ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Καμία άλλη σειρά έργων τέχνης που δημιουργήθηκαν τον τελευταίο μισό αιώνα δεν έχει προκαλέσει τόση συζήτηση και δεν έχει σπάσει τόσα ρεκόρ όσο τα υπερμεγέθη «φουσκωτά» γλυπτά του Τζεφ Κουνς, που σηματοδοτούν ταυτόχρονα τη γένεση και το ζενίθ της καριέρας του. «Είμαστε φουσκωτοί», έχει δηλώσει μάλιστα ο ίδιος. «Ως άνθρωποι, μπορούμε να πάρουμε μια βαθιά ανάσα, και αν εκπνεύσουμε, ξεφουσκώνουμε τον εαυτό μας». Ένα τέτοιο φουσκωτό γλυπτό λοιπόν τώρα, βγαίνει σήμερα 9 Οκτωβρίου σε δημοπρασία στο Λονδίνο από τον οίκο Christie’s με την αρκούντως φουσκωτή τιμή εκτίμησης από 6.500,000-10.000000 λίρες. Είναι το «Balloon Monkey» σε μπλε χρώμα (2006-13) κατασκευασμένο από ανοξείδωτο ατσάλι με διαφανή χρωματική επίστρωση. Και είναι επίσης, μία από τις πέντε μοναδικές εκδόσεις σε κόκκινο, κίτρινο, μπλε, ματζέντα, πορτοκαλί, που έχουν παραχθεί.
Ειδικά για την δημοπρασία εξάλλου, το συγκεκριμένο «Balloon Monkey», το οποίο είχε εκτεθεί και στο Παλάτσο Στρότσι στη Βενετία το 2021-22, έχει εγκατασταθεί στην πλατεία Σεντ Τζέιμς, δίπλα στα κεντρικά γραφεία του Christie’s.
«Όταν αυτά τα φουσκωτά τοποθετούνται στη σκηνή, συνεχίζουν να εκπέμπουν αυτή την αισιοδοξία του φουσκωμένου εαυτού μας», έχει διευκρινίσει ακόμη γι΄αυτά τα γλυπτά του, που αποτελούν το θεμελιώδη λίθο της σταδιοδρομίας του ο Κουνς. «Όταν παίρνεις μια βαθιά αναπνοή, είναι σύμβολο ζωής και αισιοδοξίας, και όταν παίρνεις την τελευταία σου πνοή, αυτή η εκπνοή είναι σύμβολο θανάτου. Αν δείτε ένα φουσκωτό ξεφουσκωμένο είναι σύμβολο θανάτου. Αυτά είναι το αντίθετο».
Τα πρώιμα πειράματα
Η αρχή έγινε το μακρινό 1977, όταν ο διάσημος –αν και αμφιλεγόμενος – καλλιτέχνης, έχοντας κερδίσει μία υποτροφία από το Maryland Institute College of Art, έφθασε στην Νέα Υόρκη, όπου θέλοντας να τραβήξει την προσοχή –δούλευε στο γραφείο μελών του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνη – έβαψε τα μαλλιά του κόκκινα, ζωγράφισε ένα μουστάκι με μολύβι και, το πιο σημαντικό, έδεσε ένα φουσκωτό λουλούδι στο λαιμό του.
Το λουλούδι αυτό ήταν ένα από τα πολλά φουσκωτά, που αγόρασε από το τοπικό κατάστημα δολαρίων, μαζί με ελέφαντες, πάντα και κουνέλια. Κι όταν τα μετέφερε στο διαμέρισμά του στο East Village άρχισε να τα τακτοποιεί ανάμεσα σε διάφορα πορσελάνινα μπιμπελό και σε καθρέφτες, πειραματιζόμενος με τη θεωρία του Μαρσέλ Ντυσάν για τα «ετοιμοπαράδοτα αντικείμενα».
Σήμερα, κοιτάζοντας πίσω στη δημιουργία αυτού, που θεωρεί ένα από τα πρώτα του σοβαρά έργα, όπως το «Inflatable Flower (Tall Orange) Corner» (1979), ο ίδιος θυμάται την μεγάλη ευφορία που ένιωθε: «Έπρεπε να βγω έξω και να πιω μερικές μπύρες για να συνέλθω από αυτό το συναίσθημα. Ένιωθα πολύ φορτισμένος, καθώς αντιλαμβανόμουν, ότι η δουλειά μου είχε περάσει σε άλλο επίπεδο».
Τζεφ Κουνς και Δάκης Ιωάννου
Την ίδια εποχή πάντως, άρχισε να φτιάχνει και γλυπτά από σωλήνες φθορισμού και ηλεκτρικές σκούπες με χρήματα από τη νέα του δουλειά ως μεσίτης εμπορευμάτων. Και το 1985, επηρεασμένος από το γενικότερο κλίμα του πληθωρισμού, προχώρησε στην παραγωγή χυτών μπρούτζινων έργων, όπως το «Aqualung» και το «Lifeboat, καθώς και το ορόσημο «One Ball Total Equilibrium Tank».
Πρόκειται για το έργο, που αποτελείται από μια μπάλα μπάσκετ, η οποία αψηφά την βαρύτητα κρεμασμένη σε μια δεξαμενή γεμάτη νερό, μία σύλληψη που έχει περιγραφεί ως «ένα από τα έργα με τη μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της σύγχρονης τέχνης». Το ίδιο, που έχει αποτελέσει και το έναυσμα του έλληνα συλλέκτη Δάκη Ιωάννου για την αρχή της δημιουργίας της εκπληκτικής συλλογής του αλλά και για την έναρξη της φιλίας τους.
Να σημειωθεί μάλιστα, ότι το έργο αγοράστηκε από το ατελιέ του καλλιτέχνη για 2.700 δολάρια ενώ το 2016 μια άλλη έκδοσή του πωλήθηκε στον οίκο Christie’s για 15.285.000 δολάρια.
Το κουνελάκι των εκατομμυρίων
Ένα φουσκωτό κουνελάκι, ο Rabbit θα ήταν όμως, η επόμενη πρόταση του Τζεφ Κουνς, την οποία λάνσαρε το 1986 στην περίφημη γκαλερί Sonnabend της Νέας Υόρκης, όπου παρουσίασε μία σειρά έργων από ανοξείδωτο χάλυβα. Το έργο ξεχώρισε η κριτικός τέχνης Ρομπέρτα Σμιθ των New York Times χαρακτηρίζοντάς το ως «έναν εκθαμβωτικό εκσυγχρονισμό για τις τέλειες φόρμες του Μπρανκούζι» ενώ ο ίδιος ο Τζεφ Κουνς παραδεχόταν χωρίς μετριοφροσύνη, που δεν είναι άλλωστε το στοιχείο του, ότι: «Κάνω μερικά από τα σπουδαιότερα έργα τέχνης που γίνονται αυτή τη στιγμή. Θα χρειαστούν δέκα χρόνια στον κόσμο της τέχνης για να τα φτάσει».
Είκοσι ένα χρόνια αργότερα, το 2007, μια έκδοση του Rabbit, ύψους 16 μέτρων εκτινάχθηκε πάνω από το Μανχάταν στην παρέλαση της Ημέρας των Ευχαριστιών. Και το 2019, η τελευταία από τις τρεις εκδόσεις, που βρίσκονται σε ιδιώτες, πωλήθηκε στον οίκο Christie’s για 91.075.000 δολάρια. Ποσό, που ξεπέρασε την προηγούμενη κορυφαία πώληση του Κουνς κάνοντας ένα νέο παγκόσμιο ρεκόρ για έργο τέχνης από ζωντανό καλλιτέχνη, για τρίτη φορά στην καριέρα του.
Η «Γιορτή» που δεν έγινε
Το 1993, μετά από πέντε χρόνια δημιουργίας έργων από πορσελάνη, ξύλο, γυαλί και ανθισμένα φυτά, ο Κουνς συνέλαβε τη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του ως σήμερα, την σειρά «Celebration», εμπνευσμένη από τον κύκλο της ζωής. Πρόκειται για κολοσσιαία ζωάκια με μπαλόνια, καπέλα για πάρτι και άλλα, χυτά από αλουμίνιο και βαμμένα σε έντονα χρώματα.
Τα έργα επρόκειτο να παρουσιαστούν στο Guggenheim της Νέας Υόρκης το 1996, αλλά η έκθεση αναβλήθηκε τέσσερις φορές και στη συνέχεια ακυρώθηκε, λόγω πλήθους τεχνικών προβλημάτων. Για την ακρίβεια το καθένα τους ζύγιζε αρκετούς τόνους ενώ η ομάδα του Κουνς με περισσότερους από 100 βοηθούς – συμπεριλαμβανομένων μοντελιστών μπαλονιών, σαρωτών και κατασκευαστών – θα χρειαζόταν περισσότερο από μια δεκαετία για να τα τελειώσει.
«Δεν θέλω ποτέ να χάσω την εμπιστοσύνη του κοινού», είχε δηλώσει τότε ο ίδιος για τα αυστηρά του πρότυπα, παραδεχόμενος ότι είχε περάσει 18 μήνες τελειοποιώντας το λαιμό ενός γλυπτού με μπαλόνι.
Τις επόμενες δεκαετίες, ο καλλιτέχνης συνέχισε να εξελίσσει τη σειρά «Celebration» από την οποία το πορτοκαλί Balloon Dog πωλήθηκε το 2013 από τους Christie’s για 58.405.000 δολάρια, σημειώνοντας ένα ακόμη ρεκόρ για εν ζωή καλλιτέχνη.
Ο Νταλί και ο Ποπάι
Ταυτόχρονα, μεταξύ 2002 και 2013, ο Κουνς ανέπτυξε επίσης, τη σειρά του «Popeye», χυτεύοντας σε αλουμίνιο φουσκωτά παιχνίδια πισίνας και παραλίας, συμπεριλαμβανομένων δαχτυλιδιών από καουτσούκ και αστακών, τα οποία κρεμούσε από αλυσίδες ή τοποθετούσε σε κάδους και καρέκλες, ως έναν φόρο τιμής, εν μέρει, στον Σαλβαδόρ Νταλί.
Φθάνοντας στο σήμερα ο Τζεφ Κουνς συνεχίζει να «φουσκώνει» εικονίδια της λαϊκής κουλτούρας, για παράδειγμα με την σειρά του «Hulk Elvis», η οποία παρουσιάζει φουσκωτά σε φυσικό μέγεθος του πράσινου υπερήρωα, επανασχεδιασμένα σε πολύχρωμο μπρούτζο και αξεσουάρ με τούμπα, βράχο ή χειράμαξα.
Οι σειρές «Hulk Elvis» και «Antiquity». Μεταξύ 2004 και 2021, ο Koons συνέχισε να «φουσκώνει» εικονίδια της λαϊκής κουλτούρας, για παράδειγμα στη σειρά του «Hulk Elvis», η οποία παρουσιάζει φουσκωτά σε φυσικό μέγεθος του πράσινου υπερήρωα, επανασχεδιασμένα σε πολύχρωμο μπρούτζο και με σουρεαλιστικές προσθήκες, όπως μία τούμπα, ένα αρμόνιο, μία χειράμαξα κ. ά.
Από την αλλαγή της χιλιετίας εξάλλου, τα φουσκωτά του Koons έχουν περιοδεύσει στο Μουσείο Τέχνης της Πόλης του Ελσίνκι, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Σικάγο, στο Neue Nationalgalerie στο Βερολίνο, στο Fondation Beyeler στη Βασιλεία, στο Pompidou στο Παρίσι, στην Tate Modern στο Λονδίνο, στο Ashmolean στην Οξφόρδη και στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης στη Νέα Υόρκη, μεταξύ άλλων παγκόσμιων ιδρυμάτων. Ως μερικά από τα πιο ευρέως εκτεθειμένα έργα τέχνης των τελευταίων τριών δεκαετιών, έχουν τη θέση τους σταθερά εδραιωμένη στη συνείδηση του κοινού.
Διαβάστε επίσης
Βρετανικό Μουσείο: Μια απαράμιλλη συλλογή εκτυπώσεων του Πικάσο σε έκθεση
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης: Αύξηση 10% σε επενδύσεις Έρευνας & Ανάπτυξης στην Ελλάδα – Ξεπέρασαν τα 3 δισ.
- Τσουκαλάς: Ο κ. Μαρινάκης συνεχίζει την ψευδολογία, αλλά είναι η πολιτική της κυβέρνησης που απαξιώνει τη δημόσια υγεία
- Μπορέλ: Προτείνει την «αναστολή του πολιτικού διαλόγου» με το Ισραήλ
- Ζαχαράκη: Στεγαστικό, δημογραφικό και παιδική προστασία οι βασικοί άξονες της πολιτικής μας