ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στις 8 Ιουνίου του 1987 ο Αλέξανδρος Ιόλας φεύγει από τη ζωή σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης νικημένος από το AIDS.
Είναι 80 ετών, έχει ζήσει μια ζωή που ισοδυναμεί με χίλιες άλλων ανθρώπων, έχει θαυμαστεί, επαινεθεί αλλά και λοιδορηθεί όσο λίγοι, είναι πάμπλουτος και έχει αφήσει πίσω του μία τεράστια, προσωπική συλλογή έργων τέχνης, που δεν έχει κατορθώσει να δωρίσει, όπως είχε θελήσει, στο ελληνικό κράτος.
Γιατί το ίδιο το κράτος την έχει αρνηθεί, υιοθετώντας την εικόνα του ακόλαστου και αρχαιοκάπηλου -μεταξύ άλλων- που έχει δημιουργήσει γι’ αυτόν μερίδα της πολιτικής και του Τύπου.
Πρόκειται για έργα σύγχρονης τέχνης, αλλά και αρχαία και βυζαντινά, ταπισερί, έπιπλα, σερβίτσια, ακόμη και προσωπικά αντικείμενα, από το σύνολο των οποίων μόνον 47 πρόλαβε ο ίδιος να δωρίσει στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης -με την υπόσχεση ότι θα ακολουθήσει και δεύτερη δωρεά, που βέβαια δεν τελεσφόρησε ποτέ-, ενώ μια μικρή δωρεά έγινε και στην Εθνική Πινακοθήκη.
Έτσι, 34 χρόνια μετά, το ερώτημα παραμένει: Πού βρίσκονται σήμερα τα 10.000 έργα τέχνης που υπήρχαν στη συλλογή Ιόλα;
Προφανώς ο χρόνος που έχει περάσει είναι πολύς και άλλωστε είναι μάταιο να τα αναζητεί κανείς σε ένα μόνον σημείο.
Κληρονομιές, δημοπρασίες, λεηλασίες είναι σαφές, ότι τα έχουν διασπείρει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Εκτός από τον Αλέξανδρο Ιόλα εξάλλου, έχει φύγει πλέον από τη ζωή και η αδελφή του, Νίκη Κουτσούδη Στάιφελ, στην οποία πέρασε, κατά τα μαρτυρούμενα, το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής.
Από την μεριά της, η ανιψιά του, Ελένη Κουτσούδη (κόρη του αδελφού του Δημήτρη Κουτσούδη), επίσης κληρονόμος του, δηλώνει ότι και εκείνη αγνοεί την τύχη όσων βρέθηκαν στα χέρια της θείας της.
Όπως ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξή της (Πρώτο Θέμα, 27-11-21) «δεν γνωρίζω τι έγιναν τα έργα που χάθηκαν μετά τις αποστολές της θείας μου. Δυστυχώς, ακόμα και όταν ανέλαβε ως μεσεγγυούχος ο κύριος Φώτης Κουβέλης, πρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου τότε, οι κλοπές συνεχίστηκαν.
Ολα τα σημαντικά έργα είχαν εξαφανιστεί όταν ήρθε η ώρα της μοιρασιάς…». Να σημειωθεί ότι η κυρία Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας» (εκδόσεις Μίνωας), το οποίο θα παρουσιαστεί την Τετάρτη στο ελληνικό κοινό.
Το όνομα θρύλος
Ένας κατ΄εξοχήν άνθρωπος της τέχνης, που οσμιζόταν το ταλέντο από μακριά, που ανακάλυπτε καλλιτέχνες και τους έκανε διάσημους, που ζούσε πάντα στο κέντρο του κόσμου είτε αυτό αφορούσε την τέχνη και τα γράμματα είτε τον πλούτο ήταν ο Αλέξανδρος Ιόλας.
Μεγαλοαστικής καταγωγής, γεννημένος στην Αλεξάνδρεια αλλά μεγαλωμένος στην Αθήνα, άρχισε τη ζωή του ως Κωνσταντίνος Κουτσούδης, για να γίνει όμως διάσημος με το όνομα που του έδωσε η εγγονή του Ρούσβελτ, με την οποία είχε αρραβωνιαστεί στην Αμερική.
Λάτρης του ωραίου και προστάτης της ομορφιάς, ταυτόχρονα όμως μια εκρηκτική, αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, με προκλητικές, ανατρεπτικές και υπεροπτικές δηλώσεις δεν είναι περίεργο που βρέθηκε στο στόχαστρο της συντηρητικής ελληνικής κοινωνίας.
Αυτό που παραμένει μυστήριο είναι πώς ο ίδιος με την ευφυΐα και την γενικότερη διορατικότητά του δεν είχε αντιληφθεί τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που προκαλούσε ο λόγος του.
Σήμερα όμως, είναι ξεκάθαρο το σκηνικό που εξυφάνθηκε εις βάρος του, στο πλαίσιο μιας ανθρωποφαγίας που επικρατούσε στην πολιτική και κοινωνική ζωή στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 και σίγουρα αποτέλεσε ένα θύμα της.
Ένα όνομα-θρύλος στην παγκόσμια εικαστική σκηνή, που είχε συρθεί στη λάσπη στο βωμό ενός φαύλου λαϊκισμού.
Οι λεηλασίες
Σύμφωνα με ανθρώπους που βρίσκονταν κοντά στον Ιόλα στη δεκαετία του ΄80, η συλλογή άρχισε να χάνεται πριν τον θάνατό του. Κάτι που διαπίστωσε και ο ίδιος, επιστρέφοντας από μία σοβαρή εγχείριση καρδιάς, στην οποία είχε υποβληθεί στην Αμερική.
Έργα και αντικείμενα τέχνης είχαν κάνει φτερά από το σπίτι του στην Αγία Παρασκευή και τότε ως υπεύθυνη είχε θεωρηθεί η αδελφή του. Όπως είναι γνωστό όμως, ο Ιόλας την λάτρευε, παρά τις καθημερινές τρομερές συγκρούσεις τους, έτσι δεν βγήκε ποτέ να την κατηγορήσει δημοσίως. Ούτε επέτρεπε όμως σε κανέναν άλλο να αναφερθεί άσχημα γι’ αυτήν. Εξάλλου, αυτό τότε θα μπορούσε να είναι μία οικογενειακή υπόθεση.
Αμέσως μετά τον θάνατό του ωστόσο, με την Νίκη Στάιφελ να ορίζεται ως διαχειρίστρια της περιουσίας του, οι όποιες «αφαιρέσεις» από το σπίτι έγιναν οργανωμένη επιχείρηση.
Τα σημαντικότερα κομμάτια της συλλογής και άλλα αντικείμενα, συσκευάζονταν σε κιβώτια και φορτώνονταν σε φορτηγά για να ταξιδέψουν στην Αμερική ως οικοσκευή, με αποδέκτη την Σύλβια ντε Κουέβας, κόρη της Νίκης Στάιφελ.
Παράλληλα η γενικότερη λεηλασία του σπιτιού έφθασε σε ακραίες καταστάσεις, με κάποιους από τους ανθρώπους της αυλής του να επωφελούνται για να πάρουν «ενθύμια» από τον Ιόλα, κοινώς, δηλαδή, κλέβοντας πίνακες και γλυπτά, έπιπλα, καθρέφτες και πολυελαίους, ακόμη και τα πόμολα από τις πόρτες, προσωπικά αντικείμενα και κοσμήματα, αλλά και την γκαρνταρόμπα του.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι οι γείτονες του Ιόλα περιέγραφαν σκηνές απείρου κάλλους ανάμεσα στην Νίκη Στάιφελ και υποτιθέμενους φίλους του, ενώ διαπληκτίζονταν πάνω από ένα χαλί ή μια πολυθρόνα. Το πλιάτσικο συνεχίσθηκε, όπως είναι γνωστό, για καιρό μετά -φανερά ή κατόπιν διαρρήξεων- με αποτέλεσμα η βίλα να απογυμνωθεί ολοκληρωτικά και να απομείνουν τελικώς μόνον οι τοίχοι.
Τα αρχαία
Στη συλλογή Ιόλα ωστόσο υπήρχαν και πολλές αρχαιότητες, οι περισσότερες της Ρωμαϊκής εποχής αλλά και αρκετά αιγυπτιακά, όπως και κάποια ελληνικά.
Όταν όμως το 1988, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, έγινε καταγγελία, ότι στη βίλα είχαν φθάσει φορτηγά γνωστής μεταφορικής εταιρείας, που συσκεύαζε τα αρχαία για την εξαγωγή τους, οι αρχές επενέβησαν αυτεπαγγέλτως και η επιχείρηση σταμάτησε.
Σύντομα μάλιστα η δικαιοσύνη αποφάσισε τη μεταφορά και φύλαξή τους στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και ορισμένων στο Βυζαντινό, καθώς επρόκειτο για εικόνες. Εν τέλει, και μετά από όσα προβλέπει η νομοθεσία, όσα από αυτά εμπίπτουν στον Αρχαιολογικό Νόμο παρέμειναν στην Ελλάδα.
Το 2015 πάντως, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο απέρριψε την άδεια μόνιμης εξαγωγής στο Λονδίνο εννέα αρχαίων έργων, που βρίσκονται στην κατοχή της κυρίας Ελένης Κουτσούδη-Ιόλα, λόγω της αρχαιολογικής τους σημασίας.
Ορισμένα εξ αυτών έχουν ταυτισθεί με συγκεκριμένα μνημεία, όπως τα τμήματα από δύο ενεπίγραφα υπερφυσικά αγάλματα, από τα οποία το ένα απεικονίζει τον φαραώ Ραμσή Β’ και θεωρείται ότι σχετίζονται με ναούς των Θηβών.
Μεταξύ άλλων επίσης, ήταν δύο πορτρέτα Φαγιούμ, μία Σφίγγα από την Αλεξάνδρεια, καθώς και μία κεφαλή ρωμαϊκών χρόνων, συγκεκριμένα πορτρέτο του Τραϊανού. Σύμφωνα με όσα είχαν δημοσιοποιηθεί ωστόσο, η κυρία Κουτσούδη-Ιόλα είναι νόμιμη κάτοχος 54 αντικειμένων και εικόνων, που προέρχονται από την συλλογή Ιόλα, κατά τις αποφάσεις του 1987 και του 2011.
Η κατοχή αρχαιοτήτων εξάλλου από τον Ιόλα αποδείχθηκε -ευτυχώς πριν να πεθάνει- ότι ήταν νόμιμη, βάσει των στοιχείων προέλευσής τους, που είχε καταθέσει ο ίδιος στον αρμόδιο ανακριτή, όπου τον είχαν οδηγήσει οι διάφορες καταγγελίες.
Ένα από τα αρχαία της συλλογής του μάλιστα, μία μαρμάρινη Αφροδίτη, ρωμαϊκό αντίγραφο του 300 π.Χ. έργο που έχει περιέλθει στην κατοχή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά το 2018-2019 στον πλαίσιο της έκθεσης «Οι αμέτρητες όψεις του ωραίου».
Μια δημοπρασία
Μάιο του 2017 ο οίκος Sotheby’s βγάζει σε δημοπρασία 155 έργα τέχνης και πολύτιμα αντικείμενα, προερχόμενα από την συλλογή Ιόλα και έτσι λύνεται μια απορία ετών.
Γιατί μπορεί να μην αποκαλύπτεται ο κάτοχός τους –πωλητής αλλά γνωστοποιείται για πρώτη φορά ένα μέρος -μικρό, όπως υπολογίζεται- αυτής της συλλογής. Πικάσο, Ντε Κίρικο, Ματίς, Σαλβατόρ Νταλί, Ερνστ, Ουόρχολ, Μπράουνερ, Ντε Σεντ Φαλ περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων σ’ αυτήν, όπως και έργα ορισμένων Ελλήνων, του Takis, του Πανιάρα, του Ακριθάκη και άλλων.
Στη λίστα όμως εμφανίσθηκε και πλήθος άλλων αντικειμένων, όπως αγαλματίδια του 18ου αιώνα, περσικά χαλιά, γαλλικές πολυθρόνες, καθρέφτες, πολυέλαιοι και άλλα φωτιστικά, κινεζικά βάζα, διακοσμητικά, ασημένια και κρυστάλλινα σερβίτσια κλπ. Επίσης προσωπικά αντικείμενα και κοσμήματα. Μεταξύ άλλων, χρυσά ρολόγια και χρυσές ταμπακιέρες, μανικετόκουμπα, περιδέραια, βραχιόλια, σκουλαρίκια κ.ά.
Ως «οραματιστή έμπορο και ως πρωτοπόρο της παγκόσμιας αγοράς τέχνης της εποχή του» αναγνώριζαν οι Sotheby’s τον Αλέξανδρο Ιόλα στη μικρή, ενημερωτική αναφορά τους γι΄αυτόν, σημειώνοντας ότι «Το όνομα του Αλέξανδρου Ιόλα αντανακλά τη γνώση της σύγχρονης αγοράς της Τέχνης.
Από το 1945 έως το 1976 φιλοξένησε πολλές εκθέσεις καλλιτεχνών, όπως οι Μαξ Ερνστ, Ρενέ Μαγκρίτ, Δωροθέα Τάννινγκ και αργότερα τους Άντι Ουόρχολ, Νίκι Ντε Σεν Φαλ, Τάκις και Λαλάν στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στη Γενεύη, στη Ρώμη, στη Μαδρίτη και στην Αθήνα».
Κάποια από τα έργα της δημοπρασίας θεωρούνταν κλεμμένα αλλά καθώς δεν μπορούσε κανείς να το αποδείξει η πώλησή τους προχώρησε κανονικά, συγκεντρώνοντας συνολικά για όσα κομμάτια πουλήθηκαν 1,845,253 δολάρια.
Η Αθήνα εν τέλει δεν απέκτησε ποτέ Μουσείο Ιόλα, αφού όπως είναι γνωστό ακόμη και η φίλη του Μελίνα υπαναχώρησε μπροστά στον ορυμαγδό κατηγοριών εναντίον του.
Ένα μικρό τμήμα της συλλογής του βρίσκεται πάντως στο Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι -η Γαλλική Δημοκρατία τον είχε τιμήσει με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής- και όπως προαναφέρθηκε ένα άλλο, μικρό επίσης, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ως δωρεά για την ίδρυσή του, καθώς και ορισμένα έργα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Η βίλα της Αγίας Παρασκευής χαρακτηρίσθηκε το 1998 ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο και το 2000 με υπουργικό διάταγμα μετατράπηκε σε «Κέντρο Πολιτιστικών Εκδηλώσεων». Πλέον αναμένεται η αποκατάστασή της από τον δήμο Αγίας Παρασκευής.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- OceanPal (Σεμίραμις Παληού): Αύξηση εσόδων και ζημιών
- Ίδρυμα Λασκαρίδη: Προκήρυξη δύο υποτροφιών για επισκέπτες ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ
- Alpha bank: Αγορά ιδίων Μετοχών συνολικού κόστους 2.649.972,32 ευρώ
- Σπίτια για 50.000 δικαιούχους: Ποιοι θα πάρουν φθηνά δάνεια και επιδοτήσεις – Η Σοφία Ζαχαράκη μιλά στο Mononews