ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, ο επικεφαλής της Αγίας Έδρας, πνευματικός ηγέτης της μεγαλύτερης θρησκείας στον κόσμο και ιερό πρόσωπο 1.3 δισεκατομμυρίων πιστών, ο Αργεντίνος Πάπας Φραγκίσκος, ή κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, έφυγε σε μια ανάσα, απλά όπως έζησε, αρνούμενος τα μεγαλεία της σπουδαίας του θέση τους, ταγμένος σε μια «εκκλησίας φτωχών», του ελέους, της ταπεινότητας, σαν ανοιχτή αγκαλιά για όλους διαζευγμένους, gay, διεμφυλικούς, αλλόθρησκους, μετανάστες, άστεγους, πληγωμένους, πονεμένους, μοναχικούς, ξεχασμένους.
Για τους ανθρώπους, δηλαδή.
«Ο Χριστός είναι εκεί, όπου υπάρχει πόνος. Στις σιωπές, στα δάκρυα, στα νοσοκομεία, στα στρατόπεδα προσφύγων»
Υπήρξε ο μόνος πάπας, που αφού πήγαν και τον βρήκαν «στο τέλος του κόσμου» όπως είχε πει, δεν έβγαλε κανένα λόγο στους πιστούς παρα μόνο τους χαιρέτισε με ένα «buona sera». Και γονάτισε ταπεινά κι έπλυνε τα πόδια φυλακισμένων γυναικών και μουσουλμάνων προσφύγων, ζήτησε συγγνώμη από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα για τον ομοφοβικό, κακοποιητικό εκκλησιαστικό λόγο, τόλμησε να καταγγείλει τα σεξουαλικά εγκλήματα των καθολικών ιερέων, φίλησε τα φίλησε τα πόδια των θυμάτων βιασμού τους.
Και επισκέφτηκε τους μετανάστες στη Μυτιλήνη και καταδίκασε, αναλαμβάνοντας πολιτική ευθύνη, την αδιαφορία, την αναλγησία, την απονιά της διεθνούς κοινότητας για την προσφυγιά. Και πήγε πεζός, μια ημέρα μετά την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανίας, ς στην πρεσβεία της Ρωσίας για να ζητήσει να σιγήσουν τα όπλα και να θυμίσει πως «ο πόλεμος είναι πάντα ήττα». Και ήρθε κοντά με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, μιλώντας για αδελφοσύνη και επιδιώκοντας διαθρησκειακό διάλογο και να επιστρέψουν Καθολικοί και Ορθόδοξοι σε μόνιμο, κοινό εορτασμό του Πάσχα.
Και νοιάστηκε για το πόνο των Παλαιστίνιων που ζουν στη Γάζα, συναντώντας συγγενείς και ζητώντας να εξακριβωθεί γενοκτονία. Και όρθωσε ανάστημα στον Ντόναλντ Τραμπ, για το πως διώχνει τους μετανάστες απ τη χώρα που γεννήθηκε από αυτούς, παραβιάζοντας την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και διόρισε αρχιεπίσκοπο στις ΗΠΑ μεγάλο αντίπαλο του πρόεδρου για τους μετανάστες. Και έδωσε εντολή στις αρχές του Βατικανού να αφήνουν τους άστεγους να κοιμούνται στους δρόμους γύρω από τον ‘Άγιο Πέτρο και μέσα στην Πλατεία της βασιλικής εκκλησίας. Ο πάπας Φραγκίσκος, με τ όνομα του αγίου «φτωχούλη του Θεού», είναι ήδη μέρος της Ιστορίας, με όνομα, ημερομηνία γένεσης, παύλα, ημερομηνία θανάτου. Μα έδωσε σ αυτή την παύλα, στα 88 χρόνια που κράτησε, όσο μεγαλύτερη αξία και ανθρωπιά και ελπίδα, ανθρώπινα, χωρούσε.
Κάποτε, στη φτωχική συνοικία Φλόρες, στο Μπουένος Άιρες
Ο Πάπας Φραγκίσκος, κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1936 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής και ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά μιας εργατικής οικογένειας Ιταλών μεταναστών. Οι παππούδες του και ο πατέρας του, ο Μάριο μικρός ακόμα, από το Πιεμόντε, θέλησαν να ξεφύγουν από τη φασιστική Ιταλία, που γέμισε θάνατο και σκοτάδι. Από τύχη, καθυστέρησαν και δεν επιβιβάστηκαν σε πλοίο που βυθίστηκε στον ωκεανό χωρίς επιζώντες. Αυτή η ιστορία, θα τον έκανε πάντα να αγωνιά και να γινεται φωνή για τους πνιγμένους μετανάστες και πρόσφυγες στα φουσκωτά, στη Μεσόγειο. Μα ακόμα, τον βρίσκουμε ως παιδί, στην καρδιά της πολυπολιτισμική φτωχογειτονιάς Φλόρες, φτωχό τον ίδιο, ανάμεσα σε φτωχούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, Καθολικούς και Προτεστάντες, ιερόδουλες, εγκληματίες, εργάτες να λιώνουν απ τη σκληρή δουλειά και όλους τους με μια σιωπηλή συνένωση και αλληλεγγύη μεταξύ τους. Ο πατέρας του, ήταν υπάλληλος στους σιδηρόδρομους, δουλεύοντας πολλές ώρες και η μάνα του, η Ρεγγίνα Μαρία Σίβορι, που είχε επίσης Ιταλική καταγωγή, έμενε σπίτι, μεγαλώνοντας τα παιδιά της, να έχουν πίστη, καλό φαγητό, αφού ζύμωνε ψωμί και έκανε χειροποίητα τα ζυμαρικά της και να βοηθάνε όποιον έχει ανάγκη. Για εκείνον ήταν παράδειγμα «καθημερινής αγιότητας», που «ήξερε να αγαπά, να θυσιάζεται και να είναι παρούσα, ακόμα και χωρίς λέξεις». Εκείνη θα μείνει ημιπαράλυτη για ένα μεγάλο διάστημα, μα δεν θα βαρυγκωμήσει, ούτε θα χάσει στιγμή τη πίστη της στη καλοσύνη Θεού αλλά και ανθρώπων. Μα είναι η γιαγιά Ρόζα, «ο πρώτος άνθρωπος που μου μίλησε για τον Ιησού. Όχι με βιβλία, αλλά με την ίδια της τη ζωή», θα πει ο Χορχε ακόμα, Φραγκίσκος, αργότερα, πάπας όλων των Ρωμαιοκαθολικών της γης. «Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, πήγαινα στης γιαγιάς μου, και εκείνη με σταύρωνε και μου έλεγε: «Ποτέ να μη ξεχάσεις τον Χριστό. Ό,τι κι αν γίνει». Και δεν τον ξέχασε.
«Στο γήπεδο, όπως και στην Εκκλησία, όλοι πρέπει να έχουν θέση. Δεν υπάρχουν περιθώρια για αποκλεισμούς. Όλοι παίζουμε»
Ο μικρός Χόρχε, λοιπόν μεγάλωσε ανάμεσα σε κατσαρόλες και μυρωδιές από κόκκινες σάλτσες ντομάτας, βασιλικό και φρεσκοψημένο ψωμί, με το πορτρέτο του πάπα στο τοίχο να προσέχει το σπίτι, με τη φωνή του σπίκερ στο ραδιόφωνο να μεταδίδει αγώνες ποδοσφαίρου. Ποδόσφαιρο έπαιζε και εκείνος στις αλάνες της Φλόρες, χωρίς σταματημό, μέχρι να τον φωνάξουνε, πριν νυχτώσει να γυρίσει σπίτι. «Έπαιζα ποδόσφαιρο μικρός» θα πει, «ήμουν τερματοφύλακας. Ξέρεις γιατί;
Γιατί δεν ήμουν αρκετά καλός για μπροστά»! Θα παραδεχτεί, σε συνέντευξη του, πως η θέση του τερματοφύλακα τον βοήθησε να μάθει να «διαβάζει τις κινήσεις των άλλων» και να «κρατά ψυχραιμία». Ήταν, μάλιστα και μέγας οπαδός της Σαν Λορέντσο ντε Αλμάγρο, που την ίδρυσε μάλιστα ιερέας, βάζοντας τα παιδιά να παίζουν στην αυλή του ναού, για να μην παίζουν ποδόσφαιρο στους δρόμους και στους κινδύνους τους και που κατέκτησε 15 φορές το αργεντίνικο πρωτάθλημα. «Η Σαν Λορένσο είναι ομάδα λαϊκή, με καρδιά» έχει πει «είναι ό,τι ήμασταν εμείς στη γειτονιά: πάθος, φίλοι και φωνές στις ταράτσες».
Είχε κρατήσει τη συνδρομή του στην ομάδα μέχρι και την εκλογή του σε Πάπα. Όταν η Σαν Λορέντσο κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2013, λίγους μήνες μετά την εκλογή του, του έστειλαν το τρόπαιο στο Βατικανό. Το δέχτηκε με συγκίνηση. Στη Ρώμη, πολύ μεγάλος πια, θα υποδεχθεί αντιπροσωπείες από τη Γιουβέντους, τη Μίλαν, την Ίντερ, κυρίως στο πλαίσιο ευρωπαϊκών διοργανώσεων ή ειδικών ακροάσεων, αλλά ποτέ δε θα δείξει προτίμηση για κάποια Ιταλική ομάδα, παραμένοντας «πάπας όλων», ακόμα και στο ποδόσφαιρο! Μόνο, σε μια συνάντηση του με τον Φραντσέσκο Τότι, θα του ξεφύγει μια συμπάθεια για τη Ρόμα, όταν θερμά θα του πει πως «είσαι παράδειγμα για τους νέους, για τον σεβασμό που έδειξες στη φανέλα και στην πόλη σου».
«Πάντα υπάρχει μια σοφία κρυμμένη στις αποτυχίες»
Ήταν έξυπνος, είχε πολλούς φίλους, μα ήταν και ντροπαλός. Κρατούσε ημερολόγιο, διάβαζε Ντοστογιέφσκι και Μπόρχες, και αναρωτιόταν γιατί οι φτωχοί στις συνοικίες να μην έχουν την ίδια μεταχείριση με τους πλούσιους. Τότε και πάντα, αγαπούσε τη μουσική. Του αρέσαν πολύ τα τραγούδια και οι σπαρακτικές ερμηνείες της Εντίθ Πιάφ, αλλά ως Αργεντίνος -και πως αλλιώς;- λάτρευε τις μουσικές του τάνγκο. Έβρισκε πως μιλάνε στο συναίσθημα για πολλά πράγματα, ακόμα και ίσως πιο δραματικά για ήττες.
Πίστευε πως η ζωή, δεν είναι τίποτα άλλο, παρα η τέχνη της συνάντησης. Συμμετείχε με φίλους στο Καρναβάλι, που το θεωρούσε μια μεγάλη απελευθερωτική γιορτή, που τους εξίσωνέ όλους, σε «μια τρέλα υγιή, αγνή και ελεύθερη». Αγάπησε πολύ τον κινηματογράφο και ξεχώριζε μέχρι τέλους, τις ταινίες που έβλεπε με τους γονείς του, του Ροσελίνι, του Ντε Σίκα, του Βισκόντι, των σπουδαίων του ιταλικού νεορεαλισμού. Λάτρεψε το «Ντόλτσε Βίτα» του Φελίνι και το «Λα στράντα», που είδε στα δεκαοκτώ ετών και ένιωσε να ταυτίζεται με αυτό θλιμμένο κινηματογραφικό βλέμμα στην χαμένη αθωότητα και στο δρόμο που ο καθένας από εμάς καλείται να διαλέξει κάποτε στη ζωή του.
«Ο αληθινός έρωτας είναι όχι μόνο συναίσθημα, αλλά και απόφαση. Μια επιλογή να φροντίζεις τον άλλο κάθε μέρα»
Φοίτησε σε δημόσιο σχολείο στο Μπουένος Άιρες και ήταν συγκεντρωμένος, σοβαρός και ήρεμος μαθητής. Οι καθηγητές του τον θυμόντουσαν ως όχι πολύ εκδηλωτικό, αλλά παιδί που πάντα άκουγε με προσοχή και ενδιαφέρονταν για τα κοινωνικά θέματα. Ήταν καλός στις ανθρωπιστικές σπουδές, ιδιαίτερα του άρεσε η ισπανική γλώσσα, η ποίηση και η ιστορία. Στα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες δεν ήταν ενθουσιώδης, αλλά περνούσε τις τάξεις με σταθερές επιδόσεις. «Δεν ήμουν ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος» θα πει ο ίδιος, «ήμουν κάπου στη μέση. Αλλά θυμάμαι να μου άρεσε να παρατηρώ τους ανθρώπους περισσότερο από τους αριθμούς».
Και κάπου στα 13 του, αθώα, αγνά, παιδιά, ερωτεύτηκε. Την έλεγαν Αμαλία Νταμινόι. Ήταν μια γειτονοπούλα του με σγουρά μαλλιά και γλυκό χαμόγελο, που συνήθιζε να πηγαίνει στην εκκλησία με τη γιαγιά της. Έπαιζε με τα άλλα αγόρια, αλλά δεν την έχανε απ το βλέμμα του, μόλις περνούσε από κοντά. Της χάριζε λουλούδια απ τον κήπο του. Κάποιο απόγευμα, έπαιζαν μαζί πιάνο στο σαλόνι κοινών οικογενειακών φίλων.
Εκείνος της είχε φτιάξει μια ζωγραφιά και της γράψει κι ένα γραμματάκι, που της ζητούσε να γίνει το κορίτσι του, καταλήγοντας πως «αν δεν παντρευτώ εσένα, θα γίνω ιερέας». Μα, ο πατέρας της θα την μάλωνε πολύ αν είχε αγόρι! Η Αμαλία αρνήθηκε. «Ήταν ένας πολύ ευγενικός νέος» θα πει εκείνη, μια ωραία ώριμη κυρία, με παιδιά και εγγόνια, στην Ισπανική τηλεόραση, όταν εκείνος είναι πια πάπας. «Αν με είχε ξαναπλησιάσει, λίγα χρόνια πιο μετά, ίσως η ιστορία να ήταν αλλιώς». Ακόμα και αυτό το αθώο, παιδικό αίσθημα, που βγήκε στη δημοσιότητα, ήταν ικανό να κάνει τους αυστηρούς και διττής ηθικής έκφρασης κληρικούς και υψηλούς πιστούς, να αμφισβητήσουν την ιερή φύση του πάπα, που μικραίνει από απαγορευμένα αισθήματα. Εκείνος, θα χαμογελάσει και θα παραδεχτεί πως «ναι! ήταν η Αμαλία. Ήμουν ερωτευμένος, στα 12.
Ήμουν παιδί, αλλά το θυμάμαι. Τη θυμάμαι. Ο Θεός μου είχε φυλάξει άλλο δρόμο». Άφησε τους άλλους να δαιμονοποιούν τον έρωτα και ο ίδιος, στα κηρύγματα και στο τεράστιο ποίμνιο του, σύγχρονα, καθαρά, ανθρώπινα, τον παρουσιάζει ως ιερό, φυσικό κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας. Ανέτεινε σε όσους επέκριναν πως λέει πολλά και λαϊκά και πως δεν έχει σχέση η αγιότητα με σαρκικά ένστικτα και συναισθήματα πως «Ο έρωτας είναι εικόνα του Θεού. Δεν είναι αμαρτία να αγαπάς. Αμαρτία είναι να χρησιμοποιείς τον άλλον».
«Μη φοβάστε την καλοσύνη. Μη φοβάστε την τρυφερότητα. Ο κόσμος έχει ανάγκη από καρδιές που να σπάνε και να ξανακολλάνε, όχι από μάσκες. Όχι από ανθρώπους άψογους, αλλά από ανθρώπους αληθινούς»
Σπούδασε χημεία στο Escuela Técnica Industrial n.º 27 – Hipólito Yrigoyen του Μπουένος Άιρες και εργάστηκε για λίγο ως τεχνικός σε εργαστήριο. Στα 21 του, μια σοβαρή λοίμωξη των πνευμόνων τον κράτησε στο νοσοκομείο, με αφόρητους πόνους και την αίσθηση του τέλους να αιωρείται γύρω του και στα απελπισμένα βλέμματα της οικογένειας του. Άκουγε τους ήχους της μηχανής οξυγόνου και του φαινόνταν, πως η σιωπή του Θεού σκέπαζε τον κόσμο όλο, όταν πήρε την μεγάλη απόφαση. «Αν ζήσω, θα ζήσω για Εκείνον» άνοιξε η αποκάλυψη, βουβή και ισχυρή σαν σεισμός μέσα του. Και έζησε. Κι ακολούθησε το κάλεσμα. Έγινε Ιησουίτης. Έπλενε τα πιάτα στη μονή. Πήγαινε στις φτωχογειτονιές. Άκουγε. Αγκάλιαζε. Ανακούφιζε. Σπούδασε φιλοσοφία στο κολλέγιο του San Miguel και δίδαξε φιλοσοφία και λογοτεχνία σε λύκεια του Μπουένος Άιρες. Κι όταν αργότερα, το 2013, τον κάλεσαν να αναλάβει τον Θρόνο του Αγίου Πέτρου, διάλεξε το όνομα «Φραγκίσκος». Γιατί ήθελε μια Εκκλησία φτωχή για τους φτωχούς. Και γιατί, μέσα του, δεν είχε ξεχάσει τον μικρό Χόρχε, που έπαιζε μπάλα στις αυλές της Φλόρες και κάποτε είχε γράψει γράμμα σε ένα κορίτσι.
«Θέλω μια Εκκλησία που βγαίνει στους δρόμους, που δεν φοβάται να λερωθεί από τη σκόνη της ζωής. Μια Εκκλησία που παρηγορεί και δεν κατακρίνει. Που ανοίγει πόρτες και δεν τις μετράει»
Το 1969, χειροτονήθηκε ιερέας και συνέχισε σπουδές Θεολογίας, ενώ παράλληλα ξεκίνησε να εργάζεται και στη διοίκηση εντός του Τάγματος των Ιησουϊτών. Το 1986, βρέθηκε στη Φρανκφούρτη για να εκπονήσει διδακτορικό στη θεολογία. Ξεκίνησε έρευνα γύρω από τον Γερμανό θεολόγο Ρόμαν Γκουαρντίνι, άλλα δεν ολοκλήρωσε ποτέ το διδακτορικό του, γιατί τον κάλεσαν να επιστρέψει στην Αργεντινή και να αναλάβει διοικητικές ευθύνες στην Εκκλησία. Έγινε αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες και καρδινάλιος. Δεν εγκατέλειψε ποτέ την απλότητα και την ταπεινότητα. Γύρω του η τεράστια πόλη, η πόλη του, γεμάτη κοινωνικές ανισότητες, με το περιθώριο να πληγώνει και το στο κέντρο της ύπαρξης της, οι αποσυνάγωγοι και οι καταπιεσμένοι, τα εσωτερικά και εξωτερικά σκοτάδια, ένας κόσμος, που παραπαίει και φτάνει σε γκρεμούς από τις απανωτές κοινωνικοοικονομικές αναταράξεις του. Μα ο Μπεργκόλιο γινεται ο «καρδινάλιος των φτωχών». Αντί να ζήσει στο αρχιεπισκοπικό μέγαρο, προτίμησε ένα μικρό διαμέρισμα και αντί για την μαύρες, υπερπολυτελείς λιμουζίνες των καρδιναλίων, εκείνος έπαιρνε το λεωφορείο.
Αν οι κληρικοί αυτής του υψηλότατης βαθμίδας της ιεραρχίας, έχουν ειδικούς σεφ, δοκιμαστές και οικονόμους να επιμελούνται την ποιότητα των υλικών για πολυτελή γεύματα, αυτός μαγείρευε μόνος του ή έτρωγε στα συσσίτια το ίδιο φαγητό με τους άπορους και τους άστεγους. Συνήθισαν να βλέπουν τον αρχιεπίσκοπο στις φτωχογειτονιές να επισκέπτεται αρρώστους, φτωχούς, μετανάστες, πρόσφυγες, ξένους και απελπισμένους και να παλεύει με τη μοναξιά, την κοινωνική απομόνωση, την ψυχική ασθένεια και πάντα τη φτώχεια. Η δική του Εκκλησία ήταν έξω στους δρόμους και όχι κλεισμένη σε μεγαλειώδη, πολυτελή γραφεία, με βαριές επιπλώσεις, κόκκινα βελούδα και βαρυτίμους πίνακες στους τοίχους. «Βλέπουμε τον Θεό παρόντα σε όλες εκείνες τις καταστάσεις, όπου νομίζουμε ότι είναι απών» έλεγε «μα είναι παρών στον ανεπιθύμητο επισκέπτη, αγνώριστος, αλλά περπατά στις πόλεις και τις γειτονιές μας, ταξιδεύει με τα λεωφορεία μας και είναι Αυτός που χτυπά τις πόρτες μας».
«Αγάπη σημαίνει να επιτρέπεις στον άλλον να είναι αυτό που είναι, όχι αυτό που θα ήθελες να είναι»
Στις 13 Μαρτίου του 2013, ο Μπεργκόλιο εξελέγη Πάπας, ο πρώτος από τη Λατινική Αμερική και ο πρώτος Ιησουίτης Ποντίφικας. Μέσα στα τόσα ασυνήθιστα, καινοτόμα και ξεχωριστά που έχει κάνει, υπήρξε ο μόνος Πάπας που είχε γράψει και εκδώσει την βιογραφία του, όσο ζούσε, με τίτλο όχι το όνομα του ή κάτι βαρύγδουπα ευφάνταστο, αλλά μια λεξούλα μόλις, «Ελπίδα». Εκεί γράφει για τη στιγμή της εκλογής του και πριν ο λευκός καπνός ανακοινώσει «Habemus Papam!», σύντομα πως «ενώ ακόμη οι καρδινάλιοι χειροκροτούσαν και η διαλογή συνεχιζόταν, ο καρδινάλιος Ουμς ήρθε να με αγκαλιάσει: “Μη λησμονείς τους φτωχούς”, μου είπε.
Η φράση του με σημάδεψε, την ένιωσα στη σάρκα μου». Και δεν τους ξέχασε. Και πίστευε πως «στην αρχή της παπικής μου θητείας, είχα την αίσθηση ότι θα ήταν σύντομη: σκεφτόμουν τρία – τέσσερα χρόνια, όχι περισσότερα». Διαψεύστηκε γιατί «η αλήθεια είναι ότι ο Κύριος είναι το ρολόι της ζωής». Είχε να κάνει πολλά. Και στα τόσα ήδη είπαμε, ξεχωρίζουμε πως χαρακτήρισε την άρνηση παροχής βοήθειας στους μετανάστες ως «βαρύ αμάρτημα». Έγραψε στο βιβλίο του πως «μπορούμε να χτίσουμε τείχη και να φράξουμε τις εισόδους για να έχουμε την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, σε βάρος όσων μένουν απέξω. Όμως δε θα είναι για πάντα έτσι. Η »ημέρα του Κυρίου», όπως περιγράφεται από τους προφήτες, θα καταστρέψει τους φραγμούς που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στις χώρες και θα αντικαταστήσει την αλαζονεία των λίγων με την αλληλεγγύη των πολλών. Ο αποκλεισμός που βασανίζει εκατομμύρια ανθρώπους, δεν μπορεί να διαρκέσει για πολύ ακόμη». Επισκέφθηκε τη Μόρια, συνομίλησε και τον ανέφερε στην αυτοβιογραφία με τον πρωθυπουργό, τότε Αλέξη Τσίπρας, που του είπε για τρεις οικογένειες προσφύγων από τη Συρία, που είχαν τακτοποιήσει τα χαρτιά τους για να μεταναστεύσουν, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν κατάλυμα.
Ήταν 12 άτομα συνολικά, τα έξι ήταν μικρά παιδιά. Τους πήρε όλους μαζί του στην Ρώμη. Υιοθέτησε τις οικογένειες στο όνομα του Βατικανού και λυπήθηκε που δεν μπορούσε να πάρει κι άλλους, να χωρέσουν όλοι, μέσα στους ιερούς χώρους, κάτω από τα φρέσκο του Μιχαήλ Άγγελου και ανάμεσα στα πολύτιμα κειμήλια της θρησκείας και της Δυτικής τέχνης. Δε ρώτησε ούτε τι θρησκεία ήταν, μα ούτε και επέτρεψε καμία προσπάθεια προσηλυτισμού.
Γράφει ακόμη στη βιογραφία του πως «επέστρεψα άλλη μια φορά στο τέλος του 2021, σ’ εκείνο το νησί του Αιγαίου, γιατί για μένα αντιπροσωπεύει την απειλή του ναυαγίου, το οποίο πρέπει πάση θυσία να ξορκίσουμε: το ναυάγιο του πολιτισμού μας. Δεν μπορούμε πια να επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η ντροπή: να συνεχιστούν τα κοντέινερ, η κατατρεγμένη ανθρωπότητα, η αδελφοσύνη που δεν προσφέρθηκε ποτέ, να εκπροσωπούν την Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Ο διάλογος ενέχει ρίσκο, αλλά προτιμώ το ρίσκο παρά τη βέβαιη ήττα που προέρχεται από την απουσία διαλόγου»
Τον επέκριναν ότι δεν έδωσε το αναγκαίο βάρος στην ιεραρχία και στην τελετουργία, ότι μιλούσε μια γλώσσα υπερβολικά απλή η οποία θύμιζε, απλό ιερέα και όχι τον θρησκευτικό ηγέτη του 1.3 δισεκατομμυρίου πιστών, για τον ριζοσπαστικό λόγο και πολλές θέσεις του. Ο Πάπας Φραγκίσκος ανέλαβε την αποστολή να αναμορφώσει την Καθολική Εκκλησία, να δράσει για την καταπολέμηση της διαφθοράς και τη κακοδιαχείρισης στο Βατικανό. Οι προσπάθειές του για μεταρρύθμιση και για να μειώσει την εξουσία των παραδοσιακών καρδιναλίων και του παπικού κράτους, βέβαια προκάλεσαν έχθρες και αντιδράσεις από εκείνους που απειλούταν η ισχύς τους.
Η στάση του για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ και η θέση του για την ευλογία στον γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και τα δικαιώματα τους γενικότερα, προκάλεσε μεγάλες αντιπαραθέσεις. Γνωστός και αμετακίνητος σ όλη του τη ζωή για την έντονη κριτική του στους πολύ πλούσιους που συσσωρεύουν υπερβολικό πλούτο, αλλά και την ανικανότητα του καπιταλιστικού συστήματος να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους έγινε κόκκινο πανί για οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες. Κάποιοι τον κατηγορούν ότι επιδιώκει να παρέμβει υπερβολικά στις οικονομικές πολιτικές ή ότι δεν έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητα των προτάσεών του για την καταπολέμηση της φτώχειας. Έχει ακόμη κατηγορηθεί πως για την πολιτική του στάση, ειδικά όταν ήταν ιερέας και καρδινάλιος στην Αργεντινή. Παρά το γεγονός ότι είναι γνωστός για τη βοήθειά του στους φτωχούς και την υποστήριξη των πιο αδύναμων, υπήρξαν και κατηγορίες που έλεγαν ότι κατά τη διάρκεια της χούντας στην Αργεντινή μεταξύ του 1976 και 1983 δεν αντιστάθηκε δυναμικά στη βία και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πεδίο κριτικής, διαμάχης και αντιπαράθεσης στάθηκε και η στάση του απέναντι στη Θεολογία της Απελευθέρωσης, που συνδέεται με τις προσπάθειες για κοινωνική δικαιοσύνη στην Λατινική Αμερική.
Ο Πάπας Φραγκίσκος έχει δειχθεί ειλικρινής σε σχέση με το να βοηθήσει τους φτωχούς, αλλά κάποια από τα κοινωνικά και πολιτικά δόγματα που συνδέονται με αυτή την κίνηση έχουν επικριθεί από πιο συντηρητικούς κύκλους μέσα στην Εκκλησία. Το 2019, μια ομάδα καρδιναλίων, μεταξύ των οποίων ο Γερμανός καρδινάλιος Γκέρχαρντ Μίλερ, επέκριναν ανοιχτά τις μεταρρυθμίσεις του, υποστηρίζοντας ότι ο Πάπας οδηγεί την Καθολική Εκκλησία σε δρόμους ξένους με την παράδοσή της.
Υπήρξαν πολλές στιγμές που καθολικοί πανεπιστημιακοί υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή όπου καλούσαν τους αρχιεπισκόπους να λάβουν μέτρα κατά του «αιρετικού» Φραγκίσκου, κατηγορώντας τον για υποχωρήσεις στη διδασκαλία της Εκκλησίας. Εκείνος, όμως, δεν πτοήθηκε και τους προσκάλεσε να κάνουν διάλογο. Αντιδράσεις υπήρξαν όμως και από εκείνους, που εκτιμούσαν ότι δεν τόλμησε αρκετά, που περίμεναν περισσότερες μεταρρυθμίσεις, ιδίως στο θέμα της θέσης των γυναικών στην Εκκλησία. Αν και άνοιξε τον δρόμο για να συμμετέχουν γυναίκες σε υψηλές θέσεις στο Βατικανό, δεν προχώρησε στην πλήρη ένταξή τους στη ιεροσύνη. Για αυτούς θεωρήθηκε, πως ναι μεν, είχε τη θέληση αλλά δεν είχε την τόλμη να ολοκληρώσει τις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η καθολική εκκλησία.
«Η ζωή μας είναι περαστική, αλλά η αγάπη και η αλήθεια που αφήνουμε πίσω μας είναι αιώνιες»
«Παρότι ξέρω ότι, ήδη, μού έχει κάνει πολλές, ζήτησα, ακόμη μια χάρη από τον Κύριο. Φρόντισέ με Εσύ, ας γίνει όποτε θέλεις, όμως Εσύ το γνωρίζεις, πως είμαι μάλλον φοβιτσιάρης στον σωματικό πόνο… Γι’ αυτό σε παρακαλώ, ας μην πονέσω πολύ», αυτόν το ανθρώπινο λόγο είχε πει λίγες μέρες πριν φύγει από πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο και μη αναστρέψιμη καρδιακή ανεπάρκεια και ευχόμαστε, πράγματι, να μην πόνεσε πολύ και ούτε να κατάλαβε το τέλος του να πλησιάζει. Μόλις 19 ώρες πριν πεθάνει, στην μεγάλη γιορτή της Ανάστασης, στη πλατεία του Αγίου Πέτρου, ευλόγησε χιλιάδες πιστούς, που του φωνάζαν «Viva il Papa». Έμεινε μέχρι τέλους όχι στα παπικά μεγαλεπήβολα διαμερίσματα του Βατικανού, αλλά σε ένα δωμάτιο με ένα διπλό κρεβάτι και μια ντουλάπα, στον ξενώνα Σάντα Μάρτα.
Είχε δηλώσει πολλές φορές την ανάγκη να γίνουν απλές και ταπεινές οι τελετές της παποσύνης και έτσι θέλησε να γίνει και η ταφή του σε απλό φέρετρο και να μην εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα. Ζήτησε ακόμα να ταφεί έξω από τα τείχη του Βατικανού, στην αγαπημένη Βασιλική Σάντα Μαρία Ματζιόρε, όπου σε μια από τις σημαντικότερες εικόνες της Παναγίας στον καθολικό κόσμο, τη Salus Populi Romani – που σημαίνει Σωτηρία του ρωμαϊκού λαού- συχνά πήγαινε λουλούδια. Τον τελευταίο λόγο, ωστόσο, έχουν οι Καρδινάλιοι, οι οποίοι και θα αποφασίσουν εάν θα ικανοποιήσουν αυτή του την επιθυμία του, που θα τον κάνει τον πρώτο πάπα εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα που θα ταφεί εκτός των Σπήλαια του Βατικανού κάτω από τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου.
Στη διαθήκη του ζητά, ο τάφος να είναι στο χώμα, απλός, χωρίς ιδιαίτερη διακόσμηση και μόνο με μια επιγραφή: Franciscus! Και ο νέος πάπας ετοιμάζεται να εκλεγεί για να συνεχίζει την μεγάλη παράδοση πίστης και τις κρυφές ατζέντες πολιτικής. Και οι σπουδαίοι αυτού του κόσμου, ηγέτες και πλανητάρχες, βασιλείες και διάδοχοι, ωραίες σύζυγοι και πλούσιες κυρίες πολιτικών, φοράνε τα σινιέ τους για να εντυπωσιάσουν στο τελευταίο αντίο σε έναν άγιο. Στο πάπα Φρανσίσκο, που προτιμούσε τους φτωχού για παρέα, που πίστευε και αγάπησε πολύ και που πίσω απ τα ερμητικά κλειστά του βλέφαρα μπορεί πια να είναι πάλι Χορχε, να παίζει μπάλα σε μια αλάνα στο Μπουένος Άιρες, να αγαπάει ένα κορίτσι με σγουρά μαλλιά, που το λένε Αμαλία και η γιορτή του Καρναβαλιού να διαρκεί για πάντα…
Διαβάστε επίσης:
Άρης Μουγκοπέτρος από το ΚΑΤ: Το κράτησα σαν πανίβλακας – Νόμιζα ότι ήταν καπνογόνο (βίντεο)
Ebury: Η επίθεση Τραμπ στη Fed τροφοδοτεί την τάση «Πουλήστε Αμερική»
Χρυσός: Ρεκόρ όλων των εποχών- Έσπασε και το φράγμα των 3.500 δολαρίων
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Ρωσία: Ισχυρή έκρηξη σε περιοχή που βρίσκεται στρατιωτική βάση στην περιφέρεια Βλαντίμιρ
- H Boeing πουλάει την μονάδα Jepessen στον όμιλο Thoma Bravo για 10,55 δισ. δολάρια
- Μακρόν: «Φλερτάρει» με τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές
- Β. Κικίλιας στη συνάντηση με ΠΝΟ: Θα συνεργαστούμε με εντιμότητα και ειλικρίνεια προς όφελος των ναυτικών και της ναυτιλιακής κοινότητας
