Πρόσκαιρη είναι η πτώση των ελληνικών εξαγωγών νωπών φρούτων και λαχανικών σύμφωνα με τον ειδικό σύμβουλο του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών “Incofruit Hellas” Γιώργο Πολυχρονάκη, ο οποίος τονίζει πως «η μείωση αυτή θεωρείται φυσιολογική ύστερα από μια εκτόξευση που είχαμε το 2016, όταν ο τομέας κατέγραψε σε πολλά προϊόντα ρεκόρ δεκαετίας».
Βάσει στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία και επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος, οι εξαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών μειώθηκαν πέρυσι σε ποσοστό 12,6% σε όγκο και διαμορφώθηκαν σε 1.471,302 τόνους, έναντι του 2016, ενώ η αξία κατέγραψε μείωση κατά 3,7%, σε 1.012.526 εκατ. ευρώ, συγκριτικά με το 2016.
Όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Πολυχρονάκης, κατά μέσο όρο, η ημερήσια ποσότητα κατανάλωσης δεν είναι η προβλεπόμενη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, «πλην, όμως, η τάση της πτωτικής κατανάλωσης φαίνεται να έχει ανατραπεί και μπαίνουμε σε αυξητική τάση.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η παραγωγή φρούτων αυξάνεται κατά τι περισσότερο από 2% ετησίως κατά μέσο όρο, ενώ το εμπόριο φρούτων αυξάνεται κατά 7% ετησίως».
Οι εξαγωγές φρούτων
Βάσει των στοιχείων, την περίοδο του 2017, οι εξαγωγές στα φρούτα μειώθηκαν σε αξία κατά 4,2%, στα 850,524 εκατ. ευρώ και σε όγκο υποχώρησαν κατά 14,3% σε 1.267.465 τόνους. Οι εξαγωγές των λαχανικών παρουσίασαν ελαφρά μείωση, σε ποσοστό 1,2% σε αξία, στα 162 εκατ. ευρώ και κατά 0,4% σε επίπεδο όγκου, σε 203.837 τόνους.
Στα φρούτα, όπως τόνισε ο κ. Πολυχρονάκης, «το πιο αξιοσημείωτο είναι η μείωση σε ποσότητες στα πορτοκάλια (-41,8%) και τα μανταρίνια (-30,2%), με αύξηση όμως των πυρηνόκαρπων (ροδάκινα, νεκταρίνια, βερίκοκα, κεράσια), που σημείωσαν ρεκόρ πενταετίας κατά 12,4%».
Στις φράουλες, σημειώθηκε αύξηση 12,2% και στα νωπά σταφύλια κατά 16,6%, με αμφότερα να σημειώνουν ρεκόρ 10ετίας.
Η μεγάλη μείωση δε των εξαγωγών στα λεμόνια το 2017, κατά 67% σε αξία, στα 4.685.937 εκατ. ευρώ, από 14.181.286 εκατ. ευρώ το 2016 και κατά 67,7% σε όγκο, σε 7.506 τόνους, από 23.221 τόνους πρόπερσι, «ουσιαστικά αποκατέστησε την πραγματικότητα, έναντι της αφύσικης αύξησης του 2016», επισήμανε ο κ. Πολυχρονάκης.
Σύμφωνα με τον ειδικό σύμβουλο της “Incofruit Hellas”, η Ελλάδα, διατηρώντας σταθερή παραγωγή στα φρούτα και λαχανικά, σε περίπου 7,5-8 εκατομμύρια τόνους, με τις συνήθεις ετήσιες διακυμάνσεις μεταξύ προϊόντων, έχει πετύχει σημαντική αύξηση των εξαγωγών της στην τελευταία δεκαετία. Από 1.027.568 τόνους, αξίας 718,8 εκατ.ευρώ το 2007 έφτασε σε 1.683.746 τόνους και 1,051 δισ. ευρώ για το 2016 και σε 1.471.302 τόνους και 1,012 δισ. ευρώ για το 2017.
Στροφή των ευρωπαίων σε ακριβότερα φρούτα
Θέση του Συνδέσμου αποτελεί ότι η αξία των νωπών φρούτων αναμένεται να αυξηθεί ταχύτερα από τον όγκο των ποσοτήτων στην αγορά της ΕΕ κατά τα προσεχή έτη.
«Αυτό συμβαίνει λόγω αλλαγής προτιμήσεως των Ευρωπαίων καταναλωτών για νωπά φρούτα έναντι μεταποιημένων, για ακριβότερα φρούτα σε σχέση με τα παραδοσιακά (π.χ., πορτοκάλια, μήλα και πεπόνια), προς μούρα, φράουλες, φρούτα του δάσους, νέες ποικιλίες πεπονιού, αβοκάντο, μάνγκο, ακτινίδια, νέες ποικιλίες μήλων και επιτραπέζιων σταφυλιών» τόνισε ο κ. Πολυχρονάκης.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι η εγχώρια κατανάλωση φρούτων και λαχανικών είναι σχετικά μικρή, ενώ πρόσθεσε πως «η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων καταναλωτών έχει χτυπηθεί σκληρά από την οικονομική κρίση, για έβδομο χρόνο, πλην όμως η αύξηση των εισαγωγών δείχνει μια βελτίωσή της».
Η απώλεια της ρώσικης αγοράς αντικαθίσταται από τρίτες χώρες
Για το ρώσικο εμπάργκο που συνεχίζεται, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, οι «Έλληνες εξαγωγείς δεν έχουν αποθαρρυνθεί από την απώλεια της ρωσικής αγοράς, η οποία για ορισμένα προϊόντα ήταν ο μεγαλύτερος προορισμός».
Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, ως εναλλακτική λύση των πωλήσεων της ΕΕ και τρίτες χώρες έχουν αυξηθεί και πέρα από την παροχή από όλες τις προμηθεύτριες χώρες κατά τη διάρκεια της περιόδου 2015-2017, η πίεση στις τιμές είναι μεγάλη με μια μικρή βελτίωση την τρέχουσα περίοδο.
Κατά τον κ. Πολυχρονάκη, «η κατάσταση αυτή θα πρέπει να προκαλέσει ανησυχίες όσον αφορά την εμπορική πολιτική μακροπρόθεσμα και να οδηγήσει σε περαιτέρω επέκταση των εξαγωγών μας σε νέες αγορές (π.χ. χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, επιταχύνοντας διμερή φυτοϋγειονομικά πρωτόκολλα)».
Αναφερόμενος στις εισαγωγές, ο ειδικός σύμβουλος της “Incofruit Hellas” επισήμανε πως καταγράφηκε άνοδος για τα λαχανικά (+ 15,6% σε όγκο και + 10,6% σε αξία), και για φρούτα (+17,5% σε όγκο και +8,1% σε αξία), κυρίως για τροπικά (ακτινίδια, ανανάς, μπανάνες, χουρμάδες), αλλά επίσης για λεμόνια και αχλάδια.
Το μέλλον προοιωνίζεται θετικό
Οι ενδείξεις των χειμερινών προϊόντων, σύμφωνα με τον κ. Πολυχρονάκη, είναι ευνοϊκές (εσπεριδοειδή & ακτινίδια) και στο πλαίσιο αυτό εκτιμάται ότι η εμπορική τους περίοδος 2017/18 «θα κλείσει με ρεκόρ στις εξαγωγές ακτινιδίων και μανταρινιών, αποκαθιστώντας την αυξητική τους πορεία τα τελευταία χρόνια με βελτίωση που έχει αρχίσει να φαίνεται στη μεσοσταθμική αξία των εξαγομένων μας νωπών οπωροκηπευτικών προϊόντων».
Πάντως, σύμφωνα με τον ειδικό σύμβουλο του Συνδέσμου, διαπιστώνεται έλλειψη στρατηγικής γεωργικών προϊόντων και καταγράφεται επιτακτική πλέον η ανάγκη χάραξης, τόσο σε επίπεδο καλλιέργειας, όσο και σε εμπορίου, ιδιαίτερα στις εξαγωγές.
«Ο τομέας των οπωροκηπευτικών, για παράδειγμα, οι εξαγωγές των οποίων έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια, έχει ανάγκη από μεταρρύθμιση καθ’ ότι η ζήτηση αναμένεται να υπερβεί την παραγωγή μόλις η εγχώρια κατανάλωση αποκατασταθεί στα προ της κρίσης επίπεδα» τόνισε.
Αναμένοντας ότι το παγκόσμιο εμπόριο φρούτων θα συνεχίσει να αυξάνεται, αφενός λόγω αύξησης του πληθυσμού και αφετέρου της βελτίωσης της οικονομικής ευημερίας, «για να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη ζήτηση για νέα, καλύτερα, καθαρότερα και άλλα προϊόντα μη παραγόμενα στην εγχώρια αγορά, καθίσταται επείγουσα και άμεση η χάραξη πολιτικής».
Οι μέθοδοι καλλιέργειας στην χώρα μας, η επάρκεια της ψυκτικής αλυσίδας και αποθήκευσης, η τυποποίηση, συσκευασία και οι μεταφορές καθιστούν τις επιχειρήσεις μας πιο βιώσιμες, ανταγωνιστικές και επομένως η περαιτέρω εξωστρέφειά τους είναι προφανής και πρέπει να ληφθούν υπόψη για άμεση ενεργοποίηση στρατηγικής, σημείωσε ο κ. Πολυχρονάκης.