Η Γκαλερί Gagosian του Λάρι Γκαγκόζιαν άνοιξε τις πύλες της για δεύτερη φορά στην Αθήνα, σε υπέροχο νεοκλασσικό που ανακαίνισε το ελληνικό αρχιτεκτονικό γραφείο Kois Architects στην οδό Αναπήρων Πολέμου στο Κολωνάκι. Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν την Πέμπτη το βράδυ, σε κλειστό κύκλο, όσο πιο ελίτ γίνεται. Διευθύντρια της αθηναϊκής γκαλερί παραμένει η Χριστίνα Παπαδοπούλου.

Η αθηναϊκή γκαλερί αποτελεί πλέον μέρος του δικτύου των δέκα οχτώ εκθεσιακών χώρων κάτω από την ίδια επωνυμία στην Αμερική, στην Ευρώπη και στην Αστία (επιμελημένων πάντα με την υπογράφη γνωστών αρχιτεκτόνων) που συγκεντρώνουν συνολικά πάνω από τριακόσιους υπαλλήλους.

H Gagosian στην Αναπήρων Πολέμου

Πέρα από μουσειακού επιπέδου εκθέσεις και κατάστημα με είδη τέχνης, οι γκαλερί Gagosian εκδίδουν εξαιρετικές μελέτες από τον δικό τους, επώνυμο εκδοτικό οίκο. Ο κατάλογος για την έκθεση του Brice Marden με την οποία άνοιξε το αθηναϊκό τμήμα θα εκδοθεί εν ευθέτω χρόνω με κείμενα του Ευγένιου Αρανίτση.

Στο Λος Άντζελες το 1980 άνοιξε την πρώτη του αίθουσα σύγχρονης τέχνης. Εξάλλου πρόκειται για τον τόπο γεννήσεώς του, το 1945, ως παιδί δεύτερης γενιάς αρμένιων μεταναστών. Οι παππούδες του είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Νεαρός είχε εργαστεί σε βιβλιοπωλείο, σε σούπερ μάρκετ, σε κατάστημα δίσκων και η πραγματική του ευκαιρία παρουσιάστηκε όταν άρχισε να πουλάει αφίσες στους φοιτητές από ένα μαγαζάκι δίπλα στο κάμπους του σπουδαίου πανεπιστημίου του Λος Άντζελες UCLA.

Σταδιακά αναβαθμίστηκε πουλώντας αντίγραφα αξιοσημείωτων δημιουργών όπως οι πρωτοποριακοί φωτογράφοι της εποχής Νταιάν Άρμπους και Λι Φριλάντερ. Σύντομα μετακινήθηκε στο δυτικό Χόλιγουντ όπου παρουσίασε την αιχμή του δόρατος Σίντι Σέρμαν και Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Ο χώρος του βρισκόταν κοντά στην γκαλερί του Λίο Καστέλι ο οποίος και τον σύστησε στους γιγαντιαίους συλλέκτες Τσαρλς Σαάτσι και Σάμιουελ Νιούχαους τζούνιορ. Σε αυτούς προστέθηκε σύντομα και ο Ντέιβιντ Γκέφεν.

Όλα τα καλά παιδιά: ο Χάρβεϊ Γουινστάιν και η σύντροφος του Λάρι, Κρίσι Έρπφ
-φωτό:Marion Curtis/Starpix

Εκπροσωπώντας τον Νιούχαους ο Γκαγκόζιαν έδωσε το 1988 πάνω από 17 εκατομμύρια δολάρια για το έργο False Start (1959) του Τζάσπερ Τζόουνς, ρεκόρ για ζώντα καλλιτέχνη της εποχής.

Έκτοκτε ανέπτυξε την επιχείρησή του με γοργούς ρυθμούς κερδίζοντας το ψευδώνυμο Go – Go. Η γκαλερί του στο Μανχάταν στα μέσα της δεκαετίας του 1980 τον απογείωσε.

Διακρίθηκε ως σημείο αναφοράς για την παρουσίαση μοντέρνας και σύγχρονη τέχνης ενώ δούλεψε και με καλλιτέχνες υβριδικούς και ακατάχτους που βρίσκονται ανάμεσα στις περιόδους. Φιλοξένησε πάντα την αιχμή του δόρατος: Νταιάν Άρμπους, Φράνσις Μπέικον, Λουίζ Μπουρζουά Σάι Τουόμπλι. Οργάνωσε αλησμόνητες εκθέσεις γύρω από τους δεινοσαύρους της προηγούμενης γενιάς όπως ο Άντι Γουόρχολ, ο Αλεξάντερ Κάλντερ, Ουίλεμ ντε Κούνινγκ ή ο Αλμπέρτο Τζιακομέτι ή ακόμη πιο πίσω του Κλοντ Μονέ. Πάντα διατηρεί «το μάτι» να διακρίνει την ήρα από το στάρι και να αναδείξει δημιουργούς με βάθος χρόνου.

Σκαπανέας πάντα, παρουσίασε τον Πικάσο σε μια σειρά μελέτες υπό την ιδιαίτερη σκοπιά του θεωρητικού της τέχνης Τζον Ρίτσαρντσον την οποία παρακολούθησαν εκατοντάδες θεατές στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι. Το 2019 παρουσίασε έκθεση με αριστουργήματα του Πικάσο σε δική του επιμέλεια ως φόρο τιμής στον Ρίτσαρντσον που είχε τότε αφήσει την τελευταία του πνοή.

Εκπροσωπεί κορυφαίους διεθνείς καλλιτέχνες ο Ουρς Φίσερ, ο Τζεφ Κουνς, ο Μπράις Μάρντεν, ο Ντέμιαν Χερστ, ο ‘Ανσελμ Κίφερ, η Σάλι Μαν μεταξύ πολλών άλλων. Συνεργάζεται με τους κορυφαίους της Αρχιτεκτονικής Φρανκ Γκέρι και Μαρκ Κιούσον.

Ιδιοφυής αλλά όχι αλώβητος: Το 2003 υποχρεώθηκε να πληρώσει τέσσερα εκατομμύρια δολάρια πρόστιμο επειδή απέφυγε να πληρώσει φόρους ύστερα από τις πωλήσεις πενήντα τόσων έργων τέχνης.

Προφανώς πρόκειται για τεράστιο συλλέκτη. Όπως έχει και ο ίδιος σημειώσει: «Για μένα η συλλογή αποτελεί προέκταση του εμπορίου. Εάν δεν θέλεις να αγοράσεις έναν καλλιτέχνη τότε ίσως δεν χρειάζεται να δοκιμάσεις να τον πουλήσεις».