Την αντίθεσή της στη συμμετοχή εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών στα πειθαρχικά και δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου και στην επιτροπή δεοντολογίας της ΕΠΟ εκφράζει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων.

Όπως εξηγεί με ανακοίνωσή της η μεγαλύτερη δικαστική ένωση, εμμένει στη θέση που έχει εκφράσει κατά το παρελθόν, ότι η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών σε τέτοιου είδους επιτροπές οδηγεί στο διασυρμό και στη διαπόμπευση κάθε φορά που οι αποφάσεις δεν είναι οι επιθυμητές.

Παράλληλα, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων διατυπώνει τις επιφυλάξεις της για τη συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στη νέα ενοποιημένη Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος, που θα απορροφήσει την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς.

Οι δικαστικοί λειτουργοί υποστηρίζουν ότι η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση όσων υπηρετούν στην Οικονομική Εισαγγελία δημιουργεί ένα πεδίο απόλυτης συγκέντρωσης εξουσιών σε ένα μόνο πρόσωπο και μία ομάδα «επιλέκτων» , παραβιάζοντας την αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των εισαγγελέων και την αρχή του φυσικού δικαστή.

Αναλυτικά η ανακοίνωση:

«Η Ένωση έχει τοποθετηθεί ήδη τόσο με ανακοίνωσή της όσο και κατά την ακρόαση των φορέων στη Βουλή για το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Κάναμε συγκεκριμένη πρόταση για την εικονοτηλεδιάσκεψη, εκφράσαμε τις απόψεις μας για την επανασυζήτηση των υποθέσεων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, διατυπώσαμε τις αντιρρήσεις μας για τη φωτογραφική διάταξη του άρθρου 40.

Συμπληρωματικά τοποθετούμαστε σε άλλες δύο διατάξεις του Σχεδίου Νόμου. Η πρώτη αφορά στη συγκρότηση πειθαρχικών και δικαιοδοτικών οργάνων του ποδοσφαίρου καθώς και στην επιτροπή δεοντολογίας της ΕΠΟ από δικαστικούς λειτουργούς. Ήδη από την ψήφιση του ν. 4326/2015 διατυπώσαμε τις έντονες αντιρρήσεις μας για τη συμμετοχή εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών σε τέτοιου είδους επιτροπές αφού θεωρούσαμε βέβαιη την διαπόμπευση και τον διασυρμό τους κάθε φορά που οι αποφάσεις τους δεν ήταν επιθυμητές.

Οι εξελίξεις δικαίωσαν πλήρως τις θέσεις μας. Εμμένουμε λοιπόν στο κύριο αίτημά μας να διαφυλαχτεί το κύρος της Δικαιοσύνης με την μη συμμετοχή τακτικών δικαστικών λειτουργών. Σε κάθε περίπτωση το άρθρο 48 του Σχεδίου Νόμου το οποίο προβλέπει την επιλογή των δικαστικών λειτουργών από τα Τριμελή Συμβούλια Διεύθυνσης των Δικαστηρίων θα πρέπει να τροποποιηθεί και να αναθέτει την σχετική αρμοδιότητα στις Ολομέλειες των Δικαστηρίων.

Στο Σχέδιο Νόμου (άρθρα 65 επ.) προβλέπεται επίσης η ενοποίηση των θέσεων του εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος και του εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς και ορίζεται μεταξύ άλλων ότι οι εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση και τις εργασίες του τμήματος συνεπικουρούν έξι (6) εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών, από τους οποίους οι πέντε (5) επιλέγονται από την Ολομέλεια της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και ο ένας (1) από την Ολομέλεια της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης.

Πέραν του γεγονότος, ότι κατ’ επανάληψη επισημάναμε την αντίθεση μας στην δημιουργία τέτοιων θέσεων με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, αφενός διότι παρακάμπτεται με τον τρόπο αυτό η αρχή του φυσικού δικαστή και δημιουργείται ένα πεδίο απόλυτης συγκέντρωσης εξουσιών σε ένα μόνο πρόσωπο, αφετέρου διότι παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης των συναδέλφων εισαγγελέων στο μέτρο που θεμελιώνεται χωρίς προκαθορισμένα και συγκεκριμενοποιημένα από πριν κριτήρια, μία ομάδα “επίλεκτων” Εισαγγελέων, εντούτοις είναι περισσότερο αξιοκρατική η ρύθμιση της επιλογής των Εισαγγελικών Λειτουργών που θα συνεπικουρούν τους Εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος από τις οικείες Ολομέλειες των Εισαγγελιών και όχι από τους διευθύνοντες τις Εισαγγελίες.»