Δεν έχει προηγούμενο! Η μεγαλύτερη πώληση στην ιστορία της αγοράς τέχνης συνέβη την Τετάρτη το βράδυ στη Νέα Υόρκη, όπου έργα της εκπληκτικής συλλογής του Πολ Άλεν, δισεκατομμυριούχου συνιδρυτή της Microsoft, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2018 έφθασαν στη δημοπρασία των Christie’s τα 1,5 δισεκατομμύρια δολάρια.

Όπως ομολογούν όλοι, ποτέ ως σήμερα δεν έχουν ακουστεί στη σάλα μιας δημοπρασίας τόσα οκταψήφια και εννεαψηφία  νούμερα μέσα σε μια νύχτα. Αριστουργήματα του Βαν Γκογκ, του Σεζάν και του Σερά εκτινάχθηκαν στα ύψη καθώς οι μεγιστάνες συλλέκτες, που πήραν μέρος, δεν νοιάστηκαν καθόλου για τη γεωπολιτική αναταραχή, τον αυξανόμενο πληθωρισμό και τους φόβους για ύφεση. Κι όσο προχωρούσε η νύχτα οι προσδοκίες όλο και μεγάλωναν στην αίθουσα των πωλήσεων, όπου το παρών έδωσαν και ο ηθοποιός Στιβ Μάρτιν, όπως και ο μεγάλος έμπορος τέχνης Λάρι Γκαγκόζιαν.

1

Από τα 60 έργα που προσφέρθηκαν (ένας Μαγκρίτ αποσύρθηκε από τη δημοπρασία) πέντε πουλήθηκαν για περισσότερα από 100 εκατομμύρια δολάρια το καθένα. Επιπλέον 15 ακόμη, πουλήθηκε για πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια το καθένα, ενώ συνολικά  η μέση τιμή ενός έργου στην πώληση ήταν 25 εκατομμύρια, σύμφωνα με τον οίκο Christie’s.

Συνολικά η δημοπρασία έκανε  20 ρεκόρ καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων ονομάτων όπως ο Βαν Γκογκ και ο Τζάσπερ Τζονς. Συμμετείχαν πλειοδότες από 19 χώρες αλλά οι αμερικανοί αγοραστές πήραν το 50% των παρτίδων.  Αλλά η δημοπρασία δεν τελείωσε καθώς χθες το βράδυ θα ακολουθούσε το δεύτερο μέρος με έργα, των οποίων η αξία έχει προσδιορισθεί από 58 έως 87 εκατομμύρια.

Το έργο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ «Περιβόλι με κυπαρίσσια»
Το έργο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ «Περιβόλι με κυπαρίσσια»

Εκπληκτικές επενδύσεις στην τέχνη

Κορυφαίο έργο ήταν ο μικρός καμβάς του Ζορζ Σερά «Les Poseuses, Ensemble» του 1888, το οποίο πουλήθηκε για 149,2 εκατομμύρια δολάρια, ξεπερνώντας την εκτίμηση των 100 εκατομμυρίων δολαρίων. Και όπως έγινε γνωστό αγοραστής ήταν ένας πελάτης του Xin Li-Cohen, αντιπροέδρου της Christie’s Asia. Ο συγκεκριμένος πίνακας με την τεχνοτροπία του πουαντιγισμού θεωρείται μάλιστα ο πιο σημαντικός Σερά σε χέρια ιδιωτών. Απεικονίζει τρεις γυμνές φιγούρες στο στούντιο του καλλιτέχνη, όπου το διάσημο έργο του «A Sunday on La Grande Jatte» ακουμπά στον τοίχο. Η εικόνα είναι μικρή, μόλις 39,37 εκατοστά ύψος και 50 πλάτος αλλά όπως σχολιάσθηκε κάθε τετραγωνικό εκατοστό της είναι ένα αριστούργημα.

Το έργο του Κλιμτ «Δάσος με σημύδες»
Το έργο του Κλιμτ «Δάσος με σημύδες»

Ο Άλεν άλλωστε δεν φοβόταν να ανοίξει το πορτοφόλι του όταν εντόπιζε κάτι που τον ενδιέφερε. Μια βασική αγορά του  ήταν το «La montagne Sainte-Victoire» (1888–90) του Σεζάν, το οποίο  είχε αγοράσει  τον Μάιο του 2001 για 38,5 εκατομμύρια δολάρια.  Δύο δεκαετίες αργότερα, το έργο έφτασε χθες τα 137,8 εκατομμύρια δολάρια, ύστερα από το κονταροχτύπημα δύο ατόμων. Το τοπίο του Βαν Γκόγκ «Περιβόλι με κυπαρίσσια» (1888) πουλήθηκε για 117,2 εκατομμύρια δολάρια ενώ το «Μεγάλο εσωτερικό» (1981–83) του Λούσιαν Φρόιντ για 86,3 εκατομμύρια, ξεπερνώντας  κατά πολύ την εκτίμησή του. Να σημειωθεί, ότι ο Άλεν αγόρασε αυτό το πορτρέτο, διαστάσεων 1,82 Χ 1,82  για 5,8 εκατομμύρια δολάρια στον οίκο Sotheby’s το 1998.

Μεγάλο εσωτερικό» του Λούσιαν Φρόιντ

Άλλες κορυφαίες πωλήσεις  αφορούσαν την «Μητρότητα II» (1899) του Πολ Γκογκέν, που πουλήθηκε για 105,7 εκατομμύρια (είχε αγοραστεί για 39,2 εκατομμύρια δολάρια το 2004) και το φωτεινό «Δάσος με σημύδες» του Γκούσταβ Κλιμτ, το οποίο έφτασε τα 104,6 εκατομμύρια, ενώ είχε αγοραστεί για 40 εκατομμύρια το 2006.

«Μητρότητα» του Γκογκέν

Τα «πυροτεχνήματα»

 «Τα εξαιρετικά έργα τέχνης έχουν εξαιρετικές τιμές», σχολίασε για όλα αυτά ο Πάμπλο Σουγκουρένσκι, ο οποίος υπήρξε διευθυντής της συλλογής του Πολ Άλεν από το 1998. «Από την πλευρά μου είναι μια αναγνώριση για ό,τι κατόρθωσα να κάνω, προκειμένου να βοηθήσω τον Πολ Άλεν να φτιάξει αυτή τη συλλογή».

Εκτός όμως από τα έργα για τα οποία υπήρχαν υψηλές  προσδοκίες, υπήρξαν και μερικά απροσδόκητα πυροτεχνήματα. Όπως το «Dream Day» του Άντριου Γουάιαθ  (1980), ένα γαλάζιο πορτρέτο μιας γυναίκας κάτω από ένα κουβούκλιο, πουλήθηκε για 23,3 εκατομμύρια δολάρια, επτά φορές περισσότερο από την υψηλότερη  εκτίμησή του, των 3 εκατομμυρίων δολαρίων. Ένα λουλούδι της Τζόρτζια  Ο΄Κιφ, το «White Rose with Larkspur No. I» (1927), που εκτιμήθηκε από 6 έως 8 εκατομμύρια δολάρια, εκτινάχθηκε στα 26,7 εκατομμύρια.  Και όπως διαπιστώθηκε ήταν ένα μόνο από τα πέντε έργα, που αγόρασε «μια ξανθιά γυναίκα στη σάλα», η οποία αναγνωρίστηκε από τους συμμετέχοντες στη δημοπρασία ως η Ντεμπ Ρόμπινσον της Art Market Advisors. Η Ρόμπινσον κατέβαλε συνολικά 130,2 εκατομμύρια για την Ο΄Κιφ, έναν Κάλντερ, έναν Χόκνεϊ,  μία Λουίζ Μπουρζουά και ένα Τζονς.

Το έργο της Τζόρτζια Ο΄Κιφ

Η δημιουργία της συλλογής

Ο Πολ Άλεν είχε αρχίσει να συλλέγει έργα από το 1992 μια εποχή που η αγορά της τέχνης βρισκόταν σε ύφεση.  Ένα από τα πρώτα του αποκτήματα σε δημοπρασία ήταν το «Le Bassin Aux Nympheas» του Μονέ, το οποίο είναι ανάμεσα σε πολλά σημαντικά έργα, που δεν προσφέρονται στον οίκο Christie’s. Αργότερα αγόρασε έργα από τον David Geffen, φίλο και συνάδελφο δισεκατομμυριούχο συλλέκτη, ο οποίος του σύστησε τη Lucy Mitchell-Innes και τον David Nash, που εκείνη την εποχή ήταν επικεφαλής των μεταπολεμικών και ιμπρεσιονιστικών τμημάτων τέχνης του Sotheby. Για τα επόμενα εννέα χρόνια τον προμήθευσαν πολλά σημαντικά έργα, αρκετά από τα οποία τώρα βρέθηκαν στη δημοπρασία των Christie’s. Το 1998, όταν ο Άλεν προσέλαβε ως διευθυντή της συλλογής τον Πάμπλο Σουγκουρένσκι αύξησε και όλη την ομάδα του με 14 άτομα, που είχαν ως αποστολή την προμήθεια, την καταλογογράφηση και τον δανεισμό των θησαυρών του.

 Συνολικά τα έργα που έφθασαν σε δημοπρασία είναι 150 εκτεινόμενα σε 500 χρόνια ιστορίας, από την Αναγέννηση έως τη σύγχρονη τέχνη. Ο Άλεν  έτρεφε μια ιδιαίτερη προτίμηση προς τους καλλιτέχνες που μίλησαν στο επιστημονικό του μυαλό και εξερεύνησαν νέους τρόπους παρουσίασης του χώρου στον καμβά (όπως ο Σερά και ο Τζονς), καθώς και εκείνους που απεικόνιζαν τοπία (Σεζάν, Χόκνεϊ, Τόμας Χαρτ Μπέντον). Αγαπούσε επίσης τη Βενετία και συγκέντρωσε πολλές απεικονίσεις της ιταλικής πόλης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Τέρνερ, του Μανέ και του . Turner, Manet και Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ.  Η συλλογή άλλωστε, που κρατιόταν κατά τη διάρκεια της ζωής του Άλεν  γοήτευσε το κοινό, προσελκύοντας 20.000 επισκέπτες στα κεντρικά γραφεία του Christie’s Rockefeller Centre επί δέκα ημέρες.

Ο Πολ Άλεν (1953 – 2018)

Προπώληση και φιλανθρωπία

Να σημειωθεί, ότι οι Christie’s εγγυήθηκαν τη συλλογή Άλεν στους κατόχους της,  πράγμα που σημαίνει, ότι πρόσφεραν στον πωλητή ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό για το σύνολο, ανεξάρτητα με την ανταπόκριση της  αγοράς. Πριν από την πώληση εξάλλου, βρέθηκαν και τρίτοι υποστηρικτές για 33 έργα, που σημαίνει ουσιαστικά την προπώλησή τους. Η συνολική χαμηλή εκτίμηση αυτών των παρτίδων ήταν 997 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς. Με άλλα λόγια, ο οίκος Christie’s είχε πουλήσει έργα τέχνης αξίας σχεδόν 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων πριν πέσει το πρώτο σφυρί.

Όταν ρωτήθηκε τέλος ο διευθύνων σύμβουλος των Christie’s Γκιγιόμ Τσερουτί για το πώς η αγορά τέχνης μπόρεσε να αψηφήσει τους οικονομικούς ανέμους και την αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις εκλογές στις ΗΠΑ, εκείνος απαρίθμησε διάφορους παράγοντες: σπανιότητα, ποιότητα, προέλευση και φιλανθρωπικό χαρακτήρα της πώλησης.  Όπως είναι γνωστό όλα τα έσοδα θα διατεθούν σε φιλανθρωπικά ιδρύματα που δεν έχουν ακόμη καθοριστεί.

Διαβάστε επίσης

Αρχαίο ψηφιδωτό και οικοδόμημα ανακαλύφθηκαν στην Πλατεία Θεάτρου