“Δόξα τω Θεώ, σώσαμε τα παιδιά αυτό μετράει”. Μια φράση βγαλμένη μέσα από λυγμούς από την Ελισάβετ Σπυρίδη. Εκείνη και ο σύζυγός της έκρυψαν στην αγκαλιά τους τα 2 εγγόνια τους και κατάφεραν να τα γλιτώσουν από τις φλόγες. 145 ημέρες μετά, ο σύζυγός της έφυγε από τη ζωή.
«Ήταν φρίκη, ήταν κόλαση», κατέθεσε η μάρτυρας στη δίκη των 21 κατηγορουμένων για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Και περιέγραψε κλαίγοντας στους δικαστές:
«Ο παππούς είχε τον εγγονό και εγώ την Ελισάβετ. Από ένα παιδί, αγκαλιασμένα για να τα προφυλάξουμε… Καήκαμε μέχρι να φτάσουμε στη θάλασσα. Μας πρόλαβε το θερμικό κύμα. Κανείς δεν μας ειδοποίησε. Μπήκαν στη θάλασσα μαζί με τα παιδιά. Ενώ είχαμε φρικτούς πόνους, καταφέραμε με μεγάλη δυσκολία από τα βράχια να φτάσουμε σε ξενοδοχείο της περιοχής και από εκεί σε νοσοκομείο. Περπατάω και σήμερα με δυσκολία. Χειρουργήθηκα στα χέρια, τα πόδια και το λαιμό. Από την φτέρνα μέχρι πάνω κάηκαν τα πόδια μου.”
O γιος της Ελισάβετ Σπυρίδη, Κωνσταντίνος, κατέθεσε συγκινημένος για την αυτοθυσία των γονιών του:
«Ο πατέρας μου, όπως έμαθα, αρνήθηκε να μπει πρώτος εκείνος στο ασθενοφόρο και να πάρει τα παιδιά. Οι γιατροί δεν τον άκουσαν καθώς η δική του κατάσταση ήταν πιο βαριά. Η πρώτη εικόνα από τα παιδιά μου ήταν «δυο μαύρα πράγματα». Αλλά εκείνη την ώρα έβλεπα δύο αγγέλους. Μου αρκούσε που ήταν ζωντανά … Οι γονείς μου θυσιάστηκαν πραγματικά για να σώσουν τα παιδιά. Ο πατέρας μου ήταν όλος καμένος. Ο γιος μου ήταν καμένος στα πόδια, τους αγκώνες και τα αυτιά του. Σε όλα τα σημεία δηλαδή, που ο παππούς δεν μπορούσε να τον προστατέψει. Ο πατέρας μου πήρε όλο το θερμικό φορτίο. Τότε συνειδητοποίησα τι πέρασαν αυτοί οι άνθρωποι»
Η κόρη της Ελισάβετ Σπυρίδη, Αικατερίνη κατέθεσε για τον πατέρα της που βίωσε τον απόλυτο πόνο μέχρι να φύγει από τη ζωή.
«Ήταν μαύρος. Μόνο τα μάτια του ξεχώριζα. Είχε πολύ μεγάλη ταλαιπωρία. Η μητέρα μου ήταν καμένη χέρια πόδια, ήταν ακινητοποιημένη. Μετά από δύο μήνες κατάφερε να κινήσει το χέρι της για να μπορέσει να φάει λίγη κρέμα. Η μαμά μου βγήκε μετά από δυόμισι μήνες από το νοσοκομείο για να μην κινδυνεύσει από τα μικρόβια. Χάσαμε τον πατέρα μου. Στην κηδεία του πατέρα μου, όλοι βουβοί με κλάματα και η μάνα μου σε καροτσάκι να θέλουν να τη συλλυπηθούν να της πιάσουν το χέρι και εκείνη να πονά. Η μόνη της παρηγοριά ήταν ότι σώσανε τα παιδιά».
Το χάος που επικράτησε με τους νεκρούς περιέγραψε στην κατάθεσή της η Βασιλική Κούκλα, που έχασε τους γονείς της. Με δάκρυα είπε ότι τους έδωσαν άλλο νεκρό και έθαψαν.
«Εκείνο το βράδυ το καθήκον ξεχάστηκε. Η ανθρωπιά, το καθήκον δεν ήταν εκεί… Κανένας σεβασμός ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους νεκρούς σε όλη αυτή την τραγωδία» είπε.
Η Βασιλική Κούκλα, κατέθεσε πως δεν υπήρξε καμία βοήθεια από τον κρατικό μηχανισμό ενώ αναζητούσαν τους γονείς τους. «Φωνάζαμε σας παρακαλώ καιγόμαστε, πηγαίνετε. Καμία αντίδραση. Υπήρχε περιπολικό. Μας έδιωχνε όλους προς παραλία. Γύρω στις 9 το πρωί, ενημερώθηκα ότι η πυροσβεστική πήγε στο σπίτι και βρήκαν τους γονείς μου απανθρακωμένος στην κουζίνα. Μετά την κηδεία πήρα ένα τηλέφωνο και με ενημέρωσαν ότι είχε δοθεί λάθος πτώμα και πως ο άνθρωπος που κηδέψαμε δεν ήταν ο πατέρας μου και με παρακαλεί να έρθει πυροσβεστικό να με πάει εκεί να τα πούμε από κοντά.
Το σοκ ήταν μεγάλο και ζήτησα από το γραφείο κηδειών να αναλάβει. Αλλά δυστυχώς φάνηκε ότι δεν υπήρχε διάθεση να δοθεί εισαγγελική οδηγία. Υπήρχε συγκάλυψη για να γίνει αλλαγή πτωμάτων χωρίς να κηδέψουμε τον πατέρα μου… Τίποτα. Δεν υπήρξε, καμία παρουσία κρατικού φορέα. Αυτή ήταν η δική μας εμπειρία και με πληγώνει να διαβάζω για τις εκκενώσεις πόρτα πόρτα στις επόμενες φωτιές. Που είναι οι δικές μας εκκενώσεις;
Εκείνο το βράδυ το καθήκον ξεχάστηκε. Η ανθρωπιά , το καθήκον δεν ήταν εκεί. Δεν ξέρω γιατί και πώς. Περιμένω να ακούσω τις απολογίες. Για εμάς δεν έκανε κανείς τον κόπο να σώσει τίποτα απολύτως» ανέφερε η μάρτυρας έντονα φορτισμένη. «Κανένας δεν μας πήρε να μας πει μια κουβέντα παρηγοριάς όπως και κανείς εκείνο το βράδυ δεν έκανε τίποτα» .
Ή μάρτυρας κατήγγειλε ότι το Δημόσιο της ζήτησε να κάνουν εκταφή του νεκρού χωρίς εισαγγελική παραγγελία για να μην μαθευτεί το λάθος.
«Εμείς δεν συμφωνήσαμε …» είπε, με τον εισαγγελέα της έδρας να παρεμβαίνει αναφέροντας πως ίσως πρέπει να γίνουν ενέργειες οίκοθεν.
Διαβάστε επίσης: