Ο Παρθενώνας και το Ερέχθειο αποχωρητήρια, το μουσείο στρατώνας

 

«Στις αίθουσες των αρχαϊκών αετωμάτων εγκατέστησαν το πλυντήριο τους και το μαγειρείο και το υπόλοιπο μουσείο μεταβλήθηκε σε στρατώνα. Ο Βράχος έγινε στρατιωτική περιοχή, όπου οι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν τα πολεμικά μηχανήματα χωρίς φροντίδα για τον τόπο».

Όπως γράφει ο ακαδημαϊκός και γ.γ. της Αρχαιολογικής Εταιρείας Βασίλειος Πετράκος στην έκδοση «Αρχαία της Ελλάδας κατά τον πόλεμο 1940 – 1944» η  Ακρόπολη και το μουσείο της υπήρξαν κι αυτά  θύματα της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα, αφού αντιμετωπίσθηκαν απαξιωτικά, ακόμη και προσβλητικά από τους κατακτητές, παρά την υποτιθέμενη αρχαιολατρία τους. Και κυρίως, χωρίς να παίρνουν κανένα μέτρο, το αντίθετο μάλλον, για την προστασία των αρχαίων, εκθέτοντάς τα έτσι σε κινδύνους.

Η κατάληψη της Αθήνας από τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941 σήμαινε αναπόφευκτα και την κατάληψη του ιερού βράχου, όπου υψώθηκε η γερμανική σημαία. «Φύρερ μου, Στις 27 Απριλίου 1941, στις 8.10 π.μ. φτάσαμε στην Αθήνα … και στις 8:45 π.μ. θέσαμε τη γερμανική σημαία στην Ακρόπολη. Heil Φύρερ μου» ήταν το μήνυμα, που είχε φθάσει στο Βερολίνο, στον άνθρωπο που δήλωνε θαυμαστής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού…

 

Γερμανοί αξιωματικοί φωτογραφίζονται μπροστά στον Παρθενώνα

Κάτι, που δεν εμπόδισε, όπως αποδείχθηκε αμέσως, το στράτευμά του να προβαίνει σε πράξεις εξευτελιστικές για τα μνημεία: « Άναβαν φωτιές για το πρόχειρο φαγητό τους, βρώμιζαν τα μνημεία με βενζίνες, πετρέλαια και μηχανέλαια και, όπως ήταν φυσικό, μεταχειρίζονταν τα απόμερα σημεία της Ακροπόλεως για αποχωρητήρια.

Μαρτυρείται μάλιστα, πως ούτε ο Παρθενώνας ούτε τα Προπύλαια γλίτωσαν από τη χρήση αυτή», γράφει και πάλι ο κ. Πετράκος. Ενώ ακριβέστερη περιγραφή των περιστατικών αυτών περιλαμβάνεται στο σπουδαίο έργο καταγραφής των γερμανικών καταστροφών «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων εκ του Πολέμου και των Στρατών Κατοχής» του 1946: «Τη νύκτα της 27-28 Νοεμβρίου 1942 στρατιωτικός των στρατών κατοχής εκόπρισεν εις το εσωτερικόν του Παρθενώνος»…

Η γιορτή της απελευθέρωσης στην Ακρόπολη με την σημαία για την ανάρτησή της

Στις διαμαρτυρίες όμως προς την Ειδική Στρατιωτική Υπηρεσία για την Προστασία της Τέχνης, που δρούσε στην Ελλάδα ο προϊστάμενός της, στρατηγός και αρχαιολόγος Wilhelm Kraiker  απαντούσε, ότι αυτό συμβαίνει, διότι «δεν υπάρχουν ευκρινώς τοποθετημένες πινακίδες άτινες να υποδεικνύουν πού υπάρχουν W.C.»! Επιπλέον οι «καταγγέλοντες», δηλαδή οι Έλληνες φύλακες, που έκαναν παρατηρήσεις στους γερμανούς και ιταλούς στρατιώτες προσπαθώντας να προστατεύσουν τα μνημεία κινδύνευαν ακόμη και για τη ζωή τους, αφού απειλούνταν με τουφεκισμό ενώ και οι χειροδικίες πάνω τους ήταν συνήθεις.

Το παλιό Μουσείο Ακρόπολης στον ιερό βράχο

Πολλά είδαν επομένως  τα μάτια των Ελλήνων αρχαιολόγων κατά την Κατοχή στην Ακρόπολη: «Στους Έλληνες αρχαιολόγους φοβερή εντύπωση έκανε η φωτογράφιση Ιταλών στρατιωτών αγκαλιά με τις Κόρες του Ερεχθείου (!), και ακόμη φοβερότερη, ότι στην Ακρόπολη σύχναζαν και οι ερωτικοί σύντροφοι των Ιταλών», όπως σημειώνει ο κ. Πετράκος.

Και βέβαια δεν έλειπαν οι προσπάθειες αποκόλλησης μαρμάρων προκειμένου να τα πάρουν ως «αναμνηστικά» όπως έλεγαν ή ακόμη και η χάραξη των ονομάτων τους πάνω στο μνημεία. «Κατέστρεφον ούτω τα εν τη Ακροπόλει κατακείμενα μάρμαρα ενίοτε φθάνοντες μέχρι πλήρους καταστροφής αρχιτεκτονικών μελών ως  κιονοκράνων κ.λπ. Αλλά και επί των ορθίων μνημείων έθετον χείρα μη ορρωδούντες και προ αυτού έτι του Παρθενώνος», όπως σημειώνεται στο έργο «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων εκ του Πολέμου και των Στρατών Κατοχής».

Και δεδομένου ότι η Ακρόπολη, μαζί με τον Λυκαβηττό θεωρούνταν ιδανικά σημεία οχύρωσης, τον Ιούλιο του 1941 οι Γερμανοί ανέβασαν στον ιερό βράχο και αντιαεροπορικά πυροβόλα.

Οι φυλακές του Σωκράτη, τόπος εναπόθεσης και φύλαξης αρχαιοτήτων από το Μουσείο Ακρόπολης

Για την προστασία πάντως των εκθεμάτων είχε μεριμνήσει ήδη από την κήρυξη του πολέμου η Αρχαιολογική Υπηρεσία, σύμφωνα με την οδηγία, που είχε δώσει το υπουργείο Θρησκευμάτων και Παιδείας στις 11 Νοεμβρίου του 1940. Βασικός χώρος εναπόθεσης ήταν ένα όρυγμα, που ανοίχθηκε στο κέντρο της αίθουσας του Παρθενώνα στο Μουσείο Ακρόπολης.

Επειδή όμως ήταν μικρό για να χωρέσει όλα τα αριστουργήματα του μουσείου, επινοήθηκαν και άλλοι πιθανοί ή και απίθανοι χώροι: Στην πύλη του μουσείου, στην αυλή του και κατά μήκος της βόρειας πλευράς του Παρθενώνα σκάφτηκαν μεγάλα φρέατα για την αποθήκευση των αρχαίων σε στρώσεις ενώ άλλα μεταφέρθηκαν και κρύφτηκαν πιο μακριά στην κρύπτη της Εννεάκρουνου στους πρόποδες της Ακρόπολης  καθώς και στις Φυλακές του Σωκράτη στο λόφο του Φιλοπάππου. Για να βγουν σιγά σιγά μετά τον πόλεμο και να ξαναστηθεί πάλι το μουσείο μετά από καιρό.