ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Σεμνές εικόνες κατάνυξης με την Παναγία και το θείο βρέφος ή σκηνές με καμήλες, καμηλοπαρδάλεις και ρινόκερους; Μια φάτνη που απεικονίζει παραδοσιακά την στιγμή της Γέννησης του Χριστού με παρόντες τον Ιωσήφ, τα άκακα ζωάκια και τους τρεις μάγους ή στη θέση τους ποδοσφαιριστές, πολιτικούς, αστροναύτες και ό,τι άλλο η φαντασία εφευρίσκει;
Ο μικροσκοπικός κόσμος της Γέννησης έχει αλλάξει πολύ σήμερα από την εποχή που η φάτνη απεικόνιζε αυστηρώς όσα πηγάζουν από τη θρησκεία, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει, ότι οι «τροποποιήσεις» είναι ευρέως αποδεκτές. Γιατί από τα αρχαία ψηφιδωτά, τις βυζαντινές εικόνες, τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης ως τις σημερινές απεικονίσεις, η απόδοση της φάτνης εξυπηρετεί τον θρησκευτικό σκοπό να εντυπωσιάσει τη φαντασία του θεατή σαν να ήταν μάρτυρας της ίδιας της Γέννησης. Ποια είναι η ιστορία όμως, της καθιέρωσης και της εξέλιξής της;
Οι πρώτες απεικονίσεις του θείου βρέφους στη φάτνη πάνε πίσω 1500 χρόνια. Και παρ΄ ότι η ιστορία της γέννησης του Χριστού έχει τις ρίζες της στα Ευαγγέλια, η συγκεκριμένη εικόνα, που είναι πλέον κοινός τόπος στην τέχνη και στις εκκλησίες έχει μεταβιβλικές ρίζες.
Η Καινή Διαθήκη παρέχει λίγες λεπτομέρειες ενώ από τα τέσσερα Ευαγγέλια, μόνο αυτό του Λουκά παρουσιάζει το βρέφος ξαπλωμένο στη φάτνη μαζί με τη Μαρία, τον Ιωσήφ, τους βοσκούς και τους ουράνιους αγγέλους. Ο Ματθαίος συγκεκριμένα περιγράφει τη γέννηση πριν ασχοληθεί με τα ταξίδια των Μάγων, οι οποίοι ακολουθούν ένα αστέρι οδηγό φέρνοντας δώρα από χρυσό, λιβάνι και μύρο. Η γνωστή λοιπόν σήμερα αφήγηση της Γέννησης εμφανίστηκε μόλις τον 7ο αιώνα, με την κυκλοφορία αυτού, που πιστεύεται ότι ήταν ένα άγνωστο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, το οποίο αργότερα χαρακτηρίστηκε ως απόκρυφο.
Οι τρεις Μάγοι
«Προτού το Ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου παράσχει μια πλουσιότερη αφήγηση, η θρησκευτική τέχνη με επίκεντρο τη γέννηση του Ιησού βασιζόταν στις λίγες λεπτομέρειες που παρέχονται από τα βιβλικά Ευαγγέλια», όπως γράφει η Vanessa Corcoran, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Georgetown. «Μία από τις παλαιότερες γνωστές αποδόσεις της Προσκύνησης των Μάγων ή των Θεοφανείων, όπως είναι επίσης γνωστή η επίσκεψη των σοφών, είναι μια τοιχογραφία του τέλους του 3ου ή των αρχών του 4ου αιώνα στην Κατακόμβη της Πρισίλλας στη Ρώμη. Το έργο δείχνει μια καθιστή Μαρία να κρατά το μωρό της, καθώς λαμβάνει δώρα από τους Μάγους. Η σκηνή επιβεβαιώνει, ότι οι Μάγοι ήταν πλέον τρεις _ ο Ματθαίος δεν αναφέρει αριθμό_ καθώς προσφέρονται τρία δώρα στο βρέφος» .
Ένα άλλο πρώιμο παράδειγμα των Θεοφανείων εμφανίζεται σε μια μαρμάρινη σαρκοφάγο του 4ου αιώνα από το νεκροταφείο της Αγίας Αγνής στη Ρώμη. Σε αυτή την απεικόνιση τρεις καμήλες ακολουθούν με τους Μάγους, οι οποίοι οδηγούνται με το φως ενός αστεριού, που βρίσκεται πάνω από τη Μαρία και τον Ιησού. Αλλά ως τον 5ο αιώνα, περίτεχνες απεικονίσεις της προσκύνησης των Μάγων είχαν ξεπεράσει αυτές τις σχετικά μέτριες σκηνές.
Ένα ψηφιδωτό που ολοκληρώθηκε γύρω στο 435 στη Βασιλική της Santa Maria Maggiore στη Ρώμη, για παράδειγμα, δείχνει το θείο βρέφος να κάθεται σε έναν στολισμένο θρόνο, ενώ πλαισιώνεται από τη μητέρα του, μια άλλη μυστηριώδη γυναίκα και μια ομάδα αγγέλων. Οι τρεις Μάγοι εμφανίζονται σε περίοπτη θέση, αλλά δεν υπάρχουν ούτε βοσκοί ούτε ζώα.
Στην πόλη της Ραβέννας εξάλλου, ένα μωσαϊκό του 6ου αιώνα απεικονίζει μια ένθρονη Μαρία με αυτοκρατορική πορφύρα να κρατά το Χριστό παρουσία αγγέλων ενώ βασιλιάδες προσφέρουν δώρα. Οι επιγραφές πάνω από τους τρεις άνδρες, τους προσδιορίζουν ως Μπαλτάσαρ. Μελχιόρ και Γκάσπαρ, ονόματα που σύντομα θα συνδέονταν με τους Μάγους.
Στο Βυζαντινό Μουσείο
Η λατρεία των Μάγων παρέμεινε δημοφιλές θέμα για αιώνες, εμπνέοντας καλλιτέχνες όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, ο Σάντρο Μποτιτσέλι και ο Ντιέγκο Βελάσκεθ. Αλλά ενώ η ιστορία της επίσκεψης των σοφών είναι συνυφασμένη με αυτή της γέννησης του Ιησού, άρχισαν τελικά να σημειώνονται σε ξεχωριστές ημέρες, με την αναφορά τους να μεταφέρεται στις 6 Ιανουαρίου ενώ η Γέννηση είναι φυσικά στις 25 Δεκεμβρίου.
Με αυτή την απομάκρυνση των Μάγων έτσι, ο δρόμος ήταν… πιο ξεκάθαρος για την νέα απεικόνιση της φάτνης, που επικεντρώθηκε οριστικά στη σκηνή της Γέννησης. Ένα μαρμάρινο ανάγλυφο του τέλους του 4ου ή των αρχών του 5ου αιώνα που εκτίθεται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας δείχνει ένα σπαργανωμένο μωρό ξαπλωμένο σε μια φάτνη, το οποίο φροντίζουν μόνο ένα βόδι και ένας γάιδαρος. Στην Ιταλία εξάλλου, οι σκηνές της Γέννησης ονομάζονται presepi από το praesepire, ένα λατινικό ρήμα που σημαίνει περίφραξη ή περικλείω. Εκεί οι Γεννήσεις είναι συνήθως τρισδιάστατες, με αγάλματα, ειδώλια ή ζωντανούς συμμετέχοντες.
Η Santa Maria Maggiore μάλιστα, η ρωμαϊκή βασιλική που φιλοξενεί ένα αρχαίο μωσαϊκό των Θεοφανείων, μπορεί να υπερηφανεύεται για τις πρώιμες σκηνές της Γέννησης. Κι αυτό, γιατί τα παπικά αρχεία δείχνουν, ότι η εκκλησία στέγαζε μια κατασκευή της Γέννησης, που ίσως περιείχε γλυπτά της Μαρίας και του Ιησού, ήδη από τον 5ο αιώνα. Θεωρία που δεν επιβεβαιώνεται, αν και σε μια αφήγηση του 11ου αιώνα αναφέρεται, ότι ο Πάπας Γρηγόριος Ζ’ εκτελούσε χριστουγεννιάτικη λειτουργία στη βασιλική, «όπου μια σκηνή της Γέννησης [είχε] κατασκευαστεί κοντά στον κύριο βωμό, έτσι ώστε όλοι [μπορούσαν] να αναλογιστούν το γεγονός στην ιστορία της σωτηρίας που εορτάζεται».
Η φάτνη στην Αναγέννηση
Πρώτη επίσημη ανάθεση αναπαράστασης της Γέννησης έγινε πάντως το 1299 από τον Πάπα Νικόλαο Δ’. Σμιλεμένα από τον Ιταλό καλλιτέχνη Arnolfo di Cambio, τα μαρμάρινα αγάλματα εκτέθηκαν δίπλα σε ξύλινα θραύσματα, που υποτίθεται ότι ανήκαν στην κούνια του Ιησού. Κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης, η Νάπολη κέρδισε την αναγνώριση για τις εντυπωσιακές σκηνές της Γέννησης, μια φήμη που διατηρεί ως και σήμερα. Στα τέλη του 15ου αιώνα, οι αδελφοί Pietro και Giovanni Alamanno δημιούργησαν γλυπτά θρησκευτικών μορφών σε φυσικό μέγεθος, καλυμμένες με μπογιά και φύλλα χρυσού για να εκτίθενται σε τοπικά παρεκκλήσια.
Λίγες δεκαετίες αργότερα, γύρω στο 1530, ο Άγιος Καγιετάν σχεδίασε μια ξύλινη σκηνή της Γέννησης με χαρακτήρες ντυμένους όπως οι Ναπολιτάνοι της εποχής του. Το presepio του Cajetan και άλλα παρόμοια ενέπνευσαν ένα εντελώς νέο είδος σκηνών της Γέννησης, που τροφοδοτήθηκαν από την έξαρση του μπαρόκ κινήματος. Σύντομα, τεχνητά τοπία με σπηλιές, δέντρα και λόφους —συχνά φτιαγμένα από χαρτί – αντικατέστησαν τα προηγούμενα ζωγραφισμένα υφασμάτινα σκηνικά της Νάπολης.
Οι 100 της φάτνης
Όπως λέει η ιστορικός της τέχνης Kristen Streahle αυτές οι καταπράσινες σκηνές συνδύαζαν «τη βιβλική ιστορία και την πραγματικότητα της ζωής στην ύπαιθρο. Οι άνθρωποι έβλεπαν τον εαυτό τους εκεί μέσα». Χτισμένες σε μεγάλη κλίμακα, οι φάτνες αυτές ήταν συχνά «λεπτομερείς και πολύπλοκες», επιδεικνύοντας έντονο «ενδιαφέρον για την κίνηση και τη ζωή», προσθέτει η ίδια. Η παράδοση της φάτνης των Χριστουγέννων «έγινε δεκτή με ενθουσιασμό όχι μόνο από άλλα τάγματα της Καθολικής Εκκλησίας αλλά και από λαϊκούς, ακόμη και από προτεσταντικές χώρες», έγραψε ο ιστορικός τέχνης Hanns Swarzenski σε ένα δοκίμιο του 1967.
Μικρής κλίμακας αλλά εξίσου περίτεχνες σκηνές της Γέννησης έγιναν επίσης δημοφιλείς, ιδιαίτερα μεταξύ της ελίτ: Κάπου γύρω στο 1567, η Costanza Piccolomini d’Aragona, Δούκισσα του Αμάλφι, ανέθεσε τη δημιουργία περισσότερων από εκατό μορφών για να εκτεθούν σε φάντη στο σπίτι της, συμπεριλαμβανομένων καμήλων που κουβαλούσαν θησαυρούς, σκύλους, έναν ελέφαντα, μια καμηλοπάρδαλη ακόμα και έναν μονόκερο!
Οι μικροί άγιοι
Κι όπως ήταν φυσικό όμως, όλη αυτή η θεατρική αίσθηση του μεγαλείου και του σχεδιασμού των σκηνών της Ναπολιτάνικης φάτνης απώθησε τελικά τον Προτεσταντισμό, έναν κλάδο του Χριστιανισμού που κέρδισε έδαφος στην Ευρώπη τον 16ο αιώνα. Οι Προτεστάντες τόνισαν την άμεση σχέση με τον Θεό, απορρίπτοντας τις θρησκευτικές εικόνες και την τέχνη -συμπεριλαμβανομένων των απεικονίσεων της γέννησης του Ιησού – ως ειδωλολατρικούς περισπασμούς. Έτσι όσες φάτνες υπήρχαν σε μεσαιωνικές αγγλικές και γερμανικές εκκλησίες συχνά καταστρέφονταν από τους Προτεστάντες της εποχής, που εμφανίστηκαν πιο ακραίοι από κάθε άποψη. Από τον επόμενο αιώνα ωστόσο όλα αυτά αμβλύνθηκαν.
Αλλά και οι Γάλλοι είχαν τους «μικρούς αγίους» τους ή τα «santons» τους. Κι όταν οι εκκλησίες έκλεισαν κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης στα τέλη του 18ου αιώνα, οι κάτοικοι της Προβηγκίας κατασκεύασαν λαθραία αυτά τα ειδώλια ως ένα μείγμα των μορφών που παραδοσιακά απεικονίζονται στη Γέννηση και χαρακτήρων από την καθημερινή ζωή.
Ούτε η εκκλησία εξάλλου, ούτε η Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία μπόρεσαν να καταστείλουν τα santons για πολύ, έτσι το 1886 η Μασσαλία είχε καταγράψει την πώληση 180.000 τέτοιων ειδωλίων. Αλλά και στη Βόρεια Αμερική, οι σκηνές της Γέννησης κέρδισαν δημοτικότητα παράλληλα με τα Χριστούγεννα, τα οποία γιορτάστηκαν για πρώτη φορά ως εθνική εορτή στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι Γεννήσεις έλαβαν επίσης νέες μορφές εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, αντανακλώντας τις αυτόχθονες, ισπανικές και αφρικανικές επιρροές σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.
Η φάτνη στην Ελλάδα
Στην Ορθόδοξη λατρεία οι απεικονίσεις της Γέννησης εμφανίζονται στην εικονογραφία δια χειρός εμπνευσμένων δημιουργών σε μια τυπολογία, που καθιερώθηκε στο Βυζάντιο. Η εικόνα της Γέννησης του Χριστού βασίζεται στην Αγία Γραφή και στην παράδοση της εκκλησίας, καθώς και στους ύμνους της εορτής των Χριστουγέννων. Ο αγιογράφος της εικόνας έχει δύο σκοπούς. Αφ΄ενός να δείξει την θεανθρώπινη φύση του Χριστού και αφ΄ετέρου να υποδηλώσει τον πανηγυρισμό του ουρανού και της γης και γενικότερα όλης της κτίσης προς τον δημιουργό της.
Σύμφωνα με όσα διηγείται ο Ευαγγελιστής Λουκάς, η Παναγία «έτεκεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλισεν αυτόν εν τη φάτνη». Η φάτνη βρίσκεται μέσα σε σκοτεινό σπήλαιο, που συμβολίζει τον κόσμο, που ήταν βυθισμένος στην αμαρτία. Και ο Χριστός είναι ο καθήμενος «εν σκότει και σκιά θανάτου». Μέσα στο σπήλαιο εικονίζονται επίσης, ένα βόδι και ένας όνος καθώς ο αγιογράφος εμπνέεται από την προφητεία του Ησαΐα «έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού. Ισραήλ δε με ουκ έγνω».
Η Παναγία κατέχει κεντρική θέση στην εικόνα, στο κάτω μέρος εικονίζεται ο Ιωσήφ μακριά από το βρέφος για να φανεί ότι είναι αμέτοχος στη σάρκωση του Χριστού και απέναντί του βρίσκονται δύο γυναίκες που ετοιμάζουν το λουτρό του θείου βρέφους σε μια σκηνή εμπνευσμένη από τα απόκρυφα Ευαγγέλια. Η μαία είναι η Σαλώμη και η άλλη η βοηθός της. Στην εικόνα υπάρχουν επίσης οι ποιμένες, οι Μάγοι που φθάνουν με τα δώρα και άγγελοι.
Η τριασδιάστατη φάτνη πάντως, έφθασε και καθιερώθηκε στην Ελλάδα μόλις στον 20ό αιώνα.
Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Εντυπωσιακό αλλά συμβαίνει. Μόλις φέτος και μετά από έξι δεκαετίες λειτουργίας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέτρεψε να στηθεί σκηνή της Γέννησης στα κεντρικά γραφεία του στις Βρυξέλλες. Κι αυτό, γιατί προηγουμένως, οι αξιωματούχοι φοβούνταν, ότι θα προσβάλουν τους μη πιστούς. Εφέτος όμως αποφάσισαν, ότι η παρουσίαση της φάτνης δικαιολογείται ως μια «ειδική έκθεση» που μνημονεύει τη χριστιανική ιστορία της ηπείρου.
Μέχρι σήμερα εξάλλου, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει εκδώσει δύο βασικές αποφάσεις σχετικά με τις σκηνές της γέννησης σε δημόσια κτίρια, επιτρέποντας τέτοιες παραστάσεις μόνον ως μέρος εκθέσεων, που αντιπροσωπεύουν ένα ευρύ φάσμα παραδόσεων, δηλαδή με τη συμμετοχή συμβόλων και άλλων θρησκειών ή πεποιθήσεων. Σε ορισμένες πόλεις μάλιστα, η συζήτηση για τις εορταστικές εκδηλώσεις οδήγησε σε εσκεμμένα προκλητικές φάτνες με σερίφηδες, αστροναύτες, διάφορα τέρατα κλπ..
Εν τω μεταξύ, στη Νάπολη, οι ντόπιοι συνεχίζουν την παράδοση του περίπλοκου πρεσέπι, προσθέτονταν και σύγχρονες φιγούρες εκτός από την Μαρία και τον Χριστό. Στη διάσημη Via San Gregorio Armeno, τα καταστήματα πωλούν ειδώλια κατασκευαστών πίτσας, ποδοσφαιριστών, πολιτικών και του Πάπα Φραγκίσκου. Αν και η σκηνή της Γέννησης έχει εξελιχθεί τις τελευταίες δεκαετίες, μια βασική πτυχή της παράδοσης παραμένει σ΄αυτόν τον μικροσκοπικός κόσμος της σκηνής της Γέννησης.
Διαβάστε επίσης:
Χριστουγεννιάτικες αγορές: Ωδή στην κατανάλωση από το Μεσαίωνα ως σήμερα
Αγωγή κατά του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή για «κλεμμένο» πίνακα του Βαν Γκογκ