• Πολιτισμός

    Πέτρος Τατσόπουλος: Το παιδί του Διαβόλου καταφθάνει σύντομα

    Πέτρος Τατσόπουλος: Το παιδί του Διαβόλου καταφθάνει σύντομα

    Πέτρος Τατσόπουλος


    Ολοκληρώνοντας το μπεστσέλερ αυτοβιογραφικό βιβλίο Η καλοσύνη των ξένων (εκδ. Μεταίχμιο, 2006) υπήρχε πάντα η αίσθηση ότι παρέμεινε εκκρεμές. Ότι ο συγγραφέας του Πέτρος Τατσόπουλος αν και τολμηρός στο θέμα και στο ύφος, δεν βρήκε τη δύναμη να ανοίξει πληγές, να βυθιστεί στην άβυσσο του ασυνειδήτου του. Ο Φρόιντ θα υποστήριζε ψυχαναλυτικά ότι ο συγγραφέας φοβόταν να ανοίξει το χρονοντούλαπο επίπονων αναμνήσεων.

    Ο Πέτρος Τατσόπουλος και οι θαυμαστές του, θα αντέτειναν ίσως ότι το βιβλίο δεν αφορούσε μόνο το χρονικό της υιοθεσίας του αλλά και τη σύλληψη της σύγχρονης εποχής (την ανατολή και ωρίμανση της μεταπολίτευσης). Το παλίμψηστο της νέας γενιάς με διαφορετικές ανησυχίες -αισθητικές και πολιτικές, με το βλέμμα στην Ευρώπη και επιθυμία για ελάχιστες συγκρούσεις. Κυρίως όμως αποτέλεσε ένα βιβλίο πολιτικής ηθικής.

    Σήμερα πάντως, οι εκδόσεις Μεταίχμιο ανακοινώνουν ότι πρόκειται να εκδοθεί το σίκουελ εκείνου του βιβλίου με τίτλο, Το παιδί του διαβόλου, μια αληθινή ιστορία.

    Το αίσθημα του ανικανοποίητου που διέπει ορισμένους αναγνώστες της Καλοσύνης ίσως να οφείλεται και στο γεγονός ότι ο Πέτρος Τατσόπουλος προσπάθησε στο βιβλίο αυτό να ανοίξει πολλές πτυχές του ζητήματος. Όχι μόνο το προσωπικό του βίωμα αλλά και το γενικότερο πλαίσιο της υιοθεσίας στην Ελλάδα. Απλώθηκε άραγε πολύ χωρίς να εμβαθύνει εκεί που θα συγκινούσε περισσότερο;

    Το κουράγιο της αποκάλυψης

    Γράφει στην Καλοσύνη των ξένων:

    «Πουθενά δεν είδα να αναφέρεται πότε ακριβώς με παρέδωσε η φυσική μου μητέρα στο Πατριωτικό Ίδρυμα. Υποθέτω πως κάπου θα αναγράφεται η ημερομηνία παραλαβής του βρέφους, αλλά το σχετικό έγγραφο, ακόμα και αν λαθροβιεί σε κάποια αρχεία, δεν περιέπεσε στην αντίληψή μου. Ως εκ τούτου δεν μπορώ να προσδιορίσω και πότε πρωτοανέβηκα από την Κρήτη στην Αθήνα. Μπορώ όμως να θυμηθώ πότε πρωτοκατέβηκα. Το καλοκαίρι του 1976».

    Αλλού (σχετικά με τις υιοθεσίες παιδικών αφρικανικής καταγωγής) σημειώνει:

    «Όποτε συλλογίζομαι το χρόνο που πήρε στον Βαγγέλη και στη Ρεγγίνα για να βρουν το κουράγιο και να μου αποκαλύψουν ότι είμαι υιοθετημένος -το χρόνο της ζωής τους, στην ουσία, το χρόνο που δεν τους περίσσεψε ποτέ-, αναρωτιέμαι πώς να αισθάνονται οι θετοί γονείς που δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν αναλάγα διλήμματα {…} διότι το ίδιο το παιδί θ’ αναγράφει στο κούτελό του το μεγάλο μυστικό».

    Εμβάθυνση ή διεύρυνση;

    Ο Πέτρος Τατσόπουλος αγγίζει ένα ιδιαιτέρως ευαίσθητο κοινωνικό ζήτημα που ενδιαφέρει όλους τους γονείς και τα παιδιά -είτε της καρδιάς είτε της κοιλιάς. Το θέμα εντυπωσιάζει. Ταυτόχρονα, η γραφή του, πάντα νευρώδης και ρυθμική, δεσμεύει το ενδιαφέρον. Αλλά πολλά ερωτήματα παραμένουν σε αιώρηση. Ορισμένοι αναγνώστες αποζητούσαν περισσότερο συναίσθημα: Πώς ένιωσε τις στιγμές των μεγάλων αποκαλύψεων; Πώς έκλεισε μέσα του κάθε θέμα, κάθε έρευνα; Έμεινε μάλλον και ο ίδιος διψασμένος…

    Βέβαια, ο Πέτρος Τατσόπουλος δεν ορρωδεί προ ουδενός.

    Ύστερα από ελικοειδή λογοτεχνική διαδρομή και πολιτικές ανησυχίες που εκφράστηκαν στη Βουλή, ο Πέτρος Τατσόπουλος επιστρέφει με το βιβλίο Το παιδί του διαβόλου, μια αληθινή ιστορία (εκδόσεις Μεταίχμιο).

    Υποτίθεται ότι αποτελεί συνέχεια (σίκουελ) της Καλοσύνης των ξένων.

    Μια αληθινή ιστορία

    Διαβάζει κανείς το εξής:

    Στη χώρα όπου δημοφιλείς άγιοι, νεκροί εδώ και τρεις αιώνες, απαιτούν κάθε είκοσι πέντε χρόνια να τους αλλάζουν τα άμφια και αγράμματοι καλόγεροι συνομιλούν με σαύρες ή ρίχνουν στα σκουπίδια τον Δαρβίνο, ακόμη και η πιο παρανοϊκή τερατολογία εντάσσεται σε μια ιδιότυπη «κανονικότητα».

    Ταυτόχρονα κάθε απόπειρα για την άρθρωση στοιχειωδώς «ορθού λόγου» αντιμετωπίζεται ως «εξωφρενική», αν όχι ως υπαγορευμένη από τον ίδιο τον Διάβολο.

    Πάνω και πίσω από αυτή τη μεσαιωνική παλινδρόμηση, στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη συναίνεση των πολιτικών αρχών και τη δικαιοσύνη ηχηρά απούσα, στήνεται ένας θηριώδης «εισπρακτικός μηχανισμός» γύρω από ανεξέλεγκτα «ιερά λείψανα» κι εξόφθαλμες «απάτες θαυμάτων» με ανυπολόγιστα κέρδη.

    Ο Πέτρος Τατσόπουλος δέκα οκτώ αργότερα χρόνια επανέρχεται με αυτοβιογραφική αφήγηση υψηλής έντασης και με την ανυποχώρητη πρόθεση να πει τα πράγματα με το όνομά τους.

    Στωικός και σκωπτικός

    Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο.

    Είτε φέρει στο φως είτε όχι τα πιο δύσκολα κομμάτια της περιπέτειάς του, ο Πέτρος Τατσόπουλος παραμένει έξοχος παραμυθάς.

    Ιδού ένα χαρακτηριστικό κομμάτι της σκωπτικής, στοϊκής γραφής του από την Καλοσύνη των ξένων:

    «Δεν ήμουν ο γιος ενός συνταγματάρχη και μιας δασκάλας. Τίνων γιος ήμουν; {…} Το ανεξάντλητο των πιθανοτήτων με ενθουσίαζει και με πανικόβαλλε ταυτόχρονα, λες και βρισκόμουν ξανά πάνω στη μοτοσικλέτα του Ξενοφώντα. Εάν οι γονείς που μπορούσαν να είναι οποιοιδήποτε, θα μπορούσα να είμαι κι εγώ οποιοσδήποτε. Να βρεθώ σ΄ένα μεγάρο ή σ΄ένα κελί»…

    Και η απόλαυση συνεχίζεται…



    ΣΧΟΛΙΑ