ο Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και Εθνικός Εκπρόσωπος της Ελλάδας για την Κλιματική Αλλαγή, Χρήστος Ζερεφός
«Οι πυρκαγιές είναι πανευρωπαϊκό, αλλά και παγκόσμιο φαινόμενο, που σχετίζεται με την κλιματική κρίση. Γινόμαστε μάρτυρες πυρκαγιών ακόμα και στη Σιβηρία, αλλά και σε άλλα “απίθανα” μέρη. Η αιτία είναι η μείωση της σχετικής υγρασίας του εδάφους παγκοσμίως λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, αλλά και της μείωσης των βροχοπτώσεων. Η ξηρασία κάνει πιο ευάλωτα όλα τα οικοσυστήματα στην πυρκαγιά. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται προκαλούν αύξηση όλων των ακραίων καιρικών φαινομένων αλλά και ειδικά των πυρκαγιών. Γι΄ αυτό απαιτείται μία πανευρωπαϊκή λύση για την αντιμετώπιση του φαινομένου». Αυτό δήλωσε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και Εθνικός Εκπρόσωπος της Ελλάδας για την Κλιματική Αλλαγή.
Μάλιστα, ο διακεκριμένος καθηγητής, υπενθύμισε ότι ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος και νυν υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Χρήστος Στυλιανίδης είχε καταθέσει μία τέτοιου είδους πρόταση προς την ΕΕ κατά το παρελθόν. Αν και τότε αυτή η πρόταση δεν ευδοκίμησε, σήμερα πρέπει να επανέλθει, επεσήμανε, κάνοντας λόγο για την ανάγκη της ΕΕ να διαμορφώσει μία στιβαρή και συνεκτική πολιτική απέναντι στην αντιμετώπιση και την προσαρμογή στις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Έδωσε έμφαση στην ανάγκη διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την ανεξαρτητοποίησή της από τα ορυκτά καύσιμα.
Ενώ, προανήγγειλε ότι η επικαιροποιημένη έκδοση της Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδας -της οποίας προΐσταται- για το κόστος σε περίπτωση μη προσαρμογής της χώρας μας απέναντι στα φαινόμενα της κλιματικής κρίσης, αναφέρει ότι πρόκειται να ξεπεράσουν κατά πολύ τα 700 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το τέλος του αιώνα. Ωστόσο, εξέφρασε την αισιοδοξία ότι η Ελλάδα θα αρχίσει να προσαρμόζεται με μεγαλύτερη ταχύτητα.
«Στη χώρα μας, εάν ενωθούμε, πολιτικοί και επιστήμονες, αφήνοντας τους ανταγωνισμούς και τον φθόνο στην άκρη, η Ελλάδα μπορεί να τεθεί επικεφαλής σε πανευρωπαϊκό επίπεδο στα συγκεκριμένα ζητήματα», δήλωσε.
Όσον αφορά τις πρόσφατες πυρκαγιές στη χώρα μας, ο κ. Ζερεφός πυρόπληκτος γαρ και ο ίδιος, καθώς διαμένει στο Ντράφι, την ώρα που ακόμα προσπαθεί να επιδιορθώσει τις ζημιές στην κατοικία του σημείωσε την επιτυχή και έγκαιρη προειδοποίηση που εστάλη μέσω του «112», κάνοντας λόγο για σημαντικό βήμα προόδου σε σχέση με το παρελθόν, ωστόσο επεσήμανε ότι δεν έχουν γίνει τα αντίστοιχα βήματα σε επίπεδο πρόληψης.
Επιπλέον, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διεθνούς φήμης καθηγητής, απαιτείται επαγρύπνηση από όλους για σύλληψη των εμπρηστών, αλλά και αυστηροποίηση των ποινών για τέτοιου είδους εγκλήματα. Μάλιστα, πρότεινε να επικηρύσσονται έναντι χρηματικής αμοιβής οι εμπρηστές, αλλά και τη θέσπιση ενός βραβείου για όσους πολίτες καταφέρνουν να συμβάλουν ενεργά στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.
Όπως είπε ο κ. Ζερεφός, φέτος μπορεί να είχαμε πολλές πυρκαγιές, αλλά σβήσανε πιο γρήγορα και μάλιστα χωρίς θύματα. Η πυροσβεστική δούλεψε άριστα και θα έπρεπε να τους απονεμηθεί ένα βραβείο, αλλά και η αστυνομία η οποία συνέβαλε στο να μη θρηνήσουμε νεκρούς. Ενώ εξήρε την καλή συνεργασία των επίγειων και εναέριων μέσων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο κ. Ζερεφός:
Στην Ελλάδα η θερμοκρασία αυξάνεται ραγδαία ειδικά κατά τη θερινή περίοδο με την αύξηση να ξεπερνά τους 2,5 βαθμούς Κελσίου τα τελευταία 100 χρόνια.
Η μέση ετήσια θερμοκρασία στη Μεσόγειο αυξήθηκε περίπου 1,5 βαθμούς Κελσίου, κατά τα τελευταία εκατό χρόνια. Αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω κατά 3-5 βαθμούς Κελσίου έως το 2100. Ενώ, η αύξηση αναμένεται μεγαλύτερη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Επιπλέον, η μέση βροχή κατά την βροχερή περίοδο στη Μεσόγειο μειώθηκε περίπου κατά 15% τα τελευταία 100 χρόνια. Και αναμένεται να εξακολουθήσει να μειώνεται έως και κατά 15 – 30% στα νοτιότερα τμήματα της Μεσογείου μέχρι το τέλος του αιώνα.
Ειδικότερα, στην Ελλάδα, η μέση θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί σε αντίστοιχες με την υπόλοιπη Μεσόγειο τιμές έως το 2100. Ενώ, η μέση βροχή κατά τη βροχερή περίοδο στην Ελλάδα αναμένεται να εξακολουθήσει να μειώνεται έως και κατά 15 – 30% στα νοτιότερα τμήματα της Ελλάδας έως το 2100.
Διαβάστε επίσης