Μια πρώιμη δημοκρατία και μια πρώιμη Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, αναμετρώνται στις επικείμενες διαδικασίες εκλογής του νέου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας.
Το «δώρο» που αφήνει η απουσία του Αναστασίου από την κεφαλή της Εκκλησίας της Αλβανίας είναι ότι μέσα από τις επικείμενες αρχαιρεσίες αυτή «κατοχυρώνει» τη θεσμική της οντότητα στην Αλβανία, με την πρώτη ανάδειξη του Επισκόπου της, δεδομένου ότι ο αποδημήσας Προκαθήμενός της αποτελούσε επιλογή του Οικουμενικού Θρόνου.
Τα αγκάθια στο δρόμο του νέου Αρχιεπισκόπου
Ο νέος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, δεν έχει απλώς να αναμετρηθεί με μια απουσία του μεγέθους του Αναστασίου, αλλά κυρίως έχει να διαχειριστεί και να διαπραγματευτεί σειρά θεμάτων με την Αλβανική κυβέρνηση και τις Ομόδοξες Εκκλησίες.
1.Μείζον όλων η περιουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, η οποία είχε δημευθεί επί της περιόδου της κομμουνιστικής διακυβέρνησης της χώρας.
Και η οποία όχι μόνο δεν της έχει ακόμα αποδοθεί, όπως εξάλλου σημαντικό τμήμα και των περιουσιών της ελληνικής μειονότητας, αλλά επιπλέον κατά καιρούς μνημεία της Ορθοδοξίας στην γείτονα και χώροι λατρείας βεβηλώνονται. Τρανταχτά παραδείγματα ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου στην Πρεμετή και ο ναός του Αγίου Αθανασίου στους Δρυμάδες.
Σημειώνεται πως το αίτημα για την Εκκλησιαστική περιουσία αφορά στην επιστροφή πλειάδας εκκλησιαστικών ακινήτων, στα οποία περιλαμβάνονται και εκκλησιαστικές ιδιοκτησίες, που έχουν μετατραπεί σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Σε συνδυασμό δε και με τις πιέσεις που δέχεται από την ελληνική μειονότητα για τις περιουσίες της και προσπαθεί παντοιοτρόπως να αποκρούσει η Αλβανική κυβέρνηση, η διαχείριση του θέματος από το νέο Αρχιεπίσκοπο φαντάζει δύσκολη.
Εν τω μεταξύ αίσθηση και προβληματισμό για τις επιδιώξεις της Αλβανικής κυβέρνησης ως προς τις διεκδικήσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά και της μειονότητας, που αποτελεί κύριο κορμό της Ορθόδοξης πλευράς της Αλβανίας, προκάλεσαν για τον χρόνο στον οποίο επέλεξε να τις κάνει οι χθεσινές δηλώσεις Ράμα. Ανήμερα της εκδημίας του Αναστασίου επανέφερε την εκπεφρασμένη θέση του για δημιουργία αυτόνομου μουσουλμανικού κρατιδίου, στην Αλβανία για τους Μπεκτασήδες δημιουργούνται ανησυχίες για την τύχη των διεκδικήσεων της Ορθόδοξης Αλβανικής Εκκλησίας, έστω και εάν ο Αλβανός Πρωθυπουργός υποστηρίζει πως αυτό γίνεται για να διατηρήσει και να προωθήσει η χώρα του τη θρησκευτική ανεκτικότητα.
2. Επιπλέον, ο νέος Προκαθήμενος της Αλβανικής Ορθοδοξίας, θα βρεθεί στο επίκεντρο της ακατάπαυστης διαμάχης που έχει ανοίξει η Ρωσική Εκκλησία με τον Οικουμενικό Θρόνο σε μια προσπάθεια να πλήξει τα πρωτεία του και να θέσει υπό τη σκέπη της τις εκκλησίες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης.
3.Στοίχημα για τον νέο Αρχιεπίσκοπο εξάλλου θα αποτελέσουν και οι σχέσεις του με το ελληνικό στοιχείο του ποιμνίου του, το οποίο στην παρουσία του Αναστασίου είχε βρει ένα πρόσωπο καταλλαγής. Και το οποίο αυτή την περίοδο ειδικά είναι εμφανές ότι δέχεται πιέσεις από το Κράτος για να αποδυναμωθεί και να ελεγχθεί, δεδομένου ότι ο Αλβανικός νότος στον οποίο διαβιεί και έχει περιουσιακά στοιχεία η μειονότητα αναπτύσσεται δυναμικά και η κυβέρνηση επιθυμεί να τον εκμεταλλευτεί τουριστικά. Ο εκδημήσας Αναστάσιος είχε καταγγείλει μεθοδευμένη απογραφή των Ορθοδόξων στην Αλβανία, ενώ στην «αποπομπή» Μπελέρη από τη Δημαρχεία της Χιμάρας καταγγέλθηκε επιχείριση ελέγχου της μειονότητας.
Η διαδικασία της εκλογής
Θεωρητικά ο νέος Ποιμενάρχης της Αλβανικής Ορθοδοξίας θα μπορούσε να προέρχεται και εκτός Αλβανίας, καθώς υπάρχει τέτοια πρόβλεψη στην κατασταστική της νομοθεσία.
Η εκλογή των αρχιερέων (Αρχιεπισκόπου, μητροπολιτών, επισκόπων) γίνεται από την Ιερά Σύνοδο από υποψηφίους που προτείνει το Κληρικολαϊκό Εκκλησιαστικό Συμβούλιο.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάδειξη στον επισκοπικό βαθμό είναι κατ’ αρχήν η κτήση της αλβανικής υπηκοότητας, παρέχεται ωστόσο η δυνατότητα της μη εφαρμογής της συγκριμένης ρυθμίσεως, μετά από σχετική απόφαση του Κληρικολαϊκού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και της Ιεράς Συνόδου.
Το Κληρικολαϊκό Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, αποτελείται απ όλα ανεξαιρέτως τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και 12 κληρικούς και λαϊκούς.
Το εν λόγω συμβούλιο συμμετέχει, δε, τόσο στην εκλογή επισκόπων όσο στη συγκρότηση της Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως και τη διαδικασία τροποποιήσεως του Καταστατικού.
Πνευματικό τέκνο του Αναστασίου ο Κορυτσάς Ιωάννης προβάλλει ως διάδοχός του
Ο Mητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης, με το κοσμικό όνομα Φατμίρ Πελούσι, ο οποίος ανήκει στον πρώτο πυρήνα των Ιεραρχών που ανέδειξε ο μακαριστός Αναστάσιος, εμφανίζεται αυτή τη στιγμή ως ο επικρατέστερος να αναδειχθεί νέος Αρχιεπίσκοπος.
Πνευματικό παιδί του Αναστασίου, Αλβανός το γένος και αλβανόφωνος, ο κ. Ιωάννης αποτελεί την πρώτη επισκοπική χειροτονία του εκδημήσαντος Ιεράρχη και ανέλαβε ήδη ύστερα από απόφαση της Συνόδου, τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου.
Με έντονη παρουσία στα διεθνή και διεκκλησιαστικά φόρα ο κ. Ιωάννης υπήρξε το δεξί χέρι του Αναστασίου ανέκαθεν και θεωρείται ότι κατά την τελευταία δεκαετία επηρέαζε καθοριστικά τις αποφάσεις του Αρχιερέα. Τού αποδίδεται μάλιστα από ορισμένους εκκλησιαστικούς κύκλους συμβολή στην απόσταση του Αναστασίου από τις θέσεις του Φαναρίου στη διαμάχη με το Πατριαρχείο Μόσχας για την Εκκλησία της Ουκρανίας.
Φαίνεται πως οι σχέσεις του Κορυτσάς, Ιωάννη με το Φανάρι και κυρίως με την Ελλαδική Εκκλησία, βρίσκονται ακόμη στο στάδιο του χτισίματος και όχι του δεσίματος.
Ο κ. Ιωάννης λέγεται ότι διατηρεί σχέσεις στενής συνεργασίας με ορισμένους εκ των Ιεραρχών του Οικουμενικού Θρόνου, παρά την ψυχρότητα που επήλθε τα τελευταία χρόνια μεταξύ του Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Αλβανίας, ενώ επιχειρεί να αναπτύξει τις σχέσεις του και με την Ελλαδική Εκκλησία. Κυρίως διατηρούσε δεσμούς με αποδημήσαντες πλέον Ιεράρχες των Μητροπόλεων της Βορείου Ελλάδος.
Παράλληλα, λέγεται ότι διατηρεί δεσμούς αγαστής συνεργασίας με τους πολιτικοκοινωνικούς παράγοντες της χώρας του, συμπεριλαμβανομένου και του Πρωθυπουργού Έντι Ράμα.
Διαποιμαίνει εξάλλου σε μια βιομηχανική, ισχυρή οικονομικά και κοινωνικά περιοχή, στα Νοτιοανατολικά σύνορα της Αλβανίας, γεγονός που διευκολύνει το έργο της Μητρόπολής του.
Με σπουδές στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης, χειροτονήθηκε μητροπολίτης Κορυτσάς το 1998, παρουσία του Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελίττωνα.