• Τράπεζες

    Alpha Bank: Στα €103,7 εκατ. τα καθαρά κέρδη το 2020

    • NewsRoom

    Alpha Bank


    Ισχυρή λειτουργική επίδοση επηρεασμένη θετικά από τον περιορισμό του κόστους κατέγραψε το 2020 η Alpha Bank, η οποία ανακοίνωσε τα οικονομικά αποτελέσματα έτους, καταγράφοντας κέρδη μετά από φόρους ύψους 103,7 εκατ. ευρώ. 

    Ειδικότερα, όπως αναφέρει η Τράπεζα αναλύοντας τις κύριες εξελίξεις και τα αποτελέσματα της χρονιας, το “Project Galaxy”, η δεύτερη μεγαλύτερη τιτλοποίηση Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) με πιστοληπτική διαβάθμιση στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης της εταιρείας διαχείρισης CEPAL, έχει εισέλθει στο τελικό στάδιο της συναλλαγής: Η Τράπεζα ανακοίνωσε στις 22 Φεβρουαρίου 2021 την επίτευξη δεσμευτικών συμφωνιών με εταιρείες που διαχειρίζεται και συμβουλεύει η Davidson Kempner Capital Management LP, αναφορικά με την πώληση του 80% της θυγατρικής της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, Cepal, και την πώληση του 51% των ομολογιών τιτλοποίησης μεσαίας (Mezzanine) και χαμηλής (Junior) εξοφλητικής προτεραιότητας του χαρτοφυλακίου ΜΕΑ, τα οποία συνιστούν το “Project Galaxy”.

    Επιπλέον, η Alpha Bank θα καταρτίσει με τη Nέα CEPAL πολυετή σύμβαση για τη διαχείριση σε αποκλειστική βάση των υφιστάμενων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) Λιανικής και Επιχειρήσεων της Τράπεζας στην Ελλάδα ύψους 8,9 δισ. ευρώ, καθώς και αντίστοιχων μελλοντικών ροών ΜΕΑ. Η Σύμβαση Διαχείρισης έχει διάρκεια 13 έτη, με δικαίωμα παράτασης. Επιπλέον, η Νέα CEPAL θα διαχειρίζεται τα ΜΕΑ ύψους Ευρώ 10,8 δισ. που περιλαμβάνονται στις Τιτλοποιήσεις Galaxy, καθώς και χαρτοφυλάκια τρίτων επενδυτών, ύψους Ευρώ 4,61 δισ., γεγονός που την καθιστά την μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων στην Ελλάδα. Η συναλλαγή αναμένεται να ολοκληρωθεί κατόπιν λήψεως των σχετικών εποπτικών εγκρίσεων εντός του β’ τριμήνου του 2021. Παράλληλα, η ολοκλήρωση του Hive-Down (απόσχιση κλάδου) αναμένεται έως τον Απρίλιο του 2021 και επίσης υπόκειται στην προηγούμενη λήψη των απαιτούμενων εταιρικών και κανονιστικών εγκρίσεων. Τέλος, η διανομή των ομολόγων τιτλοποίησης του Galaxy στους μετόχους αναμένεται να πραγματοποιηθεί εντός του β’ εξαμήνου του 2021.

    Με την ολοκλήρωση της Συναλλαγής Galaxy, ο ισολογισμός της Alpha Bank μετασχηματίζεται ριζικά, μειώνοντας τους δείκτες ΜΕΑ και ΜΕΔ στην Ελλάδα στο 24% και 13% αντίστοιχα, από 43% και 29% τον Δεκέμβριο του 2020. Επίσης, θα επιτρέψει στην Τράπεζα να μειώσει σημαντικά το κόστος πιστωτικού κινδύνου και να συνεχίσει την απρόσκοπτη υλοποίηση του Στρατηγικού της Σχεδίου, σύμφωνα με τους στόχους κερδοφορίας της. Η επίπτωση του Project Galaxy στον Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας της Alpha Bank είναι εντός του αναμενόμενου ορίου, δηλαδή στις 280 περίπου μονάδες βάσης.

    Στις 4 Μαρτίου 2021, η Alpha Bank ολοκλήρωσε με επιτυχία την έκδοση ομολόγου Tier ΙΙ, ύψους Ευρώ 500 εκατ., με διάρκεια 10,25 έτη και δυνατότητα ανάκλησης μεταξύ 5 και 5,25 ετών, με απόδοση 5,5%. Το ομόλογο είναι εισηγμένο προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο του Λουξεμβούργου – EuroMTF Market. Εν μέσω συνθηκών μεταβλητότητας στις αγορές, η έκδοση συγκέντρωσε ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον και το βιβλίο προσφορών προσέλκυσε ένα ευρύ φάσμα θεσμικών επενδυτών. Η συναλλαγή αυτή σηματοδοτεί τη δεύτερη κατά σειρά έκδοση ομολόγου της Alpha Bank, εξασφαλίζοντας για την Τράπεζα το χαμηλότερο κόστος για ομολογίες Tier ΙΙ μεταξύ των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

    Η έκδοση βελτιστοποιεί περαιτέρω την ισχυρή κεφαλαιακή δομή της Τράπεζας και συμβάλλει στη διαφοροποίηση των πηγών άντλησης κεφαλαίου, ενώ παράλληλα ενισχύει τον Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας κατά περίπου 1,25% (pro forma για τη Συναλλαγή Galaxy).

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, τα Κεφάλαια Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) της Alpha Bank ανήλθαν σε 7,8 δισ. ευρώ, ενώ ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) ανήλθε σε 17,3%, αυξημένος κατά 10 μονάδες βάσης το δ ́ τρίμηνο, καθώς η αρνητική επίπτωση που οφείλεται στα αποτελέσματα περιόδου και το χαμηλότερο αποθεματικό των ομολόγων που αποτιμώνται στην εύλογη αξία και καταχωρούνται στην Καθαρή Θέση (FVOCI) – ως αποτέλεσμα της κατοχύρωσης κερδών του χαρτοφυλακίου ομολόγων – αντισταθμίστηκαν πλήρως από την μείωση των Σταθμισμένων για τον Κίνδυνο Στοιχείων του Ενεργητικού (RWAs), καθώς και από το όφελος που προέκυψε από την τροποποίηση του εποπτικού πλαισίου αναφορικά με τον Κανονισμό για τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας (CRR), στο πλαίσιο αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19. Με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ, ο Δείκτης CET 1 διαμορφώνεται σε 14,8%, αυξημένος κατά 20 μονάδες βάσης σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

    Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (Total Capital Ratio) ανήλθε σε 18,4% στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, παρέχοντας απόθεμα κεφαλαίων ύψους Ευρώ 2 δισ. έναντι του ελάχιστου απαιτούμενου εποπτικού ορίου (OCR) 14%1 . Μετά την επιτυχημένη έκδοση ομολόγου Tier ΙΙ τον Μάρτιο 2021 και λαμβάνοντας υπ’ όψιν την επίπτωση του Project Galaxy που ανήλθε σε 280 μονάδες βάσης, ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας της Alpha Bank παραμένει ισχυρός και διαμορφώνεται στο 16,9%, προσφέροντας επαρκές απόθεμα έναντι των ελάχιστων εποπτικών ορίων, καθώς εξελίσσεται η εξυγίανση του ισολογισμού της Τράπεζας.

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, τα Ενσώματα Ίδια Κεφάλαια ανήλθαν σε  7,7 δισ. ευρώ ή 5,7 δισ. ευρώ (pro forma για τη Συναλλαγή Galaxy). Η Ενσώματη Λογιστική Αξία ανά Μετοχή διαμορφώθηκε σε  5,0 ευρώ ή 3,7 ευρώ (pro forma για τη Συναλλαγή Galaxy).

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, τα Σταθμισμένα για τον Κίνδυνο Στοιχεία του Ενεργητικού (RWAs) διαμορφώθηκαν σε 45,4 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 1,5% ή κατά 0,7 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα του χαμηλότερου πιστωτικού κινδύνου.

    Κατά τη διάρκεια ενός έτους πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης που οδήγησε σε μία άνευ προηγουμένου μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, η Alpha Bank υποστήριξε ενεργά την ελληνική οικονομία και τους Πελάτες της απέναντι στην αβεβαιότητα. Το 2020, οι νέες εκταμιεύσεις δανείων στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτήσεων στο πλαίσιο των κρατικών προγραμμάτων στήριξης, αυξήθηκαν σχεδόν κατά 60% σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε 5,6 δισ. ευρώ,  έναντι 3,5 δισ. ευρώ το 2019, κυρίως στους κλάδους της μεταποίησης, του εμπορίου, των μεταφορών, της ενέργειας και του τουρισμού.

    Ειδικότερα, η Τράπεζα προωθεί ενεργά τη συμμετοχή των Πελατών της στα χρηματοδοτικά προγράμματα στήριξης των Επιχειρήσεων με την εγγύηση φορέων της Ελληνικής Κυβέρνησης, της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Σε αυτή την κατεύθυνση, στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού προγράμματος στήριξης των Επιχειρήσεων «ΤΕΠΙΧ II» εκταμιεύθηκαν 0,4 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους, ενώ οι νέες χρηματοδοτήσεις μέσω του Προγράμματος για τις Επιχειρήσεις με την εγγύηση των φορέων του Ελληνικού Δημοσίου (“State Guaranteed”) ανήλθαν σε 1 δισ. ευρώ.

    Οι συνολικές χορηγήσεις του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε 49,1 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση. Σε ετήσια βάση, τα υπόλοιπα των χορηγήσεων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 0,8 δισ. ευρώ και ανήλθαν σε 42,5 δισ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, το 2020, το χαρτοφυλάκιο Εξυπηρετούμενων Δανείων του Ομίλου αυξήθηκε κατά 5% ή 1,3 δισ. ευρώ και ανήλθε σε 28,2 δισ. ευρώ.

    Το δ’ τρίμηνο 2020, οι συνολικές καταθέσεις του Ομίλου σημείωσαν αύξηση 2,2 δισ. ευρώ και ανήλθαν σε  43,8 δισ. ευρώ (+5,2%). Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, τα υπόλοιπα των καταθέσεων αυξήθηκαν κατά  2,2 δισ. ευρώ (+6,2 %) προερχόμενα κυρίως από καταθέσεις Επιχειρήσεων. Σε ετήσια βάση, τα υπόλοιπα καταθέσεων στην Ελλάδα σημείωσαν αύξηση κατά  3,6 δισ. ευρώ (+8,6%), ως αποτέλεσμα της υψηλότερου ρυθμού αποταμίευσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

    Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα υπόλοιπα των καταθέσεων ανήλθαν σε 5,8 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2020.

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, η χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) παρέμεινε αμετάβλητη και ανήλθε σε 11,9 δισ. ευρώ, καθώς η Τράπεζα έκανε πλήρη χρήση του Προγράμματος Στοχευμένων Πράξεων Μακροπρόθεσμης Αναχρηματοδότησης (TLTRO). Επωφελούμενη από τους ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης από την ΕΚΤ, το κόστος χρηματοδότησης κυμάνθηκε σε αρνητικά επίπεδα το δ’ τρίμηνο 2020 (- 4 μονάδες βάσης) και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, καθώς η Τράπεζα εκτιμά ότι θα επωφεληθεί από το αρνητικό επιτόκιο -1%, υπό την προϋπόθεση επίτευξης του στόχου που έχει τεθεί σύμφωνα με τους όρους χρηματοδότησης μέσω του Προγράμματος TLTRO ΙΙΙ. Το χαρτοφυλάκιο repo της Τράπεζας ανήλθε σε 0,5 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2020 έναντι 6,3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019.

    Ο Δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις βελτιώθηκε περαιτέρω και ανήλθε σε 90% στο τέλος Δεκεμβρίου 2020 έναντι 97% το προηγούμενο έτος, ενώ σε επίπεδο Ομίλου ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) ανήλθε σε 151,3%, ποσοστό αρκετά υψηλότερο του εποπτικού ορίου.

    Παρά τις δυσμενείς συνθήκες λόγω της πανδημίας του Covid-19, το Καθαρό Έσοδο Τόκων παρέμεινε αμετάβλητο σε ετήσια βάση (-0,4%) και ανήλθε σε 1.541,6 εκατ. ευρώ έναντι 1.547,3 εκατ. ευρώ το 2019, ως αποτέλεσμα του βελτιωμένου κόστους χρηματοδότησης που απορρέει κυρίως από την αντικατάσταση των διατραπεζικών συναλλαγών repos με χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα σε χαμηλότερα επιτόκια, το οποίο αντιστάθμισε πλήρως τη χαμηλότερη συνεισφορά των δανείων, λόγω της μείωσης των περιθωρίων χορηγήσεων.

    Το δ ́τρίμηνο 2020, το Καθαρό Έσοδο Τόκων ανήλθε σε 388 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 1,6% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα της θετικής συνεισφοράς που προήλθε από την πλευρά του Ενεργητικού. Συγκεκριμένα, αναφορικά με το Ενεργητικό, η ενίσχυση των μέσων υπολοίπων δανείων λόγω των αυξημένων εκταμιεύσεων επιχειρηματικών δανείων επηρέασαν θετικά το Καθαρό Έσοδο Τόκων κατά 5,1 εκατ. ευρώ, παράλληλα με την αύξηση των περιθωρίων χορηγήσεων που επηρεάστηκαν από την μείωση των επιτοκίων της αγοράς. Επιπλέον, η θετική συνεισφορά που προέκυψε από το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων και άλλων στοιχείων του ενεργητικού ανήλθε σε 4,1 εκατ. ευρώ.

    Όσον αφορά στο Παθητικό, η επίπτωση λόγω των αρνητικών επιτοκίων της αγοράς, καθώς και η αύξηση των καταθέσεων αντιστάθμισαν το όφελος από τα χαμηλότερα επιτόκια καταθέσεων, με αποτέλεσμα την αρνητική συνεισφορά στο Καθαρό Έσοδο Τόκων ύψους 3 εκατ.  ευρώ. Το Καθαρό Επιτοκιακό Περιθώριο ανήλθε σε 2,2%, αμετάβλητο σε τριμηνιαία βάση.

    Το 2020, τα Καθαρά Έσοδα από Προμήθειες ανήλθαν σε 335,3 εκατ. ευρώ, μείωση κατά 1,4% σε ετήσια βάση (ή 4,8 εκατ. ευρώ), που οφείλεται κυρίως στον περιορισμό των εσόδων από προμήθειες που προέρχονται από τραπεζικές εργασίες, λόγω του μειωμένου όγκου συναλλαγών εξαιτίας της πανδημίας. Η επίδοση αυτή αντισταθμίστηκε μερικώς από την ενισχυμένη συνεισφορά των εργασιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου και τραπεζοασφαλιστικών εργασιών.

    Το δ’ τρίμηνο 2020, τα Καθαρά Έσοδα από Προμήθειες ανήλθαν σε 83,8 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 1,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, που οφείλεται κυρίως στη μείωση των συναλλαγών μέσω καρτών λόγω της ευρύτερης μειωμένης συναλλακτικής δραστηριότητας που προκάλεσε το lockdown. Η παραπάνω επίδοση αντισταθμίστηκε μερικώς από την υψηλότερη συνεισφορά των προμηθειών δανείων που προέκυψαν λόγω της αύξησης των εκταμιεύσεων και την θετική συνεισφορά των εργασιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου.

    Τα Αποτελέσματα Χρηματοοικονομικών Πράξεων ανήλθαν σε 429,7 εκατ. ευρώ το δ’ τρίμηνο 2020, κυρίως από χρηματοοικονομικά κέρδη που προέκυψαν από το χαρτοφυλάκιο ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Από τα κέρδη που καταγράφηκαν, ποσό ύψους 171 εκατ. ευρώ σχετίζεται με κέρδη από την ανταλλαγή μέρους των υφιστάμενων Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) που κατείχε τον Δεκέμβριο 2020, και 42 εκατ. ευρώ σχετίζονται με κέρδη από την πώληση της επένδυσης του Ομίλου στην Mastercard. Ως αποτέλεσμα, τα συνολικά Κέρδη από Χρηματοοικονομικές Πράξεις διαμορφώθηκαν σε 690 εκατ. ευρώ το 2020 έναντι 409,6 εκατ.  ευρώ το 2019. Τα Λοιπά Έσοδα διαμορφώθηκαν το 2020 σε 24,4 εκατ. ευρώ.

    Τα Επαναλαμβανόμενα Λειτουργικά Έξοδα για τον Όμιλο μειώθηκαν περαιτέρω κατά 3,6% ή κατά  38,5 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 1.042 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μεταβολής στον αριθμό του Προσωπικού καθώς και της μείωσης των Γενικών Εξόδων. Ως αποτέλεσμα, ο Δείκτης Εξόδων προς Έσοδα μειώθηκε σε 54,8% από 56,5% το προηγούμενο έτος, ενισχύοντας τη λειτουργική αποδοτικότητα. Στην Ελλάδα, τα Επαναλαμβανόμενα Λειτουργικά Έξοδα μειώθηκαν κατά 3,7% σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε  834 εκατ. ευρώ.

    Το 2020, οι Δαπάνες Προσωπικού μειώθηκαν κατά 5,3% σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε 434,4 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης στον αριθμό του Προσωπικού, ως αποτέλεσμα του Προγράμματος Οικειοθελούς Αποχώρησης Προσωπικού (VSS) που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα το 2019. Ο αριθμός του Προσωπικού Ομίλου ανήλθε σε 9.7121 Εργαζομένους στο τέλος Δεκεμβρίου 2020.

    Τα Γενικά Έξοδα διαμορφώθηκαν σε 453 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 5,1% σε ετήσια βάση, επηρεασμένα θετικά από τη μείωση των εξόδων για τη διαχείριση ΜΕΔ και ως αποτέλεσμα στοχευμένων πρωτοβουλιών για μείωση σε έξοδα προβολής και έξοδα τρίτων καθώς και άλλα κύρια έξοδα. Το 2020, οι αποσβέσεις ανήλθαν σε Ευρώ 154,5 εκατ. αυξημένες κατά 6,9% σε ετήσια βάση, κυρίως ως αποτέλεσμα της αύξησης των άυλων περιουσιακών στοιχείων λόγω επενδύσεων σε υποδομές πληροφορικής.

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, το Δίκτυο του Ομίλου αριθμούσε 519 Καταστήματα, έναντι 580 Καταστημάτων στο τέλος Δεκεμβρίου 2019, ως αποτέλεσμα του συνεχιζόμενου προγράμματος εξορθολογισμού του Δικτύου. Τον Δεκέμβριο 2020, τα Καταστήματα στην Ελλάδα ανήλθαν σε 336. Παρά τη μείωση των Καταστημάτων, η παραγωγικότητα, από την αρχή του έτους, σε επίπεδο Καταστήματος έχει βελτιωθεί, με υψηλότερες εκταμιεύσεις δανείων σε Ιδιώτες, καθώς και αυξημένο μερίδιο αγοράς στις καταθέσεις.

    Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 0,6 δισ. ευρώ ως αποτέλεσμα της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (curings) και των αποπληρωμών που συνεχίστηκαν το 2020, παρά την πανδημία, σε χαμηλότερη ωστόσο κλίμακα.

    Μετά τη συναλλαγή Galaxy, ο Δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων στην Ελλάδα μειώνεται στο 24%1 ενώ σε επίπεδο Ομίλου ανέρχεται σε 26,5% στο τέλος Δεκεμβρίου. Τα Δάνεια σε Καθυστέρηση στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 0,4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Με την ολοκλήρωση της συναλλαγής Galaxy, ο Δείκτης Καθυστερήσεων στην Ελλάδα μειώνεται σε 13%1 επί του συνόλου του δανειακού χαρτοφυλακίου και σε 16% σε επίπεδο Ομίλου.

    Το δ ́ τρίμηνο 2020, οι Ζημίες Απομείωσης για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου δανείων ανήλθαν σε Ευρώ 569,5 εκατ., έναντι Ευρώ 168,6 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω της αναγνώρισης πρόσθετων προβλέψεων κατά το δ ́ τρίμηνο, για τις αναμενόμενες μη οργανικές ενέργειες διαχείρισης των ΜΕΑ. Ως αποτέλεσμα, το δ’ τρίμηνο 2020, το κόστος πιστωτικού κινδύνου (CοR) ανήλθε σε 5,8%, ως ποσοστό των χορηγήσεων μετά από προβλέψεις, έναντι μέσου όρου 1,7% το προηγούμενο τρίμηνο.

    Το 2020, οι Ζημίες Απομείωσης για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου δανείων ανήλθαν σε 1.306,1 εκατ. ευρώ ή 3,3% επί του μέσου όρου δανείων, με τις σχετιζόμενες με την πανδημία προβλέψεις να διαμορφώνονται συνολικά σε 283 εκατ. ευρώ. Μη λαμβανομένης υπ’ όψιν της επίπτωσης της πανδημίας, το κόστος πιστωτικού κινδύνου ως ποσοστό των χορηγήσεων μετά από προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 2,6% για το 2020. Οι Λοιπές Ζημίες Απομείωσης ανήλθαν σε 13,4 εκατ. ευρώ.

    Ως αποτέλεσμα, στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, ο Δείκτης Κάλυψης των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων του Ομίλου, μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Galaxy, ανήλθε στο 50%, ενώ στην Ελλάδα στο 48%. Ο Δείκτης Κάλυψης Καθυστερήσεων σε επίπεδο Ομίλου ανήλθε στο 85%, ενώ ο συνολικός Δείκτης Κάλυψης Καθυστερήσεων, συμπεριλαμβανομένων των ενσώματων εξασφαλίσεων, ανήλθε στο 127%.

    Στο τέλος Δεκεμβρίου 2020, το συνολικό απόθεμα των προβλέψεων για τον Όμιλο ανήλθε σε Ευρώ 9,8 δισ., ενώ για την Ελλάδα ανήλθε σε 8,3 δισ. ευρώ.

    Στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα Λειτουργικά Έσοδα για το Έτος 2020 μειώθηκαν κατά 4,8% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 255 εκατ. ευρώ, επηρεασμένα αρνητικά από τη μείωση του Καθαρού Εσόδου Τόκων, ως αποτέλεσμα της χαμηλότερης συνεισφοράς των δανείων, καθώς και των μειωμένων Λοιπών Εσόδων λόγω χαμηλότερων πωλήσεων και εκποίησης περιουσιακών στοιχείων σε σχέση με το 2019, τα οποία αντισταθμίστηκαν μερικώς από την αύξηση στο Καθαρό έσοδο από προμήθειες κατά 2,4 εκατ. ευρώ ή 7,5% σε ετήσια βάση.

    Τα Λειτουργικά Έξοδα ανήλθαν σε 195,4 εκατ. ευρώ, σχεδόν αμετάβλητα σε τριμηνιαία βάση (-0,2%). Το Αποτέλεσμα προ Προβλέψεων μειώθηκε κατά 17,1% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκε σε 59,6 εκατ. ευρώ. Το 2020, οι δραστηριότητες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη κατέγραψαν Ζημίες προ Φόρων  110,2 εκατ. ευρώ, επηρεασμένες αρνητικά από τις αυξημένες προβλέψεις απομείωσης που προέρχονται κυρίως από τις δραστηριότητες του Ομίλου στην Κύπρο και σχετίζονται με την επιδείνωση των μακροοικονομικών παραμέτρων λόγω της πανδημίας του Covid -19, καθώς και αναπροσαρμογές στον υπολογισμό των προβλέψεων για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου.

    Ο Δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις στις δραστηριότητες του Ομίλου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ανήλθε σε 89,8% τον Δεκέμβριο 2020, από 93,7% το προηγούμενο έτος.

    Στην Κύπρο, τα υπόλοιπα δανείων για το δ ́ τρίμηνο 2020 ανήλθαν σε 3,3 δισ. ευρώ (-8,7% σε ετήσια βάση), κυρίως λόγω ενεργειών για τη διαχείριση των ΜΕΑ, ενώ οι καταθέσεις μειώθηκαν κατά 79 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση (-3,7%) και ανήλθαν σε 2,1 δισ. ευρώ. Τα Λειτουργικά Έσοδα μειώθηκαν κατά 7,6% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 97,6 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της χαμηλότερης συνεισφοράς των δανείων, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από την θετική επίπτωση της ανατιμολόγησης των καταθέσεων. Τα Λειτουργικά Έξοδα ανήλθαν σε 72,1 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 9% σε ετήσια βάση, γεγονός που οφείλεται στην επιβάρυνση που προέκυψε από την επαναφορά της εισφοράς στο Ταμείο Εγγυήσεως Καταθέσεων, καθώς και στα έξοδα διαχείρισης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων. Το 2020, οι δραστηριότητες του Ομίλου στην Κύπρο κατέγραψαν Ζημίες προ Φόρων Ευρώ 132,1 εκατ., επηρεασμένες αρνητικά από προβλέψεις ύψους 157,6 εκατ. ευρώ.

    Στη Ρουμανία, τα υπόλοιπα των δανείων παρέμειναν σχεδόν σταθερά σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε Ευρώ 2,6 δισ., ενώ οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 50 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση (+1,9%) και ανήλθαν σε Ευρώ 2,6 δισ., προερχόμενες κυρίως από καταθέσεις Ιδιωτών.

    Τα Λειτουργικά Έσοδα για το 2020, μειώθηκαν κατά 2,8% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 137,8 εκατ. ευρώ, γεγονός που οφείλεται κυρίως σε μη τραπεζικές δραστηριότητες.

    Τα Λειτουργικά Έξοδα ανήλθαν σε  105 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 7% σε ετήσια βάση, λόγω της μείωσης στα Γενικά Διοικητικά Έξοδα, κυρίως ως αποτέλεσμα μείωσης των εξόδων διαφήμισης καθώς και στην επιβάρυνση που προέκυψε από την εισφορά στο Ταμείο Εγγυήσεως Καταθέσεων. Τα Κέρδη προ Φόρων για το Έτος 2020 ανήλθαν σε 21,3 εκατ. ευρώ, επηρεασμένα θετικά από τη σημαντική μείωση των Ζημιών απομείωσης, ως αποτέλεσμα αναστροφής προβλέψεων ύψους 15 εκατ. ευρώ σχετιζόμενων με απομείωση καθυστερήσεων επιχειρηματικών δανείων.

    Στην Αλβανία, τα δάνεια διαμορφώθηκαν σε 282 εκατ. ευρώ (-4,7% σε ετήσια βάση), ενώ τα υπόλοιπα καταθέσεων ανήλθαν σε 512 εκατ. ευρώ (-2,7%). Τα Λειτουργικά Έσοδα ανήλθαν σε 19,6 εκατ. ευρώ, ενώ τα Λειτουργικά Έξοδα σε 18,3 εκατ. ευρώ. Οι Ζημίες προ Φόρων για το 2020 ανήλθαν σε  0,5 εκατ. ευρώ.

    Διαβάστε επίσης:

    Βασίλης Ψάλτης (CEO Alpha Bank): Προσηλωμένοι στο Στρατηγικό μας Σχέδιο καταφέραμε να εκπληρώσουμε μία πληθώρα στόχων

    Πλήρης επιβεβαίωση του mononews: Νέα τιτλοποίηση 2 δισ. ευρώ και δύο νέες πωλήσεις χαρτοφυλακίων κόκκινων δανείων

    Αποκλειστικό: Χωρίς αύξηση μετοχικού κεφαλαίου η Alpha Bank, για το ξεκαθάρισμα του ισολογισμού



    ΣΧΟΛΙΑ