Την πολιτική να μη διανέμει κέρδη, όπως έκανε κατά τις δύο δεκαετίες της λειτουργίας της, θα αφήσει πίσω η Dimand, στην περίπτωση που καλυφθεί η δρομολογούμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και η εταιρεία είναι εισηγμένη από την επόμενη εβδομάδα.

Όπως τόνισε μεταξύ άλλων ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Dimand, Δημήτρης Ανδριόπουλος, η στρατηγική αυτή ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα, ώστε από 160 χιλ. μετοχικό κεφάλαιο που είχε κατά την ίδρυσή της η εταιρεία real estate, να φτάσει σήμερα σε ίδια κεφάλαια ύψους 45 εκατ. ευρώ. Αυτό θα αλλάξει με γνώμονα και το συμφέρον των μετόχων, κρίνοντας κάθε χρονιά τι ποσό πρέπει να διατεθεί σε μέρισμα, ανάλογα και με την πορεία των έργων, σημείωσε ο βασικός μέτοχος.

Θυμίζουμε ότι στην αύξηση έχει συμφωνηθεί να συμμετέχουν με 25 εκατ. ευρώ το family office της Μαριάννας Λάτση, Latsco και το fund του George Elliott, Orasis. Από τα 93 εκατ. ευρώ που σκοπεύει να αντλήσει η Dimand, οι δύο cornerstone επενδυτές, Orasis και Latsco θα επενδύσουν 10 εκατ. και 25 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα, δηλαδή το 1/4 της έκδοσης και επίσης θα είναι μέτοχοι με 3,57% και 5,35%. Σε περίπτωση, μάλιστα, υπερκάλυψης της έκδοσης, η Latsco και η Orasis θα λάβουν 100% και 80%, αντίστοιχα, της αιτούμενης συμμετοχής τους.

Οι μέτοχοι έχουν διαθέσει το 35% του κεφαλαίου τους, που σημαίνει ότι μετά την ΑΜΚ και όταν η Dimand θα διαπραγματεύεται στην κύρια αγορά, θα διαθέτει 18,68 εκατ. κοινές μετοχές και 4.048.200 προνομιούχες μετοχές, οι οποίες τώρα είναι κυριότητας της HIG Capital. Ο Δημήτρης Ανδριόπουλος, βασικός μέτοχος,θα κατέχει το 55,25% αντί 63,75% που έχει σήμερα και επίσης, στο προσωπικό της εταιρείας θα διατεθεί ποσοστό περί του 4,97% των νέων μετοχών (1,74% του μετοχικού κεφαλαίου).

Σύμμαχος αλλά όχι μέτοχος η EBRD

Γεγονός είναι πως, παρά την πρόθεσή της, στην αύξηση δεν θα καταφέρει να συμμετάσχει η EBRD, λόγω ζητημάτων που σχετίζονται με την εσωτερική πληροφόρηση της τράπεζας, που έχει θέση σημαντικού εταίρου στην εταιρεία. Εξάλλου, η συμφωνία με την EBRD ανανεώθηκε μέχρι το 2030, καθώς στην κοινοπραξία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης με τη Dimand έχουν επενδυθεί 50 εκατ. από την πρώτη και 130 εκατομμύρια από τη δεύτερη.

Ο κ. Ανδριόπουλος μίλησε για το επενδυτικό πρόγραμμα της Dimand, τονίζοντας πως «είμαστε σε αναζήτηση νέων έργων που θα προστίθεται στο pipeline, καθημερινά αναζητούμε καινούργιες ευκαιρίες. Πρέπει να κρατάμε αυτή τη μηχανή παραγωγής σε διαρκή κίνηση. Τα έργα παραδίδονται όλα σταδιακά μέχρι το 2025, επομένως αναζητούμε έργα για το 2025 και έπειτα». Η εταιρεία συμφωνεί για τα projects έχοντας την επόμενη τριετία ως ορίζοντα, δημιουργώντας έτσι απόθεμα «κλεισμένων» έργων.

Πιστή στο «κυνήγι» της κερδοφορίας, η Dimand θα συνεχίσει να εστιάζει στην ποιότητα των έργων ανάπτυξης και τη σημειολογία τους και όχι στον τζίρο, ίδιον του πρώτου developer που θα μπει στο Χρηματιστήριο Αθηνών. «Ελπίζουμε η πρώτο ΙΡΟ μετά από 8 χρόνια (εξαιρουμένων των ΑΕΕΑΠ) να αποτελέσει ένα μήνυμα ώστε να μεγαλώσει ο χώρος. Παραδοσιακά, οι developers δεν είναι στα χρηματιστήρια, θέλει κόπο κ χρόνο να επενδύσει μία εταιρεία σε αδιάλειπτη προσθήκη έργων».

Σε ό,τι αφορά την κάθοδο στο Ελληνικό, ο CEO της Dimand μίλησε για ένα έργο που η εταιρεία το παρακολουθεί εν τη γενέσει του. «Εξετάζουμε διάφορες συνεργασίες, αλλά δεν έχει προσυμφωνηθεί τίποτα. Η επιτυχία του Ελληνικού αφορά ολόκληρη τη χώρα και τον κλάδο μας. Η ανάγκη να πετύχει είναι πολύ μεγάλη, άρα θα πρέπει όλοι να έχουμε σταυρωμένα τα δάχτυλα να πάει καλά».

Το αντίβαρο στην ενεργειακή κρίση

Έτοιμη να αντιμετωπίσει την «έκτη κατά σειρά οικονομική κρίση» που φέρνει η αύξηση του ενεργειακού κόστος και κατ’ επέκταση του κατασκευαστικού εμφανίζεται η εντός ολίγου εισηγμένη.

Σύμφωνα με τον κ. Ανδριόπουλο, η αύξηση του κόστους των κατασκευαστικών είναι μία κρίση που ξεκίνησε τον περσινό Απρίλιο, ως απόρροια των επιδράσεων που είχε η πανδημία, όπως ήταν η μείωση των εξορύξεων, ο πενταπλασιασμός του κόστους των ναύλων και η αύξηση του εργατικού κόστους στην Ελλάδα. Ως απότοκο, ήδη από πέρσι το κόστος αυξήθηκε από 25% έως 40%. Ως αντίβαρο σε αυτό λειτούργησε η αύξηση των ενοικίων εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης, ιδίως για ποιοτικούς χώρους γραφείων, με τον επιχειρηματία να δίνει για παράδειγμα την περίπτωση του Αμαρουσίου, όπου από 18 ευρώ ανά τετραγωνικό, τα μισθώματα έχουν φτάσει σε έως και 26 ευρώ/τ.μ..

«Προσπαθούμε να κάνουμε συμφωνίες που αντέχουν στο χρόνο. Θέλουμε να παράγουμε τα καλύτερα κτίρια στην αγορά και να είμαστε 10%-15% φθηνότεροι από την αγορά», ανέφερε μιλώντας για τις σχέσεις της Dimand με τους μισθωτές και του αγοραστές της, ενώ τόνισε πως «για να μείνει ανταγωνιστική η Αθήνα θα πρέπει να είναι φθηνότερη από τη Λισαβόνα, το Μόναχο, τη Βουδαπέστη, το Βουκουρέστι».