ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Μια έκθεση με τα συγκλονιστικά πορτρέτα Φαγιούμ και την τέχνη τους, που άνθησε στην Αίγυπτο επηρεασμένη από την αρχαιοελληνική ζωγραφική παράδοση, για να συνεχιστεί και στην πρωτοχριστιανική εποχή παρουσιάζει το Μουσείο Άλαρντ Πίρσον του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ φέρνοντας στην εποχή μας πρόσωπα ανθρώπων που έζησαν πριν χιλιετίες.
«Πρόσωπο με πρόσωπο: Οι άνθρωποι πίσω από τα πορτρέτα τους» είναι και ο τίτλος της έκθεσης, για την πραγματοποίηση της οποίας το μουσείο δανείστηκε έργα, μεταξύ άλλων από το Λούβρο και το Μουσείο Ζαν Πολ Γκέτι.
Τα Φαγιούμ εντοπίσθηκαν για πρώτη φορά, όπως είναι γνωστό, στην ομώνυμη όαση 60 χιλιόμετρα από το Κάιρο στη δυτική όχθη του Νείλου σε μια περιοχή, που είχε παραχωρηθεί στους έλληνες μισθοφόρους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι στη συνέχεια υπήρξαν υπερασπιστές των Πτολεμαίων.
Πρόκειται για την ακρίβεια για νεκρικά πορτρέτα προσφιλών θανόντων ανδρών, γυναικών και παιδιών, όλων των ηλικιών, που τοποθετούνται χρονικά μεταξύ του 1ου και 4ου μ.Χ. αιώνα.
Ένα ακόμη ιδιαίτερο στοιχείο τους εξάλλου είναι, ότι ενώ από άποψη τεχνοτροπίας συνδέονται άμεσα με την ελληνορωμαϊκή ζωγραφική παράδοση, η παραγωγή και η χρήση τους εξυπηρετούσε τα αιγυπτιακά έθιμα ταφής σε μία μείξη, που φέρνει κοντά πολιτισμούς δημιουργώντας αριστουργήματα.
Χωνευτήρι πολιτισμών
«Φτιάχτηκαν για να τοποθετούνται πάνω από μουμιοποιημένα σώματα, μια αιγυπτιακή συνήθεια, που είχε στόχο να διατηρήσει τη μορφή των αγαπημένων τους, καλή και αναγνωρίσιμη τόσο από τους θεούς όσο και από τους ίδιους», όπως λέει και ο επιμελητής της έκθεσης Μπεν βαν ντεν Μπέρκεν.
Χαρακτηρίζοντας το αποτέλεσμα ως ένα χωνευτήρι πολιτιστικών επιρροών και θρησκευτικών παραδόσεων, που άνθησε σε μία κοσμοπολίτικη και ευημερούσα κοινωνία.
Γεγονός εξάλλου είναι, ότι εκεί όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνορωμαϊκών έργων τέχνης απεικονίζει θεούς, μυθολογικούς ήρωες και σχεδόν θεϊκούς αυτοκράτορες, τα πορτρέτα του Φαγιούμ είναι μορφές απλών ανθρώπων, ρεαλιστικά αποδοσμένες.
Γιατί τα Φαγιούμ είναι εξατομικευμένα, έχον συναίσθημα και εκφραστικότητα, δίνουν πολύτιμες πληροφορίες για την προσωπικότητα τον νεκρού.
Ζωγραφισμένα εκ του φυσικού σε ξύλο ή σε λινό ύφασμα με την εγκαυστική τεχνική ή με την τεχνική της τέμπερας, αποδίδουν τον εικονιζόμενο με μια συγκλονιστική φυσικότητα, που «αιχμαλωτίζει» το βλέμμα του θεατή.
Η ελληνική τεχνική της εγκαυστικής
Ο ελληνιστικός πολιτισμός, που εισήχθη στην Αίγυπτο μέσω της βασιλείας των Πτολεμαίων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αποτυπώνεται ευκρινώς στα πορτρέτα, όπως επισημαίνει και ο επιμελητής της έκθεσης.
Ενώ η τέμπερα, μια αρχικά αιγυπτιακή παράδοση όπου η χρωστική ουσία αναμειγνύεται με υδατοδιαλυτά συνδετικά όπως ο κρόκος αυγού, συνδυάζεται συχνά με εγκαυστική ή ζεστή ζωγραφική με κερί. Μία ελληνική τεχνική, που ο Βαν ντεν Μπέρκεν πιστεύει, ότι μπορεί να είχε εισαχθεί στα ελληνιστικά εκπαιδευτικά συστήματα της Αιγύπτου.
«Το ενδιαφέρον με την εγκαυστική ζωγραφική είναι η δεξιότητα που απαιτείται», όπως λέει. «Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν να γίνουν προσαρμογές αφού κρυώσει το κερί, τα πορτρέτα κατασκευάστηκαν στρώμα-στρώμα, δίνοντάς τους μια σχεδόν ιμπρεσιονιστική ποιότητα. Θυμίζει αυτό που βρίσκουμε τον 17ο αιώνα με καλλιτέχνες όπως ο Ρέμπραντ».
Ο ρεαλισμός των πορτρέτων του Φαγιούμ εξάλλου, που εισήχθη στην Αίγυπτο, κυρίως από τη Ρώμη αλλά και από την Ελλάδα είναι λεπτομερής, δείχνοντας μια σαφή κατανόηση της ανθρώπινης ανατομίας.
Το ερώτημα ωστόσο, αν τα πορτρέτα είναι αληθινά είναι ανοιχτό προς συζήτηση. «Είναι δύσκολο να κρίνουμε τον βαθμό στον οποίο οι πίνακες αντικατοπτρίζουν πώς έμοιαζαν στην πραγματικότητα αυτοί οι άνθρωποι», σημειώνει ο Βαν ντεν Μπέρκεν. «Για παράδειγμα αν είχαν πραγματικά τα κοσμήματα που βλέπουμε στις εικόνες τους, γιατί ίσως να παρουσιάζονταν λίγο πιο πλούσιοι από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα.»
Υψηλό κόστος
Σε κάθε περίπτωση η παραγγελία ενός πορτρέτου είχε ένα σημαντικό κόστος.
Ο Βαν ντεν Μπέρκεν υπενθυμίζει, ότι πολλές από τις ξύλινες επιφάνειες στις οποίες ήταν ζωγραφισμένα ήταν από ξύλο φλαμουριάς, που προερχόταν από έξω από την Αίγυπτο -αν και χρησιμοποιούνταν επίσης ξύλο από κέδρο, έλατο, πεύκο, συκομουριά και κυπαρίσσι- ενώ το ίδιο ίσχυε και για ορισμένες χρωστικές.
Στοιχεία που υποδηλώνουν, ότι τα εικονιζόμενα άτομα ήταν μέλη της ανώτερης τάξης της κοινωνίας, άνδρες και γυναίκες με σημαντικό πλούτο. Ένα ερώτημα εξάλλου, που δεν έχει απαντηθεί ακόμη είναι, αν τα πορτρέτα δημιουργούνταν ενώ τα άτομα ήταν εν ζωή οπότε μπορεί και να στόλιζαν το σπίτι τους ή όχι.
Σήμερα σώζονται περί τα 1000 πορτρέτα Φαγιούμ, καθώς έχουν βρεθεί και σε περιοχές εκτός της συγκεκριμένης.
Η παράδοση ωστόσο, εγκαταλείφθηκε σιγά σιγά ως τον 4ο αιώνα με μία πιθανή εξήγηση την εξάπλωση του Χριστιανισμού, που ανακηρύχθηκε επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Θεοδόσιο, το 380.
Έτσι, όταν η θρησκεία πέρασε στην Αίγυπτο, τα τελετουργικά μουμιοποίησης καταργήθηκαν, παραχωρώντας τη θέση τους στις χριστιανικές τελετές ταφής. Καθώς η μουμιοποίηση εξαφανίστηκε, το πορτρέτο της μούμιας ακολούθησε κι αυτό, το παράδειγμά της.
Η έκθεση «Πρόσωπο με πρόσωπο: Οι άνθρωποι πίσω από τα πορτρέτα τους» στο Μουσείο Άλαρντ Πίρσον θα διαρκέσει ως τις 20 Μαΐου.
Διαβάστε επίσης:
Συλλογή Οικονόμου: Για πρώτη φορά στην Ελλάδα το έργο της Ντάνα Σουτς
Το μυκηναϊκό παρελθόν της Αίγινας στην κορυφή του Ελλάνιου Όρους
Αγγελική Κοτταρίδη: 17 χρόνια και μία αιωνιότητα για το ανάκτορο του Φιλίππου