Διαφωνεί η Εισαγγελία Πρωτοδικών με την πρόσφατη καταδίκη του ιδρυτή της Κιβωτού του Κόσμου μόνο για 5 από τις 19 πράξεις κακοποίησης ανηλίκων και τον ξαναστέλνει στο εδώλιο να δικαστεί ξανά και για τις κατηγορίες που αθωώθηκε.
Η Αγγελική Τριανταφύλλου είναι η εισαγγελέας που μελέτησε το αποδεικτικό υλικό της πολύμηνης δικης και προχωρησε στην άσκηση έφεσης για όλες τις αθωωτικές αποφάσεις. Και για τις επιμέρους πράξεις που ο πατήρ Αντώνιος και οι 4 συγκατηγορουμενοι του κρίθηκαν αθώοι αλλά και για τις αθωώσεις απ όλες τις κατηγορίες των υπολοίπων 3 υπαλλήλων της Κιβωτού.
 «Οι κατηγορούμενοι τέλεσαν τις αποδιδόμενες σε αυτούς πράξεις για τις οποίες απαλλάχθηκαν και κατά συνέπεια έπρεπε να κηρυχτούν ένοχοι και να καταδικαστούν στην ανάλογη ποινή», αναφέρει η εισαγγελέας στην έφεση της.
Η πρωτόδικη απόφαση
Στις 14 Νοεμβρίου το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ομόφωνα καταδίκασε τον ιερέα  για 5 πράξεις σωματικών βλαβών σε βάρος 9 αγοριών. Επίσης ομόφωνα τον απάλλαξε για τις υπόλοιπες 14 κακοποιήσεις περίπου 20 ανήλικων φιλοξενούμενων στην Κιβωτό του Κόσμου.
Στον ιδρυτή της Οργάνωσης αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικο του σύννομου βίου και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 51 μηνών, εξαγοράσιμη προς 10 ευρώ τη μέρα.
Ο πατήρ Αντώνιος  μέσω των δικηγόρων του υποστήριξε στο δικαστήριο ότι δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξαγοράσει την ποινή του καθώς όπως είπε, εισπράττει ένα μισθό, δεν έχει σπίτι ούτε άλλη περιουσία. Τελικά οι δικαστές ανέστειλαν  την εκτέλεση  της ποινής του  μέχρι το Εφετείο του. Την ίδια ημέρα ο ιερέας είχε ασκήσει έφεση διεκδικώντας την πλήρη απαλλαγή του.
“Είμαι αθώος. Δεν σας προδωσα”, είχε δηλώσει φεύγοντας από τα δικαστήρια, εμφανώς απογοητευμένος.
Ένοχοι για  σωματικές βλάβες σε ανήλικους κρίθηκαν πρωτόδικα οι 4 από τους 7 κατηγορούμενους πρωην υπαλλήλους της Κιβωτού.
Τους επιβλήθηκαν ποινές από 17 έως 40 μήνες, με αναστολή και  το ελαφρυντικό του συννομου βίου.
Το σκεπτικό της έφεσης
Η εισαγγελέας άσκησε την έφεση κατα της πρωτόδικης απόφασης με το σκεπτικό ότι οι αθωώσεις των κατηγορουμένων προέκυψαν «κατά εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού».
Η εισαγγελέας κρίνει  ότι από τα στοιχεία και τις μαρτυρίες κατά τη διάρκεια της δικης προέκυψε ξεκάθαρα ότι τα παιδιά που φιλοξενούνταν σε δομές της Κιβωτού ήταν θύματα καταναγκαστικής εργασίας και μάλιστα σε ακραίες συνθήκες, με βαριές δουλειές  όπως γεωργικές εργασίες, με χρήση ακόμα και επικίνδυνων εργαλείων, για πολλές ώρες, ανεξαρτήτως ηλικίας και σε συνθήκες αφόρητης ζέστης.
Οι σκληρές εργασίες, κατα την εισαγγελέα, αμείβονταν με κουπόνια τα οποία είχαν ελάχιστο αντίτιμο. Εκείνοι που δεν είχαν καλές επιδόσεις εξαναγκάζονταν να εργαστούν περισσότερο από τους άλλους. Και όλα αυτά σε βάρος της εκπαίδευσης τους. Όπως  αναφέρει η εισαγγελέας στην έφεση της:
 «Προφανώς κάτι τέτοιο ενισχύει τα στοιχεία ιδρυματισμού και της αποκοπής των παιδιών σε πρόσβαση σε ουσιαστικές δεξιότητες. Η γεωργική σχολή της Κιβωτού ήταν όχι απλώς άτυπη… αλλά και δεν ήταν καν σχολή αλλά απλό πρόσχημα που διευκόλυνε στο να αποκρύπτεται και να δικαιολογείται η υπαγωγή των παιδιών  συλλήβδην και χωρίς καν να ερωτηθούν στο καθεστώς αναγκαστικής και εξαντλητικής εργασίας.»
Για την απαλλαγή των κατηγορουμένων από τις κατηγορίες που αφορούν σε απομόνωση 4 παιδιών η εισαγγελέας εκτιμά ότι από την ακροαματική διαδικασία προέκυψε πως «η απομόνωση αποτελούσε ένα μέτρο σωφρονισμού της δομής».
Πλέον αναμένεται ο προσδιορισμός της δίκης σε δεύτερο βαθμό του πατρός Αντωνίου και των 7 συγκατηγορουμένων του.