Επιστροφή της Ελλάδας από το 2022 στα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και αύξηση του πρωτογενούς ελλείμματος και του δημοσίου χρέους εντός του 2020 προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις διατυπώθηκαν στην έκθεση Δημοσιονομικό Παρατηρητήριο (Fiscal Monitor). Οι προβλέψεις του Ταμείου για το 2020 εδράζονται στη πεποίθηση ότι οι πολιτικές παρεμβάσεις για τη διαχείριση της πανδημίας οδήγησαν σε ταυτόχρονη πτώση των δημοσίων εσόδων και σε απότομη αύξηση των δαπανών.

Ειδικότερα, το Ταμείο τοποθετεί το πρωτόγεννες έλλειμμα για το τρέχον έτος στο 6% και καταγράφει μια πτώση του ΑΕΠ κατά 9,5%. Η συγκεκριμένη εξέλιξη εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στην άνοδο του ελληνικού δημόσιου χρέους για το έτος 2020, το οποίο πιστεύεται ότι θα κυμανθεί στο 205% του ΑΕΠ.

Παρουσιάζοντας την έκθεση, ο διευθυντής του Τμήματος Δημοσιονομικής Πολιτικής του ΔΝΤ Βίτορ Γκασπάρ αναφέρθηκε στις δημοσιονομικές παρενέργειες που έχει επιφέρει η διαχείριση των συνεπειών της πανδημίας στις οικονομίες των κρατών σε διεθνές επίπεδο. Όπως σημείωσε, το συνολικό κόστος των μέτρων που έχουν ληφθεί σε παγκόσμια κλίμακα αγγίζει τα 12 τρισ. δολάρια. «Αυτές οι γραμμές στήριξης έχουν σώσει ζωές, αλλά είναι δαπανηρές, και μαζί με την απότομη μείωση των φορολογικών εσόδων λόγω της ύφεσης έχουν ωθήσει το παγκόσμιο δημόσιο χρέος στο υψηλό όλων των εποχών σχεδόν στο 100% του ΑΕΠ», τόνισε χαρακτηριστικά.

Fiscal Monitor: Οι προβλέψεις για την Ελλάδα

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η χώρα μας θα καταγράψει έλλειμμα 9% το 2020 και έλλειμμα 3% το 2021. Όσον αφορά το πρωτογενές έλλειμμα, το Ταμείο το τοποθετεί στο 6% για το τρέχον έτος.

Παρόλα όμως αυτά, η έκθεση υπολογίζει ότι η χώρα μας θα ισοσκελίσει το πρωτογενές έλλειμμα εντός του 2021 και παρουσιάζει μια θετική εικόνα, καθώς εκτιμά ότι μέσα στα επόμενα χρόνια η χώρα μας θα επιτύχει πρωτόγεννη πλεονάσματα:  1,4% του ΑΕΠ το 2022, 1,9% του ΑΕΠ το 2023, 1,7% του ΑΕΠ το 2024, 1,5% του ΑΕΠ το 2025.

Αρκετά σημαντικά είναι τα στοιχεία που αναφέρει η έκθεση αναφορικά με το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα (αυτό που λαμβάνει υπόψη την ύφεση), το οποίο εκτιμά ότι θα κινηθεί στο 6,3% το 2019, 0,6% το 2020 και στο 4,1% το 2021.

Στην ίδια έκθεση το Ταμείο εκτιμά ότι τα έσοδα το 2020 διαμορφώνεται στο 48,3% του ΑΕΠ, επίπεδα στα οποία σταθεροποιούνται έως και το 2023 για να υποχωρήσουν προς το 45,2% του ΑΕΠ το 2025.

Παρόλα όμως αυτά, το Ταμείο αναμένει ότι θα υπάρξει απότομη αύξηση των δαπανών μέσα στην επόμενη τριετία, 46,2% του ΑΕΠ (το 2019) στο 57,3% του ΑΕΠ το 2020 λόγω των μέτρων στήριξης. Διατηρούνται στο 51,3% του ΑΕΠ το 2021 και στο 50,1% το 2022 και μετά σταδιακά υποχωρούν (στο 46,7% του ΑΕΠ το 2025).

Όσον αφορά το δημόσιο χρέος, το Ταμείο εκτιμά ότι η άμεση πορεία του θα επηρεαστεί από την υψηλή πτώση του ΑΕΠ (9,5% για το 2020), η οποία οφείλεται στα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Υπολόγισε ότι το ακαθάριστο χρέος Γενικής Κυβέρνησης από το 180,9% του ΑΕΠ το 2019 θα αυξηθεί στο 205,2% φέτος, θα διατηρηθεί στο 200,5% του ΑΕΠ το 2021 και μετά θα μειωθεί ταχύτατα στο 187,3% του ΑΕΠ το 2022 και στο 165,9% του ΑΕΠ το 2025.