Ο Πάμπλο Πικάσο και η κόρη του Μάγια
Περιεχόμενα
«Καθόμασταν σε ένα τραπέζι και ξαφνικά ήθελε να αποθανατίσει μια έκφραση ή μια στάση μου. Μου έλεγε: ‘Μην κουνιέσαι!’ και έτρεχε να βρει χαρτί, μολύβια, ένα χαρτόνι ή ένα σημειωματάριο».
Έτσι θυμόταν η Μάγια Ρουίζ – Πικάσο ή Μαρία δε λα Κονθεπθιόν τον πατέρα της Πάμπλο Πικάσο, που δεν είχε ποτέ σταματήσει να την ζωγραφίζει από τα παιδικά της χρόνια.
Πλήθος τα πορτρέτα της: «Η Μάγια με την κούκλα», «Η Μάγια με κούκλα και άλογο», «Η Μάγια με ναυτικό κοστούμι», «Η Μάγια με ποδιά». Δεκατέσσερα συνολικά ζωγράφισε από τον Ιανουάριο του 1938 έως τον Νοέμβριο του 1939 κι αυτή είναι η σημαντικότερη σειρά έργων, που αφιέρωσε σε οποιοδήποτε από τα παιδιά του, αποτυπώνοντας τη χαρά του ως πατέρας, που εύρισκε συγκλονιστική έκφραση μέσω της τέχνης.
Το «Κοριτσάκι με τη βάρκα», μία από τις πιο παιχνιδιάρικες απεικονίσεις της κόρης του Πικάσο θα εμφανιστεί τώρα σε δημοπρασία στο Λονδίνο.
Την 1η Μαρτίου στον οίκο Sotheby’s αυτός ο πίνακας, που είχε μείνει στα χέρια του Πικάσο ως το θάνατό του, το 1973 ενώ στη συνέχεια πέρασε για πολλά χρόνια στον Τζιάνι Βερσάτσε δημοπρατείται με εκτιμώμενη τιμή, μεταξύ 13,8 και 18,4 εκατ. ευρώ. Τελευταία του εμφάνιση ήταν πέρυσι στο Μουσείο Πικάσο, στην έκθεση που ήταν αφιερωμένη ακριβώς στην κόρη του, Μάγια, η οποία όπως είναι γνωστό έφυγε από τη ζωή τον Δεκέμβριο σε ηλικία 87 ετών, πριν την έναρξη της του Έτους Πικάσο με αφορμή τα 50 χρόνια από τον θάνατο του καλλιτέχνη.
Ο ρομαντικός Πικάσο
Το πορτρέτο της «Μάγιας με τη βάρκα» σχεδιάστηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1938, όταν η κόρη του Πικάσο ήταν μόλις δυόμισι ετών. Ο Πικάσο την απεικονίζει με άπειρη τρυφερότητα στο ύψος των ματιών και αποτυπώνει τον χαρακτήρα της μέσω της σιωπηρής κίνησης, ενώ το πρόσωπό της αποδίδεται με την κυβιστική παραμόρφωση, που ήταν κοινή στους πίνακές του αυτής της περιόδου. Είναι ένα έργο όλο δροσιά και φως, με την πιο χαρούμενη παλέτα χρωμάτων του Πικάσο, που χρησιμοποίησε έναν συνδυασμό στυλ για να ανυψώσει την κόρη του στο ίδιο επίπεδο με αυτό, που ήταν οι πίνακες, τους οποίους ζωγράφιζε με μοντέλο την μητέρα της, τη Μαρί-Τερέζ. Την μεγάλη αγάπη του καλλιτέχνη, με την οποία συνδέονται οι πιο ρομαντικοί πίνακές του.
Οι γυναίκες στη ζωή του Πικάσο ήταν πάντα στο επίκεντρο του έργου του και η Μαρί-Τερέζ Βαλτέρ (1909 -1977) είχε ενσκήψει ως ένας ζωογόνος κομήτης στη ζωή του το 1927. Ήταν μόνον 17 χρονών, πανύψηλη, κατάξανθη, χυμώδης κι εκείνος 46άρης, μπερδεμένος με τα προσωπικά του αλλά με το φωτοστέφανο του σπουδαίου δημιουργού ήδη, να λάμπει επάνω του. «Ήμουν ένα αθώο κορίτσι. Δεν ήξερα τίποτα, ούτε για τη ζωή ούτε για τον Πικάσο», έλεγε η ίδια αργότερα για την πρώτη της συνάντηση μαζί του. «Είχα πάει για ψώνια στη Γκαλερί Λαφαγιέτ και ο Πικάσο με είδε την ώρα που έφευγα από το μετρό. Με άρπαξε απλά από το μπράτσο και μου είπε: Είμαι ο Πικάσο! Εσύ και εγώ θα κάνουμε σπουδαία πράγματα μαζί». Κι επειδή εκείνη αγνοούσε εντελώς την ύπαρξή του, την οδήγησε σε ένα βιβλιοπωλείο για να της δείξει τα βιβλία που έγραφαν γι΄αυτόν.
Η πηγή ευτυχίας
Τόσο η ηλικία της όσο και το γεγονός, ότι ο ίδιος ήταν ακόμη παντρεμένος με την Όλγκα Κχοκλόβα μια Ρωσο-Ουκρανή χορεύτρια, τον υποχρέωσαν ωστόσο να κρατήσει αρχικά την σχέση τους μυστική. Μόνο ως τα τέλη του ΄31 όμως, όταν ο καλλιτέχνης αποφάσισε να παρουσιάσει φανερά πλέον την νεαρή μούσα του μέσα από τους πίνακές του. Όπως θεωρείται μάλιστα, ως τότε δεν είχε γίνει πραγματικά ερωτικός καλλιτέχνης. Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1935 όμως, μια νέα πηγή ευτυχίας ήρθε στη ζωή του με τη μορφή μιας κόρης στην οποία έδωσε το όνομα της αγαπημένης του αδερφής Μαρίας, που είχε πεθάνει σε νεαρή ηλικία.
Η γέννησή της είχε έρθει σε μια περίοδο προσωπικής κρίσης του καλλιτέχνη, ο οποίος βρισκόταν σε διαμάχη για το διαζύγιό του με την Όλγκα Κχοκλόβα ενώ και η ολοένα πιο επιδεινούμενη πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη τον είχαν οδηγήσει σε αποχή ενός σχεδόν χρόνου από την ζωγραφική. Η άφιξη της Μάγιας λοιπόν πυροδότησε στον καλλιτέχνη μια δημιουργική αναζωογόνηση.
Η σχέση τους μάλιστα, θα κρατιόταν ζωντανή και δυνατή ως το θάνατό του. Ακόμη κι όταν ο Πικάσο εγκατέλειψε τη μητέρα της, κάτι που έγινε πολύ σύντομα, καθώς εκείνος έστρεψε την προσοχή του στην λαμπρή και υπερσύγχρονη, σουρεαλίστρια φωτογράφο Ντόρα Μάαρ, η Μάγια ήταν δίπλα του. Το ίδιο κι όταν ήρθε άλλη γυναίκα στη ζωή του, η Φρανσουάζ Ζιλό.
Οι κούκλες του Πικάσο
Ουδέποτε άλλωστε ο Πικάσο σταμάτησε να ζωγραφίζει τη Μάγια, παρακολουθώντας τα βήματά της. Όπως έγραφε η ίδια «επέμεινε να μην χαμογελάω», όταν του ποζάριζε και ανταποκρινόταν πάντα, όταν του ζητούσε να την ζωγραφίσει.
Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου εξάλλου, με την αδυναμία ίσως εξεύρεσης υλικών ζωγραφικής ο Πικάσο ασχολήθηκε και με την κατασκευή παιχνιδιών για την κόρη του, όπως φτιάχνοντας μια ολόκληρη οικογένεια από κούκλες με ύφασμα, ξύλο, σύρμα και κεφάλια από ρεβίθια. Αλλά και μετά τον πόλεμο, όταν ο Πικάσο εγκαταστάθηκε στη Νότια Γαλλία η Μάγια ήταν συχνά κοντά του μαζί με την νέα του σύζυγο και τα δύο ετεροθαλή αδέρφια της, την Παλόμα και τον Κλοντ Πικάσο.
Στο μεταξύ η Μάγια είχε σπουδάσει στο Γαλλικό Λύκειο της Μαδρίτης και σε ηλικία 20 ετών επέστρεψε στο Παρίσι όπου εργάστηκε σε φεμινιστικό περιοδικό και στη συνέχεια έγινε προσωπική βοηθός της Ζοζεφίν Μπέικερ. Το καλοκαίρι του 1955 ήταν με τον Πικάσο στη Νίκαια στα γυρίσματα της ταινίας του Ανρί-Ζορζ Κλουζό « Ο μυστηριώδης Πικάσο» και το 1960 παντρεύτηκε τον Πιερ Βιντμέγιερ με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά.
Μετά τον θάνατο του πατέρα της και καθώς ο ίδιος δεν είχε αφήσει διαθήκη ήταν ανάμεσα στους κληρονόμους που διεκδίκησαν μέρος της περιουσίας του. Τότε ήταν, που άρχισε να χρησιμοποιεί και το όνομα Ρουίζ- Πικάσο, που ήταν το επώνυμο του πατέρα του Πικάσο, Χοσέ Ρουίζ ι Μπλασκό.
Ως το τέλος της ζωής της εξάλλου, η Μάγια Πικάσο ασχολήθηκε συστηματικά με το έργο του πατέρα της, συγκεντρώνοντας υλικό από τη ζωή και το έργο του ενώ ήταν σε θέση να πιστοποιήσει την αυθεντικότητα έργων του καλλιτέχνη. Για το έργο της αυτό χρίσθηκε Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής το 2007 και Διοικητής του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων το 2016.
Διαβάστε επίσης