Αναρμόδιο να κρίνει πειθαρχικές ποινές σε βάρος δικαστικών λειτουργών αποφάνθηκε ότι είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), απορρίπτοντας την προσφυγή συνταξιούχου εισαγγελέως που είχε χειριστεί την έρευνα για τα δάνεια της Marfin του Ανδρέα Βγενόπουλου.

Η Γεωργία Τσατάνη είχε τιμωρηθεί με στέρηση μισθού 60 ημερών για τους χειρισμούς της στην υπόθεση του εκλιπόντος επιχειρηματία. Η συνταξιούχος εισαγγελέας Εφετών ζητούσε από το Συμβούλιο της Επικρατείας να ακυρώσει τη δευτεροβάθμια πειθαρχική της τιμωρία, υποστηρίζοντας ότι έχει παραβιαστεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και η ελληνική νομοθεσία.

Ωστόσο, το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε ως απαράδεκτη την αίτηση ακύρωσης κρίνοντας ότι αρμόδιο είναι το δικαστήριο του Λουξεμβούργου (Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης).

Σύμφωνα με το σκεπτικό της υπ αριθμόν 1893/2023 απόφασης, τα πειθαρχικά συμβούλια αποτελούν «δικαστήρια» κατά την έννοια των άρθρων 6 ΕΣΔΑ, 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. και 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ), ενώ κατά τα άρθρα 91 § 4 του Συντάγματος και 105 § 6 του νόμου 1756/1988 οι αποφάσεις τους δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως» ενώπιον του ΣτΕ.

Η κα Τσατάνη είχε τιμωρηθεί πειθαρχικά για την αφαίρεση της δικογραφίας της Marfin του Ανδρέα Βγενόπουλου από την Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς, την οποία ερεύνησε η ίδια και τελικώς αρχειοθέτησε.

Διαβάστε επίσης:

Παπαθανάσης: Έργα αντιπλημμυρικής προστασίας στο Ρέμα Σαπφούς στο Μαρούσι

Ελληνικό Κτηματολόγιο: Αυτά είναι τα νέα υποκαταστήματα που ξεκινούν τη λειτουργία τους

Σακελλαροπούλου: Οι ανεξάρτητες αρχές, πυλώνες ασφάλειας του Δικαίου και δείκτες ποιότητας της Δημοκρατίας