Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών, ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης, Γιάννης Μαρκόπουλος.

Ο Έλληνας συνθέτης έδινε μάχη με τον καρκίνο εδώ και ένα χρόνο. Στις 5 Μαΐου εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Αλεξάνδρα».

1

Πριν από λίγες ημέρες, υποβλήθηκε σε εγχείρηση, ωστόσο, δεδομένου ότι ο οργανισμός του ήταν ιδιαίτερα εξασθενημένος, παρουσιάστηκαν επιπλοκές.

Η οικογένεια του Γιάννη Μαρκοπούλου εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:

«Με θλίψη ανακοινώνουμε ότι σήμερα το απόγευμα απεβίωσε, μετά από σκληρή μάχη με τον καρκίνο, ο μεγάλος εθνικός μας συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος. Η μουσική ψυχή της Ελλάδας σίγησε. Όμως, θα μένει ζωντανή στη μνήμη μας, μέσα από τα τραγούδια του, που τραγουδήθηκαν και θα τραγουδιούνται από γενιές και γενιές Ελλήνων και Ελληνίδων».

Ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες, ο Γιάννης Μαρκόπουλος αποτέλεσε ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας της ελληνικής μουσικής.

Εμπνεύστηκε και δημιούργησε ένα νέο μουσικό κίνημα στο πλαίσιο του οποίου συνδύασε αριστοτεχνικά τον παραδοσιακό, με τον κλασικό και τον σύγχρονο ήχο.

Πολυγραφότατος, συνέθεσε, κατά τη διάρκεια της μακράς διαδρομής του, έργα που καλύπτουν μια ευρύτατη μουσική γκάμα, από έντεχνη μουσική και ορχηστρικά μέχρι όπερες, ορατόρια και μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Το ρεπερτόριό του περιλαμβάνει σημαντικά έργα μελοποιημένης ποίησης, όπως τα «Χρονικό» και η «Ιθαγένεια» σε στίχους Κ.Χ. Μύρη, «Θητεία» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, οι «Μετανάστες» σε ποίηση Γιώργου Σκούρτη, «Ο Στράτης ο θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους» σε στίχους Γιώργου Σεφέρη, οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» σε ποίηση Διονύσιου Σολωμού αλλά και διαχρονικά τραγούδια μεταξύ των οποίων τα «Χίλια μύρια κύματα», «Τα Λόγια και τα χρόνια», «Παραπονεμένα λόγια», «Λένγκω»,«Κάτω στης Μαργαρίτας το αλωνάκι», «Ο τόπος μας είναι κλειστός», «Μιλώ για τα παιδιά μου» κ.α., ερμηνευμένα από τις μεγαλύτερες φωνές του ελληνικού τραγουδιού, όπως ο Νίκος Ξυλούρης, ο Γιώργος Νταλάρας, η Χάρις, η Βίκυ Μοσχολιού αλλά δημοφιλείς τραγουδιστές της νεώτερης γενιάς.

Ποιος ήταν ο Γιάννης Μαρκόπουλος

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες.

Γεννήθηκε το 1939 στο Ηράκλειο Κρήτης. Πατέρας του ο Γεώργιος Μαρκόπουλος, πρώην νομάρχης Λασιθίου και μητέρα του η Ειρήνη Αεράκη από τη Σητεία.

Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Ιεράπετρα, στο ωδείο της οποίας πήρε τα πρώτα του μουσικά μαθήματα στη θεωρία και στο βιολί. Οι πρώτες του επιδράσεις προήλθαν από την τοπική μουσική με τους γρήγορους χορούς και τα επαναλαμβανόμενα μικρά μοτίβα τους, από τη κλασική μουσική, καθώς και από τη μουσική της ευρύτερης ανατολικής Μεσογείου, και ιδιαίτερα της κοντινής Αιγύπτου.

Το 1956 συνέχισε τις μουσικές σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών, με τον συνθέτη Γεώργιο Σκλάβο και τον καθηγητή του βιολιού Joseph Bustidui. Την ίδια εποχή εισήχθη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο για κοινωνικές και φιλοσοφικές σπουδές ενώ παράλληλα συνέθετε για το θέατρο, τον κινηματογράφο και τον χορό.

Το 1963 βραβεύτηκε για την μουσική του στις Μικρές Αφροδίτες του Νίκου Κούνδουρου, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και τον ίδιο χρόνο ανέβηκαν από νέα χορευτικά σύνολα τα μουσικά του έργα Θησέας (χορόδραμα), Χιροσίμα (σουίτα μπαλέτου) και τα Τρία σκίτσα για χορό.

Απ’ τον Οκτώβριο του 1965 μέχρι τον Απρίλιο του 1984 έντυσε με μουσική όλα τα έργα τα οποία παρουσιάστηκαν απ’ το Κουκλοθέατρο Μπάρμπα Μυτούσης. Το Κουκλοθέατρο αυτό τερμάτισε οριστικά τη λειτουργία του στις 15 Απριλίου του 1984.

Το 1967 επιβλήθηκε στην Ελλάδα η δικτατορία και ο Γιάννης Μαρκόπουλος αναχώρησε για το Λονδίνο. Εκεί εμπλούτισε τις μουσικές του γνώσεις με την Αγγλίδα συνθέτρια Elisabeth Lutyens.

Παράλληλα ολοκλήρωσε τη μουσική τελετή Ιδού ο Νυμφίος, έργο που κρατά ανέκδοτο, εκτός ενός τμήματος, του περίφημου Ζάβαρα-κάτρα-νέμια, που αποτελεί ένα τα πιο διάσημα κομμάτια του. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με τους συνθέτες Ιάννη Ξενάκη και Γιάννη Χρήστου και ήρθε σε επαφή με τα πλέον πρωτοποριακά μουσικά έργα. Στο Λονδίνο συνέθεσε ακόμα τους Χρησμούς, για συμφωνική ορχήστρα, και τους πρώτους Πυρρίχιους χορούς Α, Β, Γ, (από τους 24 που ολοκλήρωσε το 2001), οι οποίοι παίζονται, το 1968, από την ορχήστρα Concertante του Λονδίνου στο Queen Elizabeth Hall. Τότε έγραψε και τη μουσική για την Τρικυμία του Σαίξπηρ, που ανεβαίνει από το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, σε σκηνοθεσία David Jones.

Το 1969 επέστρεψε στην Αθήνα για να συμβάλει με τα έργα του στην πορεία για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, δημιουργώντας μια νέα κίνηση για την τέχνη και τη χρησιμότητά της και αναζητώντας την βαθύτερη ενότητα του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον.

Με την είσοδο της δεκαετίας του 1970, ο Γιάννης Μαρκόπουλος πραγματοποίησε καθοριστική στροφή στην πορεία του. Υλοποίησε το μουσικό του όραμα, καταθέτοντας έργα που χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους ως νέα πρόταση και τομή για τη μέχρι τότε ελληνική μουσική πραγματικότητα.

Πρόκειται για έργα που ως ενότητα έχουν επηρεαστεί, στις θεμελιακές αρχές τους, από τις αισθητικές και φιλοσοφικές απόψεις του συνθέτη, με το καθένα όμως από αυτά να είναι διαφορετικό.

Με τις συνθέσεις του καθιέρωσε την ουσία της μουσικής συμβίωσης και τους συσχετισμούς έκφρασης, μεταξύ συμφωνικών και τοπικών οργάνων, μέσω του μελωδικού και ρυθμικού του ορίζοντα, των αρμονικών του δομών και των ηχοχρωμάτων της διάφανης ενορχήστρωσής του.

Παράλληλα πρότεινε εμφατικά την «Επιστροφή στις Ρίζες», εννοώντας τον «σχεδιασμό του μέλλοντος, με ενδοσκόπηση, μελέτη και πλησίασμα των άφθαρτων πηγών της ζωντανής τέχνης του κόσμου και επιλεγμένες σύγχρονες πληροφορίες τέχνης». Η πρότασή του αυτή παίρνει τις διαστάσεις ενός κινήματος τέχνης.

Την ίδια περίοδο, τραγούδια του, όπως οι «Οχτροί», τα «Λόγια και τα χρόνια», τα «Χίλια μύρια κύματα», η «Λένγκω» (Ελλάδα), ο «Γίγαντας», το «Κάτω στης μαργαρίτας το αλωνάκι», το «Καφενείον η Ελλάς», τα «Παραπονεμένα λόγια», το «Μιλώ για τα παιδιά μου» και πολλά άλλα έγιναν σύμβολα και μύθοι.

Το ίδιο συνέβη και με τα μουσικά του έργα «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «Ο Στράτης ο Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους», «Ήλιος ο Πρώτος», «Χρονικό», «Ιθαγένεια», «Οροπέδιο», «Θητεία και Μετανάστες» – σε ποίηση και στίχους Σολωμού, Σεφέρη, Ελύτη, Κ.Χ. Μύρη, Μιχ. Κατσαρού, Ελευθερίου, Σκούρτη, Θεοδωρίδη και δικούς του.

Το 1976 συνέθεσε τη μουσική για την τηλεοπτική σειρά του ΒΒC «Who pays the Ferryman?» και η επιτυχία του μουσικού θέματος παρέμεινε στην κορυφή του βρετανικού Hit-Parade για μήνες, ενώ κάνει τον συνθέτη διεθνώς γνωστό.

Στα επόμενα χρόνια η δημοφιλία αυτή εκφράστηκε με πολλές μετακλήσεις για συναυλίες και ο Μαρκόπουλος έκανε αλλεπάλληλα ταξίδια ανά τον κόσμο, όπως στη Νέα Υόρκη, τη Φιλαδέλφεια, το Σικάγο, το Σαν Φρανσίσκο, το Τορόντο, το Μόντρεαλ, τη Στοκχόλμη, το Άμστερνταμ, τη Νάπολη, το Παρίσι, το Βερολίνο, το Μόναχο, τη Φρανκφούρτη, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο, καθώς και σε διάφορες πόλεις της Ρωσίας και της Αυστραλίας.

Το 1980 παντρεύτηκε την τραγουδίστρια και συνεργάτιδά του Βασιλική Λαβίνα, με την οποία απέκτησε την κόρη τους, Ελένη.

Για μια περίοδο ο συνθέτης αποζήτησε μια πιο ιδιωτική ζωή με την οικογένειά του, ενώ ξεκίνησε την προετοιμασία του για το άνοιγμα ενός νέου κεφαλαίου στη μουσική το.

Στον κορμό των νέων συνθέσεών του εμφανίστηκαν μελωδικά ξεσπάσματα στηριγμένα στην εκτεταμένη πολυτονικότητα της αρμονικής του δομής –καρποί της φαντασίας του– που ενισχύονται από το πάθος μιας ανεξάντλητης ζωτικότητας.

Το 1994 συνέθεσε ένα από τα πιο σημαντικά του έργα, τη «Λειτουργία του Ορφέα» –για φωνή, χορωδία και ορχήστρα– που απευθύνεται φιλοσοφικά στον επαναπροσδιορισμό της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση.

Ακολούθησαν η «Ανα-γέννηση Κρήτη ανάμεσα σε Βενετιά και Πόλη», μουσικό ταξίδι σε 4 ενότητες, η όπερα «Ερωτόκριτος και Αρετή», τα «Σχήματα σε κίνηση», κονσέρτο για πιάνο εμπνευσμένο από τον Πυθαγόρα, τα «Ευήλια τοπία, φαντασία για σόλο φλάουτο», ο «Νόμος της Θαλπωρής», ορατόριο-μουσικό θέαμα για φωνές, χορωδία, ορχήστρα πνευστών, μπαλέτο και εικόνες, «16 Πυρρίχιοι χοροί 1980-2001», «Τρίπτυχο για φλάουτο έγχορδα και άρπα» (2007).

Διαβάστε επίσης:

Ο πολιτικός κόσμος αποχαιρετά τον Γιάννη Μαρκόπουλο