενες από τη συμβολή της διαχείρισης ρευστότητας, η οποία αντιστάθμισε τον αντίκτυπο από τον υψηλότερο όγκο καταθέσεων (+2% τριμηνιαία κατά μέσο όρο, κυρίως στις προθεσμιακές καταθέσεις).

Για το δ’ τρίμηνο, αναμένουμε κάποια επιτάχυνση της μείωσης του NII λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων, αλλά θα πρέπει να παραμείνει ανθεκτικό.

Εν προκειμένω, με τη μεγαλύτερη πίεση να προέρχεται από τα χαμηλότερα επιτόκια, η ενημέρωση της τράπεζας σχετικά με την ευαισθησία έδειξε μια σημαντική προσπάθεια αντιστάθμισης, με τις συνολικές αντισταθμίσεις (ένα μείγμα από swaps, reverse repos και ομόλογα) να ανέρχονται σε 8,4 δισ. ευρώ από το γ’ τρίμηνο.

Ως αποτέλεσμα, μια μείωση των επιτοκίων κατά 100 μ.β. θα οδηγούσε σε θεωρητική επίπτωση περίπου 11% στο NII, σε γενικές γραμμές διπλάσια από εκείνη των ομοειδών στη Νότια Ευρώπη, αλλά από την άλλη πλευρά, σε μια μείωση κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τη θεωρητική ευαισθησία που αναμένεται από τον Δεκέμβριο του 2023», καταλήγει ο οίκος.

Διαβάστε επίσης: 

«Υπερ-Τειρεσίας» για οφειλές από 2.000 ευρώ και πάνω – Όλο το σχέδιο για 3 ακόμη «Τειρεσίες»

Ευρωαγορές: Βούλιαξαν οι τραπεζικές μετοχές στη Γαλλία – Ενδοσυνεδριακή νευρικότητα στους ευρωπαϊκούς δείκτες

Attica Bank-Παγκρήτια Τράπεζα: Βιώσιμα περιβαλλοντικά κριτήρια στη χρηματοδότηση της ναυτιλίας