ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Πλήρης αναβάθμιση και επέκταση του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης, αλλά και ανάδειξη των περίφημων ψηφιδωτών στην λεγόμενη «Οικία της Ευρώπης» αναμένεται πλέον, ύστερα την από δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, ύψους 766.000 ευρώ.
Μια εντυπωσιακή, πράγματι, δωρεά, η οποία λύνει οριστικώς το χρονίζον θέμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης, που ήταν αδύνατο να ανταποκριθεί στο ρόλο του και μάλιστα στις σημερινές, αυξημένες μουσειολογικές απαιτήσεις. Το έργο της αναβάθμισης του μουσείου της Σπάρτης αποτελεί, άλλωστε, έναν από τους πυλώνες της «Πρωτοβουλίας για την Λακωνία» του ΙΣΝ και βασική προτεραιότητα του υπουργείου Πολιτισμού, καθώς στοχεύει στην αναγέννηση του πρώτου περιφερειακού μουσείου της νεότερης Ελλάδας, αλλά και ευρύτερα του ιστορικού, νεοκλασικού κέντρου της Σπάρτης.
Παράλληλα, η ανάδειξη της «Οικίας της Ευρώπης» παραδίδει στο κοινό ένα εξαιρετικού ενδιαφέροντος εύρημα από το πολιτιστικό απόθεμα της Σπάρτης. Όπως δήλωσε, μάλιστα, η υπουργός Πολιτισμού, κυρία Λίνα Μενδώνη: «Η ολοκληρωμένη παρέμβαση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης και στον περιβάλλοντα χώρο του συμβάλλει στη δημιουργία ενός νέου και εξωστρεφούς πολιτιστικού προσώπου, με το οποίο η πόλη με τη μακραίωνη ιστορία ξανασυστήνεται στον κόσμο. Και, σε συνδυασμό με τις άλλες πρωτοβουλίες για την προστασία και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, όπως η ανάδειξη των ψηφιδωτών στην «Οικία της Ευρώπης», η παρέμβαση στο Αρχαιολογικό Μουσείο συμβάλλει στην προώθηση και εμπέδωση ενός νέου, βιώσιμου αναπτυξιακού μοντέλου για τη Λακωνία».
Η σύμβαση δωρεάς μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΙΣΝ υπογράφηκε στις 6 Ιουλίου και προβλέπει το ποσόν των 4.550.000 ευρώ για το Αρχαιολογικό Μουσείο και 311.000 ευρώ για την ανάδειξη των ψηφιδωτών. Την σημασία της δωρεάς για το ΙΣΝ τονίζει, εξάλλου, ιδιαίτερα ο πρόεδρός του, κ. Ανδρέας Δρακόπουλος, καθώς, όπως λέει «η Σπάρτη και η Λακωνία έχουν, για όλους εμάς στο ΙΣΝ, βαθιά συναισθηματική αξία, καθώς πρόκειται για τον τόπο καταγωγής του θείου μου και ιδρυτή μας, Σταύρου Νιάρχου».
Προσθέτοντας πως: «Αυτός ο τόπος έχει μοναδική ιστορία και προσπαθούμε να στηρίξουμε την ανάδειξη όλων των πολιτιστικών μνημείων, όπως είναι και η ανέγερση και ο εξοπλισμός Σχολής Βυζαντινής Μουσικής και Αγιογραφίας, σε συνεργασία με την Ιερά Μητρόπολη Μονεμβασίας και Σπάρτης και τον προκαθήμενό της, Σεβασμιότατο Μητροπολίτη κ. Ευστάθιο. Ταυτόχρονα, η Λακωνία έχει πολλές και εν δυνάμει σημαντικές προοπτικές για το μέλλον, γι’ αυτό βοηθάμε, στο μέτρο του δυνατού, και την οικονομική ανάπτυξή της, μέσω του πολυδιάστατου προγράμματος «Πρωτοβουλία για τη Λακωνία», με αιχμή την αναβίωση της Βαμβακούς».
Η ιδέα της αναβάθμισης του Αρχαιολογικού Μουσείου Σπάρτης γεννήθηκε κατά την επίσκεψη, στο μουσείο και τον περιβάλλοντα χώρο, του Προέδρου του ΙΣΝ, κ. Ανδρέα Δρακόπουλου, μαζί με τον διεθνούς φήμης αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο, οι οποίοι από κοινού διέβλεψαν τη δυνατότητα να αναδειχθεί και πάλι σε πολιτιστικό κόσμημα για την πόλη και, επιπρόσθετα, σε έναν ζωντανό, ανοιχτό, δημόσιο χώρο για τους κατοίκους και επισκέπτες της Σπάρτης.
Έτσι, σήμερα, ο Ρέντσο Πιάνο βρίσκεται με τους συνεργάτες του στη διαδικασία υλοποίησης της αρχιτεκτονικής μελέτης, οραματιζόμενος την εικονική σύζευξη του κήπου του μουσείου με την κεντρική πλατεία του Δημαρχείου, σε μια προσπάθεια αναβίωσης του άλλοτε ενοποιημένου χώρου. Να σημειωθεί, ότι η σύμβαση δωρεάς περιλαμβάνει τη μελέτη, κατασκευή και εξοπλισμό για την αποκατάσταση και αναβάθμιση με υπόγεια επέκταση λειτουργικών χώρων του παλαιού μουσείου.
Επίσης, τη λειτουργική αναζωογόνηση και συντήρηση του ιστορικού κήπου, ούτως ώστε το 2023 να αποδοθεί στους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης ένας πόλος πολιτισμού και ψυχαγωγίας, ο οποίος θα παραμείνει σε λειτουργία και μετά τη δημιουργία του νέου μουσείου στους χώρους του πρώην εργοστασίου ΧΥΜΟΦΙΞ.
Το αναβαθμισμένο Αρχαιολογικό Μουσείο θα δίνει, εξάλλου, ιδιαίτερη έμφαση στις ψηφιακές τεχνολογίες και, παράλληλα, θα φιλοξενεί πολιτιστικές δράσεις και δραστηριότητες της τοπικής κοινωνίας, τόσο στους δημιουργούμενους νέους χώρους, όσο και στον κήπο, η χρήση του οποίου παραχωρήθηκε από τον δήμο Σπάρτης στο υπουργείο Πολιτισμού για διάστημα 20 ετών.
Στο πλαίσιο της δωρεάς του ΙΣΝ έχει προβλεφθεί η συστηματική συντήρηση του κήπου καθ’ όλη τη διάρκεια της εικοσαετούς παραχώρησής του από τον δήμο. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης ιδρύθηκε το 1875 στο νεοκλασικό κτήριο που χτίστηκε, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Γ. Κατσαρού και φέρεται ως το πρώτο ελληνικό μουσείο που χτίστηκε σε επαρχιακή πόλη.
Το 1876 δέχθηκε την αρχαιολογική συλλογή των 288 αρχαίων αντικειμένων, που είχε συγκεντρώσει από το 1872 ο Έφορος Αρχαιοτήτων, Παναγιώτης Σταματάκης, ενώ, στο πέρασμα των χρόνων, η συλλογή εμπλουτίστηκε. Σήμερα και έπειτα από τις επεκτάσεις, που ολοκληρώθηκαν το 1936, το κτήριο του Μουσείου διαθέτει συνολικά επτά αίθουσες.
Η δεύτερη σύμβαση δωρεάς, εξάλλου, προβλέπει την προστασία και ανάδειξη του χώρου που αποδίδεται ως «Οικία της Ευρώπης», όπου διατηρούνται κατά χώρα δύο ψηφιδωτά δάπεδα ρωμαϊκών χρόνων: Η «Αρπαγή Ευρώπης» και ο «Ορφέας ως γητευτής ζώων». Το έργο προβολής και ανάδειξής τους ξεκίνησε με πρωτοβουλία του τ. υπουργού κ. Ιωάννη Βαρβιτσιώτη, ο οποίος είναι πρόεδρος του μη κερδοσκοπικού οργανισμού «Φίλοι των Ψηφιδωτών της Σπάρτης», που συντονίζει ήδη και υλοποιεί το έργο.
Ήδη, με δαπάνες του οργανισμού, έχουν ολοκληρωθεί οι μελέτες εφαρμογής και τα τεύχη δημοπράτησης για το έργο, έχει κατατεθεί ο φάκελος για την προβλεπόμενη άδεια δόμησης και έχει προταθεί ανάδοχος, ενώ οι ανωτέρω ενέργειες έχουν ήδη προκριθεί και εγκριθεί από το ΥΠ.ΠΟ.Α.
Η «Οικία της Ευρώπης», στη συμβολή των οδών Διοσκούρων και Παλαιολόγου, στην Σπάρτη, συνολικού εμβαδού 1.800 τ.μ., είναι απαλλοτριωμένα από το υπουργείο Πολιτισμού ακίνητα, ιδιοκτησίας Φουστάνου – Μουραμπά. Εκεί αποκαλύφθηκαν τα ρωμαϊκής εποχής ψηφιδωτά δάπεδα με θέμα «Αρπαγή της Ευρώπης» και «Ο Ορφέας γοητεύει τα άγρια ζώα».
Η «Αρπαγή της Ευρώπης» βρέθηκε το 1872 σε βάθος μισού μέτρου, στον κήπο της οικίας Φουστάνου. Καταγράφηκε από τον αρχαιολόγο Παναγιώτη Σταματάκη και μελετήθηκε για πρώτη φορά το 1874 από τον Γερμανό Χίρσφελντ. Ακολούθησε λεπτομερής περιγραφή από τους Ντρέσσελ και Μιλχόφερ, οι οποίοι δημοσίευσαν για πρώτη φορά την λεπτομερή περιγραφή των εκθεμάτων της συλλογής του Αρχαιολογικού Μουσείου της Σπάρτης.