ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Μια αμερικανική συλλογή με έργα αρχαίας ελληνικής τέχνης, που είναι άγνωστο πότε, πώς και από πού βγήκαν εκτός Ελλάδος, μια έκθεση, η απόλυση του επιμελητή της και εν τέλει ένα σκάνδαλο. Αλλά επίσης και ένα ερώτημα: Πόσο γνωστή είναι αυτή η αμφιλεγόμενη συλλογή στο ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού και πώς θα μπορούσε να κινηθεί για την διεκδίκησή της με τα δεδομένα, που μόλις δημοσιοποιήθηκαν;
Αναλυτικά, ανάστατος είναι ο χώρος των μουσείων στις Ηνωμένες Πολιτείες με την υπόθεση του Μουσείου Καλών Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη της Φλόριντα, το οποίο διοργάνωσε μία έκθεση με τίτλο «Από το Χάος στην Τάξη», αποκλειστικά με ελληνικές αρχαιότητες, χρονολογούμενες στην Γεωμετρική εποχή (περίπου 900 π.Χ. έως 700 π.Χ.).
Επιμελητής της έκθεσης ήταν ο Μάικλ Μπένετ και όλα τα έργα, χάλκινα ως επί το πλείστον προέρχονταν από έναν συλλέκτη ελληνικών αρχαιοτήτων, τον Σολ Ράμπιν. Έως σήμερα όμως, δεν ήταν γνωστό, ότι κάποια από αυτά μπορεί να είναι προϊόντα λεηλασίας.
Όταν η έκθεση ωστόσο, στο πλαίσιο περιοδείας της σε άλλα μουσεία, έφθασε στο Μουσείο Τέχνης του Ντένβερ, οι υπεύθυνοι αρνήθηκαν να την παρουσιάσουν. Ο λόγος; Η ανησυχία τους, ότι τα 57 τεχνουργήματα δεν έχουν επαρκή στοιχεία προέλευσης. Πόσο μάλλον, όπως ανέφεραν οι ίδιοι στους New York Times, που ανέδειξαν το θέμα, ότι διαπίστωσαν, πως μερικά από αυτά είχαν αγοραστεί από εμπόρους, οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί στον παρελθόν για διακίνηση κλεμμένων αρχαιοτήτων.
Με ευθεία αναφορά στον διάσημο έμπορο αρχαιοτήτων Ρόμπερτ Χεχτ, ο οποίος με έδρα το Παρίσι κατηγορήθηκε επανειλημμένα για πώληση κλεμμένων αρχαίων, μάλιστα δικάστηκε στην Ιταλία με την κατηγορία της συνωμοσίας για εμπορία λεηλατημένων αρχαιοτήτων από το 2005 ως το θάνατο του, το 2012.
Επιπλέον, σύμφωνα με το Μουσείο του Ντένβερ, τα περισσότερα από τα 57 αντικείμενα της έκθεσης δεν έχουν αποδεικτικά, ότι βρίσκονταν εκτός Ελλάδας πριν το 1970. (Όπως είναι γνωστό με τη Διεθνή σύμβαση της UNESCO (Παρίσι,1970) πολιτιστικά αγαθά, που έχουν εξαχθεί από τις χώρες-μέλη μετά το 1970 θεωρούνται παράνομα).
Αρνητικός αντίκτυπος
Το Μουσείο Τέχνης του Ντένβερ δεν έμεινε όμως εκεί. Ο διευθυντής του Κρίστοφ Χάινριχ με επιστολή του προς το Μουσείο Καλών Τεχνών ζητούσε από τους υπεύθυνους να επιλύσουν πρώτα τα προβλήματα προέλευσης των αρχαίων αντικειμένων, πριν παρουσιαστεί η έκθεση.
Όπως ανέφερε σχετικά: «Είμαι βέβαιος, ότι είστε εξοικειωμένοι με το πώς τα μεταβαλλόμενα νομικά και ηθικά πρότυπα και οι αντιλήψεις σχετικά με τη συλλογή και την έκθεση αρχαιοτήτων βρίσκονται στο επίκεντρο πολλών μουσείων του παγκόσμιου πολιτισμού σήμερα, συμπεριλαμβανομένου του δικού μας».
Περιέγραψε επίσης την έκθεση ως ρίσκο για το μουσείο του, σημειώνοντας ότι το Ντένβερ «είχε βιώσει πρόσφατα τον αρνητικό αντίκτυπο για έναν μικρό αριθμό παλαιών συλλογών μας και τους συσχετισμούς με εμπόρους στιγματισμένους». Πράγματι, το μουσείο του Ντένβερ είχε το δικό του σκάνδαλο, όταν αναγκάστηκε να επιστρέψει τέσσερα αντικείμενα, που κατείχε παράνομα στην Καμπότζη, ύστερα από την δημόσια έκκληση της κυβέρνησής της.
Κατόπιν αυτών η έκθεση «Από το Χάος στην Τάξη» δεν έφτασε ποτέ στο Ντένβερ. Οι εξελίξεις όμως συνεχίστηκαν στη Φλόριντα.
Η απόλυση
Συγκεκριμένα, δύο μήνες μετά την άρνηση του Μουσείου Τέχνης του Ντένβερ να φιλοξενήσει την έκθεση, ο επιμελητής της Μάικλ Μπένετ τέθηκε σε άδεια. Και ένα μήνα μετά, απολύθηκε. Οι ακριβείς λόγοι της απόλυσής του παραμένουν ασαφείς.
Κι αυτό, γιατί οι υπεύθυνοι του μουσείου αρνήθηκαν να διευκρινίσουν το σκεπτικό τους λέγοντας απλώς, ότι δεν μπορούν να συζητήσουν θέματα προσωπικού. Σε δήλωσή τους όμως, τόνισαν τη σημασία της τήρησης των υψηλότερων προτύπων στη σύγχρονη εποχή ενώ ανέφεραν επίσης, ότι έχουν ξεκινήσει μια πλήρη αναθεώρηση προέλευσης των συλλογών του μουσείου.
Ο Μπένετ από τη μεριά του διαμαρτυρήθηκε, ότι δεν του δόθηκε ποτέ σαφής λόγος για την απόλυσή του, παρά μόνον, ότι η αρχική του άδεια σχετιζόταν με το θέμα της επαναδιαπίστευσης σε μια ένωση μουσείων, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις.
Οι υπαινιγμοί
Όπως αναφέρουν και πάλι οι New York Times εξάλλου, σε μία επιστολή του δικηγόρου του μουσείου σημειώνεται, ότι ως υπάλληλος θα μπορούσε να απολυθεί ανά πάσα στιγμή χωρίς αιτία. Κάνοντας όμως στη συνέχεια έναν σοβαρό υπαινιγμό: Ότι «Εάν ήταν υποχρεωτικό να δοθούν εξηγήσεις για τον τερματισμό της απασχόλησης του Δρα Μπένετ, το Μουσείο Καλών Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη θα είχε περισσότερο από επαρκείς λόγους να το κάνει, όπως γνωρίζει καλά ο Δρ. Μπένετ»…
Πριν πάει στην Αγία Πετρούπολη το 2018, ο Μπένετ είχε εργαστεί για πολλά χρόνια στο Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ, όπου θεωρούνταν κορυφαίος ειδικός στον τομέα της ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης. Ωστόσο, δύο από τις αγορές του εκεί έγιναν επίσης, αντικείμενο ελέγχου. Συγκεκριμένα επρόκειτο για ένα ελληνικό χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, το οποίο διατηρεί ακόμα το μουσείο, παρ΄ότι είχε αποσπασματική προέλευση. Επίσης ένα ρωμαϊκό πορτρέτο του Δρούσου του Νεώτερου, το οποίο τελικώς επιστράφηκε στην Ιταλία.
Ο ίδιος πάντως, έχει μία μάλλον χαλαρή άποψη για τα αντικείμενα των μουσείων, χωρίς προέλευση. Όπως είπε, υπάρχουν πολλά νόμιμα αρχαία, χωρίς τεκμηριωμένο ιστορικό ιδιοκτησίας. Αυτά δεν πρέπει να θεωρούνται λεηλατημένα, γιατί παλαιότερα τα αρχαία άλλαζαν χέρια χωρίς τους ελέγχους, που πλέον είναι ρουτίνα.
Ο συλλέκτης
Όσον αφορά εξάλλου, τον συλλέκτη Σολ Ράμπιν, τον οποίο επί του παρόντος δεν φαίνεται να αγγίζει κανείς είναι αυτή τη στιγμή πρόεδρος της Επιτροπής Αρχαίας Τέχνης στα Μουσεία Τέχνης του Χάρβαρντ.
Όπως είπε ο ίδιος, η συλλογή του αρχαίας ελληνικής τέχνης περιλαμβάνει περί τα 700 έργα και δημιουργήθηκε εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Σύμβουλοί του ήταν ο Μπένετ και του Ντέιβιντ Μίτεν, επίτιμος καθηγητή Κλασικής τέχνης και Αρχαιολογίας στο Χάρβαρντ, ο οποίος πέθανε πέρυσι.
Ομολογεί ωστόσο ο ίδιος, ότι κατά την αγορά των έργων από διάφορους εμπόρους δεν ζητούσε πλήρεις πληροφορίες σχετικά με την προέλευσή τους, παρά μόνον σαφείς διαβεβαιώσεις ,ότι τα αντικείμενα δεν είχαν κλαπεί.
Και ποιες ήταν αυτές οι διαβεβαιώσεις; Για παράδειγμα σε σχέση με τον Χεχτ «Τον κοιτούσα στα μάτια κι εκείνος μπορούσε να πει ‘‘Όχι αυτά δεν είναι καλά’’ ή ‘‘Αυτά είναι νόμιμα κομμάτια’’. Οπότε τα αγόραζα».
Άλλωστε ο ίδιος προτιμά να εθελοτυφλεί γενικότερα, όταν λέει, πως «Δεν υπάρχει απολύτως καμία λογική, ότι επειδή ένας έμπορος διακινεί παράνομα αρχαία, όλα όσα έχει πουλήσει είναι παράνομα».
Ο έμπορος
Να σημειωθεί ότι ο Χεχτ ήταν αναμεμειγμένος στην πώληση του περίφημου κρατήρα του Ευφρονίου στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης το 1972 για ένα εκατομμύριο δολάρια, γεγονός που είχε εκτοξεύσει τη φήμη του αλλά και του προκάλεσε μεγάλα προβλήματα.
Η ιταλική κυβέρνηση διεκδίκησε στο αγγείο, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως αποδεικτικά στοιχεία τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Χεχτ στο σπίτι του στο Παρίσι, τον προσήγαγε σε δίκη.
Το 2006 εξάλλου, ο τότε διευθυντής του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης Φιλίπ ντε Μοντεμπέλο αναγκάστηκε να το επιστρέψει στην Ιταλία.
Το 2005 επίσης, είχε κατηγορηθεί μαζί με την Μάριον Τρου, πρώην επιμελήτρια αρχαιοτήτων στο Μουσείο J. Paul Getty στο Λος Άντζελες, για συνωμοσία εμπορίας παράνομων αρχαιοτήτων, βάσει στοιχείων, που είχαν προέλθει από την επιδρομή του 1995 σε μια αποθήκη στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου ήταν αποθηκευμένος ένας θησαυρός κλεμμένων αντικειμένων. Ιδιοκτήτης της ήταν ο διαβόητος έμπορος έργων τέχνης Τζιάκομο Μέντιτσι, που συνελήφθη το 1997.
Διεκδίκηση και επαναπατρισμοί
Στο δια ταύτα σήμερα: Αρκετά μεγάλα μουσεία των ΗΠΑ με συλλογές αρχαιοτήτων φυλάσσουν αντικείμενα, που οι ίδιοι ή ένας δωρητής απέκτησαν από τον Χεχτ.
Το αν έχουν ελέγξει την νομιμότητά τους είναι ένα θέμα. Μόλις τον περασμένο Μάιο ωστόσο το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης Νέας Υόρκης ανακοίνωσε, ότι αρχίζει συστηματική έρευνα προέλευσης των πολιτιστικών θησαυρών του, ύστερα από τα αλλεπάλληλα, τα τελευταία χρόνια, κρούσματα κλεμμένων αρχαιοτήτων, που κατείχε παρανόμως.
Άλλα μουσεία όμως, αδιαφορούν. Ως τη στιγμή τουλάχιστον, όπως συνέβη τώρα στο Μουσείο Καλών Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη της Φλόριντα, που τα γεγονότα θα τους προλάβουν.
Γεγονός είναι, ότι τα τελευταία χρόνια, δεκάδες αντικείμενα έχουν επιστραφεί σε χώρες όλου του κόσμου, αφού τα μουσεία αναγνώρισαν ότι είχαν παραπλανηθεί σε συναλλαγές ή ότι δεν είχαν κάνει επαρκείς έρευνες για την προέλευση των έργων τέχνης.
Η Ελλάδα είναι μέσα σ΄αυτές, καθώς το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού έχει διεκδικήσει με μεγάλη επιτυχία τον επαναπατρισμό κλεμμένων αρχαιοτήτων, καταθέτοντας πάντα τα στοιχεία εκείνα, που αποδεικνύουν την πατρότητά τους. Το ζήτημα είναι τώρα, αν υπάρχει η δυνατότητα να συμβεί το ίδιο και με αυτή τη συλλογή του μουσείου της Φλόριντα.
Διαβάστε επίσης:
Ένας «Ρινόκερος» στο σαλόνι σας για 6 εκατομμύρια ευρώ – Έργο σε δημοπρασία
Συλλογή Αμπράμοβιτς – Ζούκοβα: «Αγνοούνται» έργα ενός δισ. δολαρίων
Ένας Μέγας Αλέξανδρος αναδύθηκε από ανασκαφές στην Τουρκία
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Γκάρι Γκένσλερ (Πρόεδρος SEC): Παραιτείται την ημέρα της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ
- Ιταλία: Θα ήμασταν υποχρεωμένοι να συλλάβουμε τον Νετανιάχου αν επισκεπτόταν την χώρα
- Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: Σισύφειο έργο, η σύλληψη των υπόπτων για εγκλήματα πολέμου
- Ρωσία: Οι ΗΠΑ είχαν ενημερωθεί πριν από το πλήγμα με τον “πειραματικό” πύραυλο στο Ντνίπρο