ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
3ο Βαρόμετρο Αγοράς Ακινήτων: 7/10 αγοραστές έχουν 50.000€ – 200.000€, όμως η έλλειψη προσφοράς μειώνει το ενδιαφέρον τους
Το 2024 ήταν μια χρονιά σημαντικών εξελίξεων και προκλήσεων για την αγορά ακινήτων στην Ελλάδα.
Η ζήτηση παρέμεινε υψηλή, διατηρώντας τις τιμές σε σταθερά υψηλά επίπεδα για μία ακόμη χρονιά. Ο Λευτέρης Ποταμιάνος, διευθύνων σύμβουλος της Potamianos Real Estate Group, υπογραμμίζει ότι οι συνθήκες της αγοράς σήμερα διαμορφώνονται από μια σειρά παραγόντων, οι οποίοι καθορίζουν τόσο τις επιλογές των αγοραστών όσο και τις στρατηγικές των επαγγελματιών του κλάδου.
Η δυναμική της ζήτησης και οι επιπτώσεις στην αγορά
Παρά τις προβλέψεις για υποχώρηση των τιμών, οι αξίες των ακινήτων στην Ελλάδα διατήρησαν και θα διατηρήσουν τη σταθερότητά τους, με ορισμένες περιοχές να συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, αν και με μειωμένους ρυθμούς. Η κύρια αιτία είναι η ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Όπως εκτιμά ο κ. Ποταμιάνος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατηγορία των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων, η οποία κυριαρχεί στην ελληνική αγορά. Οι περισσότεροι Έλληνες αγοραστές αναζητούν ακίνητα έως 120 τ.μ., με τιμή πώλησης έως 400.000-450.000 ευρώ. Στον αντίποδα, οι ξένοι επενδυτές δείχνουν προτίμηση σε πολυτελείς εξοχικές κατοικίες, σε τιμές πολύ υψηλότερες και με περισσότερα τετραγωνικά. Η ζήτηση από ξένους επενδυτές ενισχύει περαιτέρω την αγορά. Περιοχές γύρω από την Αθήνα, όπως ο Σαρωνικός και η Εύβοια, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για επενδύσεις, με πολλές αγοραπωλησίες να αφορούν εξοχικές κατοικίες.
Ευκαιρίες πλέον στην Αθήνα δεν υπάρχουν, αναφέρει ο κ. Ποταμιάνος, καθώς το κόστος ανά τετραγωνικό μέτρο κυμαίνεται από 1.700 έως 1.800 ευρώ, ακόμη και σε περιοχές που παραδοσιακά θεωρούνταν πιο προσιτές, όπως τα Πατήσια και η Κυψέλη. Οι ευκαιρίες είναι πλέον στην περιφέρεια.
Η ανακαίνιση ως παράγοντας υπεραξίας
Η κατάσταση και η ποιότητα του ακινήτου έχουν καταστεί καθοριστικοί παράγοντες για την αξία του. Τα ανακαινισμένα ακίνητα παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση, καθώς οι περισσότεροι αγοραστές αποφεύγουν τα παλαιά ακίνητα, λόγω του κόστους και της πολυπλοκότητας των εργασιών ανακαίνισης. «Η ανακαίνιση μπορεί να προσθέσει έως και 20% στην αξία ενός ακινήτου, ενώ το κόστος της ξεπερνά πλέον τα 1.000-1.200 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο», επισημαίνει ο κ. Ποταμιάνος. Ωστόσο, η έλλειψη επαρκούς εργατικού δυναμικού για ανακαινίσεις, λόγω απορρόφησής του από μεγάλα αναπτυξιακά έργα, σε συνδυασμό με τη χρονοβόρα διαδικασία, αποτελούν αντικίνητρα για αγορά κατοικιών που είναι σε κακή κατάσταση.
Η παρέμβαση της πολιτείας και η διαχείριση των ακινήτων που ανήκουν στις τράπεζες θα μπορούσαν να προσφέρουν ανάσα στην αγορά. «Η διάθεση ακινήτων που βρίσκονται στην ιδιοκτησία των τραπεζών θα μπορούσε να ενισχύσει την προσφορά και να οδηγήσει σε σταθεροποίηση των τιμών», σημειώνει ο κ. Ποταμιάνος. Αναφέρεται στα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κατοχή των τραπεζών και βρίσκονται σε διαδικασία τακτοποίησης νομικών ζητημάτων, ώστε να βγουν στην αγορά και όχι σε ακίνητα που βγαίνουν σε πλειστηριασμό. Τα προγράμματα, όπως το «Σπίτι Μου ΙΙ», αναμένεται να ενισχύσουν τη ζήτηση, ιδιαίτερα για κατοικίες μικρής και μεσαίας κλίμακας.
Πολεοδομικά ζητήματα και νομικές διαδικασίες
Η ελληνική αγορά ακινήτων συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα που σχετίζονται με το πολεοδομικό καθεστώς, την ηλεκτρονική ταυτότητα των ακινήτων και τις διαδικασίες νομικής τακτοποίησης. «Η δημιουργία ενός ενιαίου φορέα για τη διαχείριση ακινήτων, ο οποίος θα συντονίζει τη δράση πολλών υπουργείων, είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων», προτείνει ο κ. Ποταμιάνος.
Ένα από τα ανησυχητικά φαινόμενα είναι η δημιουργία αγοράς δύο ταχυτήτων λόγω των αποφάσεων του ΣτΕ, που εκτιμάται ότι θα ξεκαθαρίσουν τις επόμενες ημέρες. Οι διαφοροποιήσεις που προκύπτουν ανά δήμο και κατάσταση κατασκευής επηρεάζονται από την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δημιουργώντας άνισο ανταγωνισμό στην αγορά ακινήτων.
Προφίλ αγοραστών και τρόπος χρηματοδότησης
Οι Έλληνες αγοραστές διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες:
1. Νεότεροι ηλικίας 40-45 ετών, που βασίζονται κυρίως στα δικά τους εισοδήματα και στην οικονομική υποστήριξη των γονιών τους.
2. Μεγαλύτεροι ηλικίας 55-60 ετών, οι οποίοι χρησιμοποιούν χρήματα από κληρονομιές ή αποταμιεύσεις για την αγορά κυρίως εξοχικών κατοικιών.
Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι περίπου το 80% των συναλλαγών πραγματοποιείται με μετρητά, γεγονός που διαφοροποιεί τη σημερινή αγορά από την προ κρίσης περίοδο, όπου τα δάνεια αποτελούσαν την κύρια πηγή χρηματοδότησης.
Η ελληνική αγορά ακινήτων παραμένει δυναμική, με την περιφέρεια να προσφέρει ευκαιρίες για επενδύσεις και τις τιμές στα αστικά κέντρα να διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα. Η αύξηση της προσφοράς μέσω της αξιοποίησης των «παγωμένων» ακινήτων των τραπεζών, η επίλυση πολεοδομικών ζητημάτων και η παροχή κινήτρων για ανακαίνιση θα μπορούσαν να εξισορροπήσουν την αγορά. Ο κ. Ποταμιάνος καταλήγει: «Οι τιμές θα πρέπει να διατηρηθούν σε λογικά επίπεδα, ώστε να είναι εφικτές οι συναλλαγές για όλους. Η συνεργασία με μεσίτες και εκτιμητές είναι απαραίτητη, καθώς οι επαγγελματίες του κλάδου μπορούν να καθοδηγήσουν τους αγοραστές και τους πωλητές για την επίτευξη δίκαιων και γρήγορων συναλλαγών».
Διαβάστε επίσης
Προάγγελος άρσης των μέτρων ο αρνητικός πληθωρισμός στα τρόφιμα – Γιατί η αγορά είναι επιφυλακτική
Συνάντηση Μητσοτάκη – Γεωργιάδη για τα ΤΕΠ: Τι ζήτησε ο πρωθυπουργός, πότε θα γίνουν ανακοινώσεις
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Αρχιτεκτονική ταυτότητα, ποικιλομορφία και εμπειρία: Μία συζήτηση με τον Δημήτρη Ποτηρόπουλο, με αφορμή τις White Villas III στο Elounda Hills
- Λίμπερτυ Πολύζου – Τομασίνα Κοντόγιωργα: Από το φως της Τέχνης, στην τραγική ιστορία ζωής και στον σοκαριστικό θάνατο
- Πολεμικό κλίμα μεταξύ Καρώνη – Ντίμον: Ποια η επόμενη ημέρα μετά τις αγωγές της JP Morgan
- Γιατί δεν πρέπει να αποζημιωθούν όσοι δανείστηκαν σε ελβετικά φράγκα αλλά οι τράπεζες να τιμωρηθούν