ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Με την κρίση υγείας και ενώ η αγορά του real estate έδειχνε να πηγαίνει όλο και καλύτερα η κατάσταση διαφοροποιείται.
Σύμφωνα με την 18η έκδοση της έκθεσης «Emerging Trends in Real Estate Europe», που δημοσιεύουν από κοινού η PwC και το Urban Land Institute (ULI) οι προσδοκίες για την ελληνική αγορά του real estate το 2021 χαμηλώνουν, ωστόσο, αυτή τη φορά δεν είμαστε μόνοι μας. Συνολικά ο ευρωπαϊκός κλάδος ακινήτων διέρχεται μια περίοδο επιβράδυνσης, η οποία συμπίπτει με μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά ακινήτων.
Βάσει της προαναφερόμενης έκθεσης η Αθήνα ως επενδυτικός προορισμός για το real estate (συγκρινόμενη με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις) παραμένει στην 28η θέση, όπως και πέρσι, με τις επενδυτικές και κατασκευαστικές προσδοκίες, όμως, να διαγράφουν πτωτική τροχιά. Η κατηγορία που έχει επηρεαστεί περισσότερο στην Ελλάδα είναι τα τουριστικά ακίνητα αφού η χώρα στηρίζεται ιδιαίτερα στον συγκεκριμένο κλάδο.
Το Βερολίνο βρίσκεται στη κορυφή της κατάταξης σε επίπεδο προοπτικών της αγοράς ακινήτων με τις γερμανικές πόλεις να παραμένουν ισχυρές επιδεικνύοντας αντοχή εν μέσω της πανδημίας. Δεύτερο είναι το Λονδίνο, ανεβαίνοντας δύο θέσεις, καθώς οι επενδυτές βλέπουν καλή μακροπρόθεσμη απόδοση, ενώ το Παρίσι παραμένει στην πρώτη τριάδα.
Την ίδια στιγμή οι δυσκολίες με τα επιχειρηματικά ταξίδια και τα δυνητικά μελλοντικά lockdown προκαλούν ανησυχία ως προς την επίτευξη συμφωνιών. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και απευθύνονται σε ξένους υπηκόους.
Όπως επισημαίνει στο mononews ο λιβανέζικης καταγωγής διευθύνων σύμβουλος και βασικός μέτοχος της εταιρείας JP & Partners, Jad Abi Mansour, «η παγκόσμια αυτή πανδημία έχει επηρεάσει ιδιαίτερα την επιχείρησή μας. Το κλείσιμο των αεροδρομίων σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο καθιστούν πολύ δύσκολες τις πωλήσεις και τις συνεργασίες με ξένους επενδυτές οι οποίοι αγγίζουν το 70% των πελατών μας».
Η JP & Partners δραστηριοποιείται ως μεσιτικό γραφείο στην Ελλάδα (και σε Πολωνία, Λιθουανία, Λίβανο και Μαυροβούνιο) προωθώντας ακίνητα και έχοντας ως τώρα πελάτες σε μεγάλο βαθμό από το εξωτερικό.
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της JP & Partners «τα τελευταία χρόνια ο τομέας του real estate στην χώρα εξαρτάται στενά από τους ξένους επενδυτές. Έτσι όπως είναι λογικό, οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και ειδικά από χώρες εκτός της Ε.Ε έχει επηρεάσει αρνητικά τον κλάδο. Πιστεύουμε πως αυτή η στασιμότητα θα παραμένει στην αγορά το επόμενο διάστημα και στην περίπτωση αυτή οι τιμές των ακινήτων ίσως μειωθούν κατά 15%. Αυτό μπορεί εν τέλει να αποτελέσει θετική έκβαση για τον κλάδο, όμως προς το παρόν είναι ένα είδος μικρής κρίσης».
Ως συνέπεια των παραπάνω η εν λόγω εταιρεία σχεδιάζει να προσεγγίσει περισσότερο το ελληνικό αγοραστικό κοινό, ενώ όπως σημειώνει ο επικεφαλής της το 2020 λόγω της πανδημίας ήταν μια χρονιά απωλειών, με την εταιρεία να καταφέρνει να ολοκληρώσει μόνο το 10% των συμφωνιών του 2019.
Η κατηγορία που θα επηρεαστεί περισσότερο από την αβεβαιότητα της πανδημίας, σύμφωνα με την Έκθεση Urban Land Institute / PwC είναι αυτή των ακινήτων που προορίζονται για χρήση λιανεμπορίου και γραφείων λόγω της αβεβαιότητας είσπραξης των ενοικίων.
Οι κεφαλαιακές ροές στον κλάδο επίσης μεταβάλλουν τους τρόπους αξιοποίησης των κεφαλαίων, ενώ υπάρχει ισχυρή πιθανότητα οι ευρωπαίοι επενδυτές να παίξουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην αγορά της Ευρώπης. Αν και αρκετοί αναμένουν αύξηση στην εισροή ασιατικών κεφαλαίων στην Ευρώπη, το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά χαμηλότερο από προηγούμενα χρόνια, λόγω της αδυναμίας των επενδυτών να επισκεφθούν τα ακίνητα στην Ευρώπη πριν προχωρήσουν σε αγορά.
Η αξιολόγηση των νέων ευκαιριών στο πλαίσιο των περιορισμών που επιβάλλονται και η δυσκολία ανάπτυξης νέων σχέσεων στην «εποχή του Zoom» ενδέχεται να επιβραδύνουν σημαντικά των όγκο των συναλλαγών. Ταυτόχρονα, αυτό θα μπορούσε να ευνοήσει τους παίκτες με μεγαλύτερο αποτύπωμα με διαθέσιμους πόρους σε περισσότερες χώρες και να ωφελήσει τις αγορές ακινήτων στις μεγαλύτερες χώρες, όπως τη Γερμανία, όπου υπάρχει κρίσιμη μάζα και δυνατότητα εσωτερικής μετακίνησης.
Όπως επίσης επισημαίνεται ο Covid-19 επιτάχυνε τον ψηφιακό μετασχηματισμό παγκοσμίως επηρεάζοντας τους κλάδους προτίμησής των επενδυτών. Σε αυτό το πλαίσιο καταγράφονται ισχυρές προοπτικές για τους κλάδους των logistics, των data centers, των πύργων επικοινωνίας και των οπτικών ινών. Επιπλέον, ψηλά στις προτιμήσεις των επενδυτών ανέρχονται οι βιοεπιστήμες, η υγεία και η κατοικία ως αποτέλεσμα της πανδημίας.
Σε σχετικό με την έκθεση σχόλιό της η Σοφία Αθανασοπούλου, Director, Advisory, PwC Greece επισημαίνει: «Κεντρικοί χώροι γραφείων, υπηρεσίες logistics και ενοικιαζόμενες κατοικίες παραμένουν υψηλά στις προτιμήσεις των ερωτηθέντων αναφορικά με επενδύσεις, αναπτυξιακά σχέδια και συνολική απόδοση κεφαλαίων, ενώ ταυτόχρονα άλλοι τομείς, όπως είναι τα ξενοδοχεία και τα εμπορικά κέντρα αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Ταυτόχρονα, η τάση της τηλεργασίας ήρθε για να μείνει με βάση το 91% των ερωτηθέντων ενώ η αλλαγή χρήσης κτιρίων (repurposing) παραμένει τάση που θα επηρεάσει την αγορά ακινήτων τα επόμενα 3-5 έτη, εστιάζοντας πλέον στον τομέα γραφείων και εμπορικών χώρων. Μάλιστα, 47% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η ανακατασκευή είναι ο ελκυστικότερος τρόπος αγοράς prime assets τα οποία σε κάθε περίπτωση κρίνονται υπερτιμημένα για το 41% των ερωτηθέντων. Μακροπρόθεσμα, τη μεγαλύτερη επίπτωση στον τομέα των ακινήτων αναμένεται να έχουν η κλιματική αλλαγή και γενικότερα η υλοποίηση στρατηγικών που συνδέονται με το περιβάλλον.»
Ο θεσμός της χρυσής βίζας στην Ελλάδα
Ο επικεφαλής της JP & Partners κάνει και μια ενδιαφέρουσα επισήμανση για τη χρυσή βίζα, την ώρα που όπως είναι γνωστό η κυβέρνηση μελετά αλλαγές στο θεσμό. Όπως σημειώνει «ο θεσμός της χρυσής βίζας είναι ένα προνόμιο που αποκτούν οι ξένοι επενδυτές για μια καλύτερη ζωή αλλά και μια ευκαιρία στην Ελλάδα να εγκαθιδρύσει γερά θεμέλια στην οικονομία της και να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας» και προσθέτει:
«Αυτό όμως που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι η χρυσή βίζα είναι κατάλληλη για συγκεκριμένους επενδυτές. Είναι γνωστό ότι την οικονομία ανά τον κόσμο την τονώνουν οι μικροί και μεσαίοι επενδυτές, οπότε μιλάμε για ποσά 50 – 500.000 ευρώ. Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση εδώ είναι ότι οι επενδυτές τείνουν να κάνουν ένα βήμα πίσω όταν αντιλαμβάνονται όλους τους κανονισμούς και κανόνες σχετικά με την χρυσή βίζα. Με άλλα λόγια το προνόμιο της χρυσής βίζας είναι αποδοτικό για τους πιο αδρανείς επενδυτές και θεωρητικά, το ελάχιστο αντίτιμο για αυτό το προνόμιο, είναι στα 250.000 ευρώ. Όμως αν ο επενδυτής θέλει να κάνει μια επαγγελματική δραστηριότητα με το αποκτώμενο ακίνητο, χρειάζονται να επενδυθούν περισσότερα χρήματα 300.000 – 400.000 ευρώ. Έτσι, η συνολική επένδυση αγγίζει περίπου τα 1.000.000 ευρώ ποσό ίσο με αυτό της απόκτησης της American Green Card, η οποία παρέχει περισσότερη ελευθερία για αγορά επαγγελματικής δραστηριότητας ακόμα και για άνοιγμα επιχείρησης. Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι, πιο από αυτά τα δύο είναι περισσότερο κερδοφόρο και αποδοτικό;».
Διαβάστε ακόμα:
Τάσος Καζίνος (Trastor) στο mononews: Tι συμβαίνει σήμερα στην αγορά των επαγγελματικών ακινήτων
Golden Visa: Έρχονται μεγάλες αλλαγές – Στο «στόχαστρο» η αξία των ακινήτων
Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Αριστείδης Πίττας: Η EuroDry ενισχύει τον στόλο της με δύο σύγχρονα ultramax
- Θεοδωρικάκος, ενόψει Black Friday: Ελέγχονται πάνω από 100 μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων – Αφορούν πάνω από 10.000 κωδικούς»
- Ερώτηση στη Βουλή για την αύξηση 10% στα δημοτικά τέλη στο Δήμο Αθηναίων
- ΕΛΤΟΝ: Φορολογικό πιστοποιητικό με συμπέρασμα «χωρίς επιφύλαξη» για τη χρήση 2023