Στη διαπίστωση ότι η κτηματαγορά κινείται με διαφορετικές ταχύτητες ανάλογα με το ακίνητο και την περιοχή που βρίσκεται κατέληξαν τα τρία συνέδρια που οργάνωσε το Ελληνικό Ινστιτούτο Εκτιμητικής (ΕΛΙΕ) στη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο και στην Αθήνα με θέμα την πορεία της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα το 2018 και τις προοπτικές για το 2019.

Σύμφωνα με τον Μπάμπη Χαραλαμπόπουλο, Επιστημονικό Σύμβουλο της Solum Property Solutions, τ. Πρόεδρο ΕΛΙΕ και τ. Ορκωτό Εκτιμητή τα βασικότερα συμπεράσματα των εισηγήσεων που παρουσίασαν πιστοποιημένοι εκτιμητές, στελέχη τραπεζών και άλλοι εισηγητές ήταν τα εξής:

Η αγορά είναι διασπασμένη. Έχουμε αυξήσεις τιμών και σταθεροποιήσεις αλλά και ήπιες μειώσεις. Τα δείγματα μερικής αναθέρμανσης της αγοράς, είναι σαφή αλλά μένει να αποδειχθεί, στην πορεία των ετών, αν η τάση αυτή θα είναι διατηρήσιμη και θα επεκταθεί σε άλλες κατηγορίες ακινήτων που επί του παρόντος δεν είναι στο φάσμα της ζήτησης. Παράλληλα συνεχίστηκε η πολύ ήπια πτώση τιμών σε όλες τις κατηγορίες των ακινήτων το 2018, με περισσότερο χαμένους, τα καταστήματα σε δευτερεύοντες οδικούς άξονες, τα γραφεία μέσης και μεγάλης παλαιότητας, τις μεγάλες κατοικίες και τους χώρους αποθηκών με παλαιότητα. Όμως κυρίως είχαμε σταθεροποιητικές τάσεις ενώ παρατηρήθηκε και αύξηση τιμών η οποία ποικίλει από μικρή έως μεγάλη.

Αυξήσεις διαπιστώνονται σε καταστήματα σε δρόμους με διαχρονική εμπορικότητα, στα καταστήματα κοντά στην Ακρόπολη και στο ιστορικό τρίγωνο, σε γραφεία υψηλών προδιαγραφών με πιστοποίηση «πράσινου» κτιρίου (που όμως είναι λίγα και γίνονται ανάρπαστα) σε διαμερίσματα και κατοικίες που ζητούνται για βραχυχρόνια μίσθωση, σε κάποια ακίνητα που πωλούνται σε ξένους, εκτός ΕΕ, με σκοπό την απόκτηση χρυσής βίζας, καθώς και σε ξενοδοχεία σε προορισμούς με ζήτηση και αναμενόμενες μεγάλες πληρότητες, όπως επίσης και σε σύγχρονα κτίρια logistics.

Ανακατατάξεις αναμένονται στις περιοχές που θα περάσει η γραμμή 4 του μετρό, όπως εξάλλου έχει συμβεί στο παρελθόν με τις γραμμές 2 και 3 και το ίδιο παρατηρείται και στη Θεσσαλονίκη. Μειώσεις παρατηρούνται σε περιοχές με φθίνοντα πληθυσμό, με υπερβάλλουσα προσφορά, σε μεγάλα διαμερίσματα, σε μαγαζιά σε δρόμους δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, σε γραφεία που βρίσκονται σε περιοχές που κλείνουν επιχειρήσεις, καθώς και σε βιομηχανικές περιοχές που φθίνουν.

Σε ότι αφορά στα ενοίκια παρατηρείται άνοδος στα ποιοτικά γραφεία στην Αθήνα (που όμως είναι λιγοστά) στα καταστήματα σε πολύ κεντρικούς εμπορικούς δρόμους, στα διαμερίσματα και εν γένει κατοικίες που βρίσκονται σε περιοχές με ζήτηση από ξένους για βραχυχρόνια μίσθωση μέσω των πλατφορμών τύπου Airbnb ή για αγορά προς απόκτηση της χρυσής βίζας. Άνοδο έχουμε και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, όπως επίσης και στις περιοχές πόλεων κοντά σε Πανεπιστήμια, στα Χανιά και σε άλλες πόλεις, καθώς και στο παραλιακό μέτωπο της Αθήνας.

Μεσοσταθμικά οι ζητούμενες τιμές ενοικίων έχουν αυξηθεί περί το 17% στην Αθήνα, 14% στη Θεσσαλονίκη και σε 5% στην υπόλοιπη χώρα.

Σταθεροποίηση ή πτώση παρατηρείται στις λοιπές κατηγορίες διαμερισμάτων, στα καταστήματα σε δευτερεύοντες οδικούς άξονες, στα γραφεία παλαιού τύπου (όπως για παράδειγμα τα γραφεία σε παλιές πολυκατοικίες στο κέντρο της Αθήνας που έχουν κοινόχρηστες τουαλέτες και μένουν στα αζήτητα).

Ο αριθμός των μεταβιβάσεων ακινήτων κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα, αλλά οπωσδήποτε σημειώθηκε αύξηση το 2017 και το 2018 που συνεχίζεται και το τρέχον έτος. Απέχει όμως σημαντικότατα από τα προ κρίσης επίπεδα.

Οι οικοδομικές άδειες κινούνται επίσης σε πολύ χαμηλά επίπεδα, παρότι από το 2017 και περισσότερο το 2018 σημειώνεται αύξηση των εκδιδομένων αδειών.

Παρατηρείται στροφή στο ενοίκιο σε λογικά για την περίοδο ενοίκια και για κατοικίες με λιγότερα τ.μ.. Όπου ανθεί η βραχυχρόνια μίσθωση οι μόνιμοι κάτοικοι στρέφονται σε ενοικίαση κατοικιών σε άλλες περιοχές. Το ίδιο πράττουν και πολλές από τις επιχειρήσεις.

Πολλά ακίνητα εξακολουθούν να μεταβιβάζονται υπό την πίεση επικείμενων πλειστηριασμών, διαμορφώνοντας μία αγορά βεβιασμένης ρευστοποίησης η οποία δεν έχει καμία σχέση με τις «υγιείς» μεταβιβάσεις. Οι αποποιήσεις κληρονομιάς το 2013 ανήλθαν σε 29.199, το 2014 σε 41.388, το 2015 σε 45.628, το 2016 σε 54.422 το 2017 πάνω από 130.000 και το 2018 περί τις 150.000.

Για το 2019 ο κ. Χαραλαμπόπουλος επισημαίνει ότι χαρακτηρίζεται από ευκαιρίες αλλά και από δυσκολίες καθώς η κτηματαγορά δεν είναι ανεξάρτητη από την γενικότερη πορεία της οικονομίας της χώρας. Όπως προσθέτει αν δεν αρχίσει η Ελλάδα να παράγει προϊόντα που να υποκαθιστούν τις εισαγωγές και τα οποία να μπορούν να εξάγονται, δύσκολα η κατάσταση θα ανατραπεί. Δε φτάνει μόνο ο τουρισμός. Χρειάζεται να επικρατήσει ένα κατάλληλο μείγμα πολιτικής που θα βοηθά τον Έλληνα να «επιχειρήσει» στη χώρα του, κάτι που εμποδίζεται από τη υπέρμετρη επιβάρυνση με φόρους και εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών και όχι μόνο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Δημόσιο real estate: 70.000 ακίνητα, ελάχιστα έσοδα

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αρχίζει να «αναπνέει» η κτηματαγορά: Οι περιοχές που κεντρίζουν το ενδιαφέρον των επενδυτών

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Ανακάμπτει η κτηματαγορά: Πού αγοράζουν σπίτια οι Έλληνες και σε ποιες τιμές