Η Κλερ Μακ Άντριου. Πηγή artbasel.com
Ο όμιλος UBS μόλις εξέδωσε την πολυαναμενόμενη ετήσια έκθεση διεθνούς αγοράς τέχνης 2021 με συντάκτη τη διάσημη, ειδική οικονομολόγο Κλερ Μακ Άντριου. Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη μεγαλύτερη διοργάνωση σύγχρονης τέχνης στον κόσμο, ήτοι την Art Basel (φουάρ Βασιλείας). Αποτελεί βαρόμετρο των παγκόσμιων εξελίξεων: Όλοι οι σημαντικοί συλλέκτες ανά τον κόσμο τη διαβάζουν με τη δέουσα προσοχή.
«Η αγορά τέχνης παραμένει μοναδική περίπτωση ως προς τον τρόπο που αντιμετώπισε τις προκλήσεις της πανδημίας το 2020. Αποτελείται κυρίως από μικρές εταιρείες με τιμές πωλήσεων που επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια των διάφορων συλλεκτών, στα ταξίδια και στην προσωπική επαφή», επισήμανε η Μακ Άντριου (Claire McAndrew).
«Η πτώση στις πωλήσεις επομένως ήταν μοιραία. Αλλά η κρίση παρουσίασε επίσης και το κίνητρο για καινοτομία και αναδόμηση. Η πιο θεμελιώδης αλλαγή στην αγορά παρατηρήθηκε στην εξάπλωση ψηφιακών στρατηγικών και πωλήσεων όπου έως τώρα παρουσίαζαν παροιμιώδη απροθυμία ή καθυστέρηση σε σχέση με άλλες βιομηχανίες».
H ιρλανδή οικονομολόγος έχει θεσπίσει παγκοσμίως τον καινοφανή τομέα των οικονομικών της τέχνης (Arts Economics). Υπολογίζει ότι στην αγορά τέχνης λειτουργούν περί τις 305,250 χιλιάδες επιχειρήσεις. Απασχολούν περί τους 2.,9 εκατομμύρια ανθρώπους.
Η αναφορά της λοιπόν συνιστά την πιο ενδελεχή ματιά και εποπτεία στους τρόπους με τους οποίους η αγορά τέχνης αναγεννήθηκε εκ βάθρων και φανέρωσε εντυπωσιακή ευελιξία σε σχέση με άλλους τομείς κατά τη διάρκεια της πανδημίας το 2020. Πρόκειται επίσης για φαινόμενο χιονοστοιβάδα, που μοιάζει να επιταχύνεται αντί να υποχωρεί με τη σταδιακή αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Οι τρεις κολοσσοί
Η έκθεση του 2021 αφορά τα ευρήματα για το 2020. Και στις τρεις μήτρες της παγκόσμιας τέχνης, στην Αμερική, στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ασία παρατηρήθηκε πτώση των πωλήσεων παρότι παραμένουν οι αδιαμφισβήτητοι ηγέτες καλύπτοντας το 82% της παγκόσμιας αγοράς. Οι ΗΠΑ καταλαμβάνουν σταθερά την πρώτη θέση με το 42% του μεριδίου τους στην αγορά. Η Κίνα και η Μεγάλη Βρετανία βρίσκονται ισόπαλες με μερίδιο στο 20%.
Στην Κίνα και τα γύρω περίχωρα οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 12% το 2020 και διαμορφώθηκαν στα δέκα δισεκατομμύρια δολάρια. Αξιοσημείωτο ότι πρόκειται για το τρίτο συνεχές έτος κατά το οποίο παρατηρείται πτώση στις πωλήσεις αν και όχι τόσο σφοδρή όσο παρατηρήθηκε στον κύριο ανταγωνιστή της.
Οι πωλήσεις στην τεράστια αμερικανική αγορά γνώρισαν σημαντική πτώση κατά 24% το 2020 φτάνοντας συνολικά στα 21,3 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι παρά την μείωσή τους, παρέμειναν σε επίπεδο κατά 76% υψηλότερο από το ναδίρ που είχαν σημειώσει κατά την ύφεση το 2009.
Στη Μεγάλη Βρετανία σημειώθηκε μείωση κατά 22% φτάνοντας στα 9.9 δισεκατομμύρια δολάρια το 2020. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό μέσα στην τελευταία δεκαετία. Παρομοίως, όμως, η αγορά παραμένει σε καλύτερα επίπεδα από τα νούμερα του 2009.
Η ψηφιακή επανάσταση
Ίσως το πιο εντυπωσιακό εύρημα της έκθεσης της UBS, ότι ενώ η παγκόσμια αγορά αναπόδραστα συρρικνώθηκε την τελευταία χρονιά κατά 22% πέφτοντας συνολικά στα 50,1 δισεκατομμύρια δολάρια, οι διαδικτυακές πωλήσεις σημείωσαν παγκοσμίως κατακόρυφη αύξηση.
Έφτασαν στο ρεκόρ των 12,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Δικαιολογούν την πρωτόγνωρη άνοδο της γενικής αξίας της αγοράς τέχνης κατά 25%, δηλαδή 9% υψηλότερη από το 2019. Για πρώτη φορά στην (ψηφιακή) ιστορία, ξεπερνούν τις πωλήσεις από τις παραδοσιακές γκαλερί.
Η αύξηση αυτή συμπεριλαμβάνει και τη δραστηριότητα που παρατηρήθηκε στις ψηφιακές εκθέσεις και τις λεγόμενες διαδικτυακές αίθουσες περιήγησης (Online Viewing Rooms, ΟVR) των διάφορων φουάρ. Το μερίδιο των εμπόρων από τα έσοδα των ψηφιακών πωλήσεων τριπλασιάστηκαν, από το 13% έφτασαν στο 39%.
Παράπλευρη συνέπεια, ότι οι έμποροι τέχνης γνώρισαν αξιοσημείωτη μείωση εσόδων. Οι πωλήσεις τους έφτασαν τα 29,3 δισεκατομμύρια δολάρια, κατά 20% φτωχότερες από το 2019. Ωστόσο, επειδή έκοψαν δραματικά τις δαπάνες τους, το 46% εξ αυτών κατάφερε να διατηρήσει ή και να πετύχει μεγαλύτερα καθαρά κέρδη από το 2019.
Με τους οίκους δημοπρασιών τα αποτελέσματα εμφανίζονται πιο μεικτά. Οι παραδοσιακοί διεθνείς κολοσσοί σημείωσαν σαρωτικές διαδικτυακές πωλήσεις φτάνοντας τα 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ (36% καλύτερα από την περυσινή χρονιά). Ωστόσο οι δημόσιοι πλειστηριασμοί αντιστοίχως βυθίστηκαν κατά 30% πέφτοντας στα 17,6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι σημαντικοί συλλέκτες
Για την κάθετη αυτή πτώση ευθύνεται η ακύρωση περισσότερων από τις μισές προγραμματισμένες δημοπρασίες. Γεγονός που εξασφάλισε στους οίκους μόνο το 13% των αναμενόμενων εσόδων τους. Οι διαδικτυακές αίθουσες περιήγησης εξασφάλισαν το 9% των εσόδων τους. Οι σημαντικοί συλλέκτες με τις σημαντικές περιουσίες έδειξαν μεγάλη προθυμία και ελαστικότητα να προσαρμοστούν στα δεδομένα της πανδημίας, με το 45% εξ αυτών να πραγματοποιεί αγοράς μέσω αυτής της οδού. Υπολογίζεται ότι μελλοντικά η πλειοψηφία των συλλεκτών (το 80%) θα επιστρέψει στις φυσικές φουάρ το 2021.
Εν συνόλω οι περισσότεροι εστίασαν τη δραστηριότητά τους το 2020 σε αγορές από γκαλερί με τις οποίες είχαν συνεργαστεί και στο παρελθόν, σε καλλιτέχνες που είχαν ήδη πατρονάρει (41%). Παρέμειναν δηλαδή συντηρητικοί και απέφυγαν ρίσκο και ανοίγματα σε νέο έδαφος. Το 81% μάλιστα προτίμησε το πιο ελεγχόμενο περιβάλλον των γκαλερί σε σχέση με το 54% που κατέφυγε στις δημοπρασίες.
Εντονότερο ενδιαφέρον ανάμεσα στους συλλέκτες εκδηλώθηκε για τον τομέα της μεταπολεμικής και σύγχρονης τέχνης (55% των συλλεκτών εστίασαν σε αυτόν). Μαζί με τη μοντέρνα τέχνη, δικαιολογούν το 81% της αξίας των παγκόσμιων πωλήσεων.
Πάντως αποτελεί αξιοπερίεργο φαινόμενο ότι το ενδιαφέρον των σημαντικών συλλεκτών αναζωπυρώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Κάτι σαν μηχανισμός επιβίωσης ενεργοποιήθηκε και ένας στους τρεις (το 32%) αύξησε τη συλλεκτική του δραστηριότητα.
Ακόμη πιο αξιοσημείωτο παραμένει το φαινόμενο της παρουσίας νέων συλλεκτών. Περισσότεροι από το ένα τρίτο (το 38%) ανήκουν στη γενιά των μιλένιαλς και ξόδεψαν συνολικά πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια για να αγοράσουν σύγχρονη τέχνη. Όσον αφορά τη γενιά των Μπούμερς (Boomers), το 17% ασχολήθηκε με την αγορά.
Οι γυναίκες επίσης παραμένουν ενεργά παρούσες. Ο κόσμος των συλλεκτών παρέμενε παραδοσιακά ανδροκρατούμενος αλλά όχι για σεξιστικούς λόγους. Οι άνδρες έδειχναν παραδοσιακά μεγαλύτερο ενδιαφέρον και συμμετοχή σε αγοροπωλησίες σημαντικών έργων τέχνης ενώ οι γυναίκες εμφανώς απείχαν. Τα τελευταία χρόνια αυτή η έμφυλη ψάλιδα αρχίζει να μειώνεται. Τα έξοδα που σημείωσε το γυναικείο συλλεκτικό κοινό αυξήθηκαν κατά 13%.
Τέλος, ας σημειωθεί ότι η UBS παραμένει ένας από τους ισχυρότερους συλλέκτες τέχνης στον κόσμο. Το συλλεκτικό τμήμα του ομίλου UBS Art Collection αγοράζει έργα από τις τοπικές κοινότητες με τις οποίες διατηρεί επιχειρηματικές σχέσεις. Αγοράζει μάλιστα από την πρωτογενή αγορά ώστε άμεσα να υποστηρίξει εγχώριους καλλιτέχνες και τις αντίστοιχες γκαλερί τους. «Η Συλλογή αποτελεί μέρος της πολιτιστικής ιστορίας του ομίλου και συμβάλλει στον πρωτοποριακή φιλοσοφία που διακρίνει την UBS», σημειώνουν.