ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δεκατέσσερα χρόνια μετά, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι το Δημόσιο οφείλει να αποζημιώσει πληγείσες επιχειρήσεις, με ποσό 1.562.613 ευρώ συν τους νόμιμους τόκους.
Το ΣτΕ είχε επιδικάσει ακόμα 1.868.000 ευρώ πριν από περίπου 1 χρόνο σε ιδιοκτήτες άλλων καταστημάτων στο κέντρο της Αθήνας.
Με 4 νέες αποφάσεις, οι σύμβουλοι Επικρατείας, ανέτρεψαν επετειακές αποφάσεις βάσει των οποίων το Δημόσιο δεν είχε υπαιτιότητα για τις εκτεταμένες φθορές
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ έκρινε ότι από τις εφετειακές αποφάσεις «δεν προκύπτει ο τρόπος δράσεις των αστυνομικών κατά την διάρκεια των βίαιων επεισοδίων και ειδικότερα δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ενέργειες στις οποίες προέβησαν προκειμένου να αναχαιτίσουν τις επιθέσεις κατά της περιουσίας των πολιτών, ούτε προκύπτει ότι συνελήφθη μέρος έστω των δραστών που προέβησαν σε εμπρησμούς και καταστροφές, δεδομένου ότι στις εφετειακές αποφάσεις οι δράστες αναφέρονται ως «άγνωστοι»».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας τονίζουν ότι «η προστασία της περιουσίας των πολιτών από βιαία επεισόδια που εκδηλώνονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής μαζικής κινητοποίησης πολιτών αποτελεί υποχρέωση των αστυνομικών οργάνων, η εκπλήρωση της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική ευχέρειά τους. Επομένως, αν τα αστυνομικά όργανα παραλείψουν παντελώς να επέμβουν για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η οποία απειλείται, υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, η παράλειψη αυτή είναι παράνομη και συνεπώς συντρέχει η απαιτούμενη για την θεμελίωση αστικής ευθύνης του Δημοσίου προϋπόθεση της παρανομίας» και κατά προέκταση καταβολής αποζημίωσης.
Αναφέρεται επίσης στις αποφάσεις του ΣτΕ ότι «διακριτική ευχέρεια διαθέτουν τα αστυνομικά όργανα μόνο ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργήσουν, δηλαδή ως προς την επιλογή του είδους των μέτρων που πρέπει να λάβουν προς εκπλήρωση της υποχρέωσης τους, δυνάμενα –κατόπιν εκτίμησης- να επιλέξουν και να εφαρμόσουν το καταλληλότερο για την συγκεκριμένη περίπτωση επιχειρησιακό σχέδιο. Σε περίπτωση κατά την οποία τα αστυνομικά όργανα, αν και επεμβαίνουν και επιχειρούν, δεν λαμβάνουν κανένα συγκεκριμένο μέτρο για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η επιλογή της αποχής τους από κάθε ενέργεια ειδικώς προς το σκοπό της προστασίας του ανωτέρω αγαθού, συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειάς τους και για το λόγο αυτό είναι παράνομη».
Δεν συνιστούν περίπτωση ανωτέρας βίας -τονίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας- «έτσι ώστε να δικαιολογήσουν τη μη υποχρέωση του Δημοσίου να καταβάλλει αποζημίωση, σε βίαια επεισόδια ιδιαίτερης μεγάλης έντασης και έκτασης που κλιμακώνονται και εξαπλώνονται σταδιακά και λαμβάνουν χώρας σε πολλά σημεία ταυτοχρόνως, με συνέπεια τη διάσπαση των αστυνομικών δυνάμεων και κατ΄ επέκταση τη μείωση της αποτελεσματικότητάς τους, αν αυτά τα επεισόδια μπορούν να προβλεφθούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και να τεθούν υπό έλεγχο εγκαίρως, πριν δηλαδή εξαπλωθούν και καταστούν ανεξέλεγκτα με τη λήψη άμεσων, αναγκαίων και πρόσφορων μέτρων».