ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«… Ο Πύργος και όσα περιείχε ήταν η διασκέδαση των παιδικών μας χρόνων. Κάτω χαμηλά ήταν μια συλλογή με αγάλματα και άλλα μαρμάρινα κομμάτια, τα οποία αποκαλύφθηκαν στις κατά καιρούς ανασκαφές…», έγραφε στα απομνημονεύματά του ο μικρότερος γιος του Γεωργίου Α΄ και της Όλγας, Χριστόφορος (1888- 1940). Και πράγματι ο Γεώργιος από την απόκτηση και μετά, του κτήματος Τατοΐου και την ανέγερση εκεί της πρώτης έπαυλης, συγκέντρωνε στον πύργο ενός παλαιότερου ανεμόμυλου αρχαιότητες απ΄όλη τη γύρω περιοχή. Πολλές από αυτές, όπως το πολύστιχο ψήφισμα της φρατρίας των Δημοτιωνιδών περισυνέλλεξε ο δασονόμος του κτήματος Λουδοβίκος Μύντερ (ο ίδιος είχε ανακαλύψει και τον τάφο του Σοφοκλή).
Πού βρίσκονται αυτές οι αρχαιότητες;
Ενάμιση περίπου αιώνα αργότερα, οι κόρες του βασιλέα Παύλου και της Φρειδερίκης, Σοφία και Ειρήνη αναλαμβάνουν πιο οργανωμένο έργο πραγματοποιώντας έρευνες εκ νέου στον τάφο του Σοφοκλή αλλά και επιφανειακές, κυρίως στην περιοχή της Δεκελείας με την δασκάλα τους, αρχαιολόγο Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου.
«Το κύριον ημών εύρημα, πλην τοπογραφικών τινών διαπιστώσεων, ήτο η εκ της επιφανείας του εδάφους είς τινα σημεία, ένθα δια της καλλιεργείας είχον αναμοχλευθεί τα χώματα, περισυλλογή αφθόνων οστράκων αγγείων διαφόρων εποχών, από της μυκηναϊκής μέχρι της ρωμαϊκής και της βυζαντινής έτι», έγραφαν οι ίδιες στον πρόλογο του μικρού πονήματός τους «Όστρακα εκ Δεκελείας» (1959), που υπέγραφαν με την Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου. Πράγματι στο βιβλιαράκι αυτό παρουσιάζονται με φωτογραφίες, αποσπασματικά σωζόμενα πολλά αγγεία, μεταξύ των οποίων πολλές λήκυθοι, πινάκια, κύλικες κ.ά.
Και αυτές οι αρχαιότητες πού βρίσκονται; Όπως και άλλες, που αποκτήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου με διάφορους τρόπους.
Μήπως πρόκειται για το περιεχόμενο των τεσσάρων ξυλοκιβωτίων που φυλάσσονται σφραγισμένα στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου εδώ και μία δεκαετία; Μήπως φυλάσσονται αλλού ή δεν έχουν ακόμη εντοπισθεί; ΄Η μήπως ακολούθησαν – κάποιες τουλάχιστον από αυτές- τον Κωνσταντίνο εκτός Ελλάδος ως μέρος της «οικοσκευής» του, που είχε φύγει με κοντέινερς από το Τατόι το 1991;
Ζητούνται απαντήσεις
Απαντήσεις, μόνον μερικώς μπορεί να δοθούν. Τριάντα δύο χρόνια μετά το σύνολο αυτών των αντικειμένων είναι υπό διερεύνηση. Είναι γεγονός, ότι τα κινητά ευρήματα αυτών των παλιών, «βασιλικών» ανασκαφών δεν ήταν σπουδαία, και αυτό επιβεβαιώνεται από αρκετές πηγές. Πέρα από αυτές τις παλιές έρευνες ωστόσο, μαρτυρίες αναφέρουν την ύπαρξη διαφόρων αρχαιοτήτων στο ανάκτορο του Τατοΐου, για τα οποία δεν υφίσταται σαφής εικόνα. Από πού προέρχονταν και τι ήταν;
Επιπλέον η δικτατορία, η κατάργηση της βασιλείας στην Ελλάδα και στη συνέχεια οι δικαστικές περιπέτειες στις οποίες οδήγησε το ελληνικό κράτος ο προσφάτως αποθανών τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος άφησαν πολλά σκοτεινά σημεία όσον αφορά τα αντικείμενα, αρχαία και μη, των ανακτόρων. Και όχι μόνον του Τατοΐου αλλά και του Μον Ρεπό, όπως και της Ηρώδου του Αττικού (σήμερα Προεδρικό Μέγαρο).
Αποκαλυπτική όμως, και ως σήμερα η πλέον σαφής –και ίσως πλήρης- αναφορά, είναι αυτή που περιέχεται σε ΦΕΚ της εποχής της δικτατορίας, που δημοσιεύθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 1973. Μερικούς μήνες πριν, η μοναρχία είχε καταργηθεί με δημοψήφισμα και ο Κωνσταντίνος είχε κηρυχθεί έκπτωτος.
Καταγραφή επί δικτατορίας
Σ΄αυτό το ΦΕΚ με θέμα «Περί απαλλοτριώσεως ακινήτου και κινητής περιουσίας του τέως βασιλέως και της βασιλικής οικογενείας» με το άρθρο 11 ορίζεται πως:
«Τα κατά το άρθρον 3 του παρόντος απαλλοτριούμενα κινητά πράγματα διατίθεται ως ακολούθως:
α) Εις το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείον: Άπαντα τα αρχαία αντικείμενα (γλυπτά, χαλκά, αγγεία, ειδώλια, νομίσματα) τα χρονολογούμενα από τις προϊστορικής περιόδου μέχρι και της υστέρας ρωμαϊκής. β) Εις το Βυζαντινόν Μουσείον Αθηνών: Αι εικόνες, οι σταυροί και τα Ευαγγέλια της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής τέχνης. γ) Εις το Μουσείον Βυζαντινής Τέχνης Κερκύρας: Τα αντικείμενα σινοϊαπωνικής τέχνης. δ) Εις την Εθνική Πινακοθήκην: Άπαντες οι πίνακες ζωγραφικής. ε)Εις την Βιβλιοθήκην της Βουλής: Άπαντα τα βιβλία στ) Εις τα Γενικά Αρχεία του Κράτους: Άπαντα τα χειρόγραφα (επίσημος αλληλογραφία). ζ) Εις το Εθνολογικόν Μουσείον: Τα είδη οπλισμού, παράσημα και εκείνα εκ των επίπλων, ταπήτων, σκευών εξ αργύρου, χρυσού, πορσελάνης, κρυστάλλου και λοιπά διακοσμητικά αντικείμενα, τα έχοντα καλλιτεχνικήν και ιστορικήν σημασίαν.
Η δημοπρασία
Οι υπηρεσίες της εποχής είχαν επίσης προχωρήσει και σε καταμέτρηση αυτών των αντικειμένων, σύμφωνα με την οποία υπήρχαν: 891 αρχαία ελληνικά, ρωμαϊκά και βυζαντινά έργα, προερχόμενα τις ανασκαφές της Δεκέλειας. 1.226 ζωγραφικοί πίνακες, λιθογραφίες και χαλκογραφίες. Εικόνες του 17ου και 18ου αιώνα (άγνωστος αριθμός). Σπαθιά από την Ελληνική Επανάσταση (άγνωστος αριθμός). 17.500 τόμοι σπάνιων βιβλίων. Καθώς και 13.000 χρυσά και αργυρά αντικείμενα.
Όσον αφορά την τελευταία ενότητα πάντως, υπενθυμίζεται η δημοπρασία του 2007 από τον οίκο Christie’s, όταν μεγάλος αριθμός από πολύτιμα αντικείμενα, 850 συγκεκριμένα, μεταξύ των οποίων ασημένια σερβίτσια και Φαμπερζέ, τα οποία ήταν στην κατοχή του Γεωργίου Α΄ (περίοδος βασιλείας από 1863 ως 1913) πωλήθηκαν για 14 εκατομμύρια ευρώ. Από την πλευρά του Κωνσταντίνου αναφερόταν, ότι τα είχε πουλήσει ήδη από το 1991 –κάτι που είχε αμφισβητηθεί- ενώ το ελληνικό κράτος αντιδρώντας πολύ καθυστερημένα και μάλλον απρόθυμα δεν κατόρθωσε να ακυρώσει τη δημοπρασία, παρά το επιχείρημα, ότι ήταν πιθανόν να είχαν εξαχθεί παράνομα από την Ελλάδα. Και προφανώς έτσι ήταν.
Η διασταύρωση των στοιχείων
Η ιστορία με τα εννέα κοντέινερς της «οικοσκευής» του τέως, που φορτώθηκαν από το Τατόι τον Φεβρουάριο του 1991 είναι γνωστή, αλλά και οι απαράδεκτες συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε γίνει η προσπάθεια εξαίρεσης κάποιων αντικειμένων, από την επιτροπή, που είχε συσταθεί από υπαλλήλους του υπουργείου Πολιτισμού και του υπουργείου Οικονομικών για το σκοπό αυτό. Κυρίως, λόγω των εντεταλμένων από τον Κωνσταντίνο προσώπων, που σε εχθρικό κλίμα παρεμπόδιζαν το έργο τους, το οποίο μόνο σεβαστό δεν γινόταν. Η καταγραφή αφορούσε συγκεκριμένα τα αντικείμενα, που ενέπιπταν στις διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου, άρα απαγορευόταν να εξαχθούν από την χώρα. Παρ΄όλα αυτά τα κοντέινερς έφυγαν, χωρίς οι σχετικοί κατάλογοι να ολοκληρωθούν.
Ανάμεσα σ΄αυτά πάντως, που η Αρχαιολογική Υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού είχε εντοπίσει, ότι υπάγονται στον αρχαιολογικό νόμο ήταν ορισμένα χάλκινα κράνη κορινθιακού τύπου, χάλκινες υδρίες, ειδώλια χάλκινα και πήλινα, αμφορείς, αλάβαστρα, νομίσματα, όπως επίσης εικόνες της Μεταβυζαντινής εποχής αλλά και ρωσικές.
Στην δημόσια αναταραχή εξάλλου, που προκλήθηκε στη συνέχεια, ο τότε υπουργός Πολιτισμού Τζανής Τζαννετάκης διαβεβαίωνε, ότι «κανένα ιστορικό κειμήλιο δεν έφυγε ούτε πρόκειται να φύγει από τη χώρα μας». Μένει να αποδειχθεί, όταν η καταγραφή όλων των αντικειμένων, που βρίσκονται στο Τατόι –ή όπου αλλού – ολοκληρωθεί από τις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού. Ένα έργο εξαιρετικής σημασίας, το οποίο πέραν των άλλων, σε διασταύρωση με την λίστα του ΄73 μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλού ενδιαφέροντος συμπεράσματα.
Διαβάστε επίσης
Η οικοσκευή του Τατοΐου – Ό,τι θα εκτεθεί στο ανάκτορο-μουσείο