Την αναίρεση (την εξαφάνιση δηλαδή) της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων που οδήγησε σε ναυάγιο τη δίκη για τα δάνεια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, θα εξετάσει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.

Ο κ.Βασίλης Πλιώτας ζήτησε να του αποσταλεί (όταν καθαρογραφεί) η δικαστική απόφαση που ελήφθη την περασμένη Δευτέρα με οριακή πλειοψηφία (2-1), με την οποία έπαυσε η ποινική δίωξη όλων των κατηγορουμένων για το βασικό αδίκημα της απιστίας (και κατ΄επέκταση και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα).

Παρά την αντίθετη άποψη της προεδρεύουσας του δικαστηρίου, οι δύο σύνεδροι έκριναν ότι ο ειδικός εκκαθαριστής του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (η εταιρεία PQH) δεν κατέθεσε εμπρόθεσμα τη δήλωση που απαιτεί ο νέος Ποινικός Κώδικας για τους φερομένους ως παθόντες, ώστε να συνεχιστεί η ποινική διαδικασία για το αδίκημα της απιστίας σε βάρος τραπεζικού ιδρύματος που πλέον διώκεται μόνο κατ’ έγκληση και όχι αυτεπάγγελτα.

Ετσι, η ποινική δίωξη των κατηγορουμένων κηρύχθηκε απαράδεκτη και άπαντες απαλλάχθηκαν από τα κακουργήματα της απιστίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.  Η δίκη θα συνεχιστεί το Σεπτέμβριο μόνο για 5 από τους αρχικά 35 κατηγορουμένους καθώς μόνο αυτοί κάθονται στο εδώλιο και για απάτη.

Η παρέμβαση Πλιώτα

Η παρέμβαση του ανώτατου εισαγγελικού λειτουργού της χώρας ήρθε μετά τα δημοσιεύματα σε όλον τον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο για τις διαδικασίες που οδήγησαν στην παύση της ποινικής δίωξης των κατηγορουμένων και την κατά πλειοψηφία απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.

Αμέσως ζήτησε από το δικαστήριο να του αποστείλει το σκεπτικό της παρεμπίπτουσας απόφασης του (κάτι που δεν προβλέπεται να γίνει άμεσα καθώς πρέπει να προηγηθεί καθαρογραφή) ώστε να μελετηθεί και να κριθεί εάν η απόφαση απαλλαγής είναι πλήρως και νομικά ορθώς αιτιολογημένη. Σε αντίθετη περίπτωση, θα ασκηθεί αναίρεση κατά της απαλλακτικής απόφασης.

 Η έρευνα του εισαγγελέα για τον εκκαθαριστή

Την ίδια ώρα, από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, θα διερευνούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες του ειδικού εκκαθαριστή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου που, σύμφωνα με το δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση, κατέθεσε εκπρόθεσμα τη δήλωση για συνέχιση της ποινικής διαδικασίας σε βάρος όσων κατηγορούνταν για απιστία, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί απαράδεκτη η ποινική τους δίωξη.

Η έρευνα ζητήθηκε, βάσει του άρθρου 38 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ενώπιον του οποίου εκδικάζεται εδώ και ενάμιση χρόνο η πολύκροτη υπόθεση με τα φερόμενα ως επισφαλή δάνεια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου της περιόδου 2008-2010.

Η εταιρεία που ανέλαβε ως ειδικός εκκαθαριστής του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου το 2016, όταν ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας του από την Τράπεζα της Ελλάδος, είχε περιθώριο μέχρι τις 18 Μαρτίου του 2020 να δηλώσει την πρόθεση του για τη συνέχιση της ποινικής δίωξης που το 2014 είχε ασκηθεί αυτεπάγγελτα με βάση τον παλιό Ποινικό Κώδικα αλλά με βάση το νέο ΠΔ απαιτείται έγκληση του παθόντα.

Μέχρι τις 11 Μαρτίου, μόλις 7 μέρες δηλαδή πριν εκπνεύσει η προθεσμία, ο εκκαθαριστής δεν είχε καταθέσει καμία δήλωση στο δικαστήριο.

Από τις 13 Μαρτίου, η μεγάλη περιπέτεια που ακούει στο όνομα Κορωνοϊός, έβαλε μερικό «λουκέτο» και στα δικαστήρια. Αλλά με βάσει τη σχετική ΚΥΑ δόθηκε αναστολή σε όλες τις δικαστικές προθεσμίες.

Στις 13 Απριλίου, ωστόσο, ακολούθησε μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου βάσει της οποίας «η αναστολή των προθεσμιών δεν καταλαμβάνει την προθεσμία δηλώσεων επιθυμίας προόδου εκκρεμών ποινικών διαδικασιών, που είχαν ανοίξει χωρίς την υποβολή εγκλήσεως, με αντικείμενο πράξεις που διώκονταν αυτεπαγγέλτως, για τη δίωξη των οποίων απαιτείται έγκληση».

Μια μέρα μετά, στις 14 Απριλίου, ο ειδικός εκκαθαριστής κατέθεσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών την απαραίτητη δήλωση συνέχισης της ποινικής δίωξης για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.

Σύμφωνα ωστόσο με τα όσα ακούστηκαν στις αρχές Ιουνίου, στην πρώτη μετά-κορωνοϊού συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, δεν είχαν προσκομιστεί όλα τα απαραίτητα έγγραφα και οι δικηγόροι της εκκαθαρίστριας εταιρείας κλήθηκαν από την πρόεδρο να τα προσκομίσουν.

Όπως υποστηρίζει σε ανακοίνωση της η Τράπεζα της Ελλάδος, οι δικηγόροι της PQH είχαν προσπαθήσει και μέχρι τις 18 Μαρτίου να καταθέσουν τη δήλωση αλλά η Εισαγγελία Εφετών δεν παρέλαβε τα σχετικά έγγραφα επικαλούμενη τη μερική αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας.